Σε μεθόδους που εφαρμόστηκαν, με παραλλαγές και διαφοροποιήσεις, στην Ισπανία, την Ιταλία, την Κύπρο, ακόμα και στη Γερμανία, προσανατολίζεται η κυβέρνηση, προκειμένου να αντιμετωπίσει το πρόβλημα διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων και να σβήσει την πυρκαγιά στις τράπεζες, πριν πάρει διαστάσεις.
Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι ότι το συγκεκριμένο «εργαλείο» ενσωματώνει την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, σε ένα μοντέλο που στήθηκε -κατ’ αναλογίαν- στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές, πρόκειται για το μοντέλο APS (Asset Protection Schemes), το οποίο συμπεριλαμβάνεται στο «εγχειρίδιο» της ΕΚΤ και στηρίζεται σε γενικές γραμμές στην εξής λογική: οι τράπεζες δημιουργούν εταιρείες ειδικού σκοπού, στις οποίες εισφέρουν «κόκκινα» δάνεια έναντι ομολόγων με το ανάλογο discount. Τα ομόλογα αυτά, που εκδίδουν οι εταιρείες ειδικού σκοπού, έχουν την εγγύηση του Δημοσίου. Το βασικό πλεονέκτημα αυτού του μοντέλου είναι ότι ελαφραίνουν τα «βιβλία» των τραπεζών από τον όγκο των «κόκκινων» δανείων. Οι ίδιες πηγές εκτιμούν ότι τα «κόκκινα» δάνεια που θα μπορούσαν να εισφέρουν οι τράπεζες είναι πάνω από 10 δισ. ευρώ, αλλά κάτω από 20 δισ. ευρώ.
Οι ίδιες πηγές σημειώνουν ότι υπάρχουν πολλές τεχνικές επιλογές ως προς την εφαρμογή, κάτι που αφήνει ανοικτό το «παράθυρο» για ενεργό συμμετοχή του ΤΧΣ στη διαδικασία.
Σύμφωνα με πληροφορίες, πρόκειται για παλαιό σχέδιο, το οποίο ξαναβγήκε από το συρτάρι με αφορμή το χθεσινό κραχ στις τραπεζικές μετοχές. Το θέμα συζητήθηκε στην έκτακτη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου, αλλά, όπως τονίζουν πηγές με γνώση του θέματος, η εφαρμογή του δεν απλή, καθώς -μεταξύ άλλων- προϋποθέτει τη σύμφωνη γνώμη της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Κομισιόν.
Και αυτό γιατί το Δημόσιο θα είναι εγγυητής των ομολόγων, άρα τίθεται θέμα κρατικών ενισχύσεων. Όπως παρατηρούν αρμόδιες πηγές, «δεν είναι αδύνατον, αλλά απαιτείται πολύ προσεκτική τεκμηρίωση», με δεδομένο ότι η DG Comp είναι ιδιαιτέρως αυστηρή με την Ελλάδα, λόγω του ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν ήδη λάβει κρατική βοήθεια.
Πώς φτάσαμε στη «Μαύρη Τετάρτη»
Δεδομένο είναι, πάντως, ότι η χθεσινή «βουτιά» δεν μπορεί να αποδοθεί ούτε σε κερδοσκοπικές επιθέσεις -παρά το ότι όντως οι shortάκηδες αποκόμισαν χοντρά κέρδη- ούτε σε δημοσιεύματα του ξένου Τύπου. Και αυτό γιατί το πρόβλημα υπάρχει, καταγράφεται στο σύνολο των Εκθέσεων, που δημοσιοποιούνται εδώ και εβδομάδες, ενώ και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είχε την ευκαιρία να το διαπιστώσει σε όλες τις επαφές που είχε στο Λονδίνο: ο τεράστιος όγκος των «κόκκινων» δανείων, η επίπτωσή του στην οργανική κερδοφορία των τραπεζών και η επιφυλακτικότητα των ξένων για το κατά πόσο μπορούν οι τράπεζες να διαχειριστούν το πρόβλημα άμεσα και αποτελεσματικά.
Συν τοις άλλοις, όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, ουδείς μπορεί να παραγνωρίσει το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες αδυνατούν να αποκτήσουν «φτηνή» πρόσβαση σε μακροπρόθεσμα χρηματοδοτικά «εργαλεία», λόγω των πολύ υψηλών τιμών που επιβαρύνουν τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου.