Μετά τη συμφωνία Τσίπρα – Ιερώνυμου, Εκκλησία και κράτος συνεχίζουν να έχουν τους ίδιους συνεκτικούς δεσμούς χωρίς να υφίσταται κανείς διαχωρισμός.
Τα 15 σημεία που ανακοινώθηκαν από κοινού εχθές μπροστά από το τζάκι του Μεγάρου Μαξίμου αποτελούν μια διευθέτηση οικονομικών θεμάτων χωρίς να μειώνονται οι υποχρεώσεις της πολιτείας. Υπό αυτό το πρίσμα στελέχη της ΝΔ μιλούν για άλλο ένα πυροτέχνημα από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ.
Το κράτος θα εξακολουθεί να μισθοδοτεί τους κληρικούς με το ίδιο ακριβώς ποσό που τους μισθοδοτεί και σήμερα και υπολογίζεται στα 220 εκ. ευρώ. Το μόνο που αλλάζει είναι ότι αντί να μισθοδοτεί το κράτος απευθείας τους κληρικούς, θα δίνει τα χρήματα στην Εκκλησία, και εκείνη θα αναλάβει να καταβάλει τους μισθούς των κληρικών.
Η συζήτηση που άνοιξε από την κυβερνητική πλειοψηφία για αναθεώρηση του άρθρου 3 του Συντάγματος, που αφορά τις σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους, στην ουσία μοιάζει περιττή. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας στην κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ, λίγες ώρες πριν τη συνάντηση Τσίπρα – Ιερώνυμου στο Μέγαρο Μαξίμου, είχε αναφέρει ότι «οι ρυθμίσεις που αφορούν τις σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους δεν χρειάζονται καμία συνταγματική νομοθέτηση, αρκούν απλές νομοθετικές παρεμβάσεις». Οι εξελίξεις λίγο αργότερα δικαίωσαν τη θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ωστόσο από το περιεχόμενο των όσων ανακοινώθηκαν προκύπτουν μια σειρά από ερωτήματα, τα οποία θέτει από την πλευρά της η αντιπολίτευση. Το συνολικό κονδύλι των 200 εκατ. ευρώ που εν λευκώ πια θα καταβάλλει ετησίως το κράτος στην Εκκλησία πώς ακριβώς θα το διαχειρίζεται η Εκκλησία; Θα έχει την ευθύνη η Ιερά Σύνοδος ή οι Μητροπόλεις; Θα δίνει η Ιερά Σύνοδος μισθούς στις Μητροπόλεις αναλόγως των κληρικών που έχουν οι ενορίες τους; Ποιος θα καθορίζει το ποσό που θα παίρνει κάθε Μητρόπολη, και ποιος τους ακριβείς μισθούς τους; Βασικότερο όλων είναι το ερώτημα για τη διασφάλιση των ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων που έχουν οι κληρικοί. Δεν γίνεται καμία αναφορά ποιος θα τα διασφαλίζει και πως θα δίνονται οι συντάξεις των κληρικών και από ποιο κονδύλι.
Ο Πρωθυπουργός εμφανίζεται να επιχειρεί το κλείσιμο μιας σειράς θεμάτων ενόψει εκλογών με τρόπο βιαστικό και πρόχειρο. Και κατά την πάγια τακτική που ακολουθεί η κυβέρνηση, πίσω από κλειστές πόρτες και με περιορισμό του διαλόγου. Το αποτέλεσμα αυτής της τακτικής, όπως περιγράφεται από στελέχη της Πειραιώς, είναι δημιουργία περισσότερων ζητημάτων από όσα επιχειρεί να λύσει.
Το κομμάτι της συμφωνίας που αφορά την εκκλησιαστική περιουσία κινείται στο πλαίσιο που είχε λάβει η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ήδη από το 2013, με τη σύσταση κοινής εταιρείας Κράτους-Εκκλησίας για την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Η υλοποίηση της είχε ματαιωθεί το 2013 από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Τώρα η κυβέρνηση κινείται στο ίδιο μονοπάτι, δημιουργώντας όμως ερωτήματα για τους όρους με τους οποίους εντάσσεται η περιουσία αυτή στο νέο ταμείο. Όπως σημειώνουν από την Πειραιώς, η συμφωνία προβλέπει την παραίτηση της Εκκλησίας από τα ακίνητα που της αφαιρέθηκαν μέχρι το 1939 χωρίς να γνωρίζουμε πόσα είναι αυτά και αν έχουν εκτιμηθεί από τις κρατικές υπηρεσίες. Επίσης δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για το αν ήταν, πράγματι, διεκδικήσιμα από την Εκκλησία ή είχαν περιέλθει νόμιμα στο Δημόσιο. Επιπλέον δεν υπάρχει απάντηση αν τα ακίνητα αυτά, συμπίπτουν με αυτά του 1952, τα οποία με βάση τη συμφωνία θα αξιοποιηθούν στην νέα εταιρεία Δημοσίου-Εκκλησίας.