Πάνω 300 δημοσιογραφικοί οργανισμοί στις ΗΠΑ αφιερώνουν σήμερα τα κύρια άρθρα τους σε εκστρατεία υπέρ της ελευθεροτυπίας με αφορμή της επιθέσεις του Ντόναλντ Τραμπ κατά του Τύπου.
Η εφημερίδα Boston Globe απηύθυνε έκκληση την περασμένη εβδομάδα στα αμερικανικά ΜΜΕ να καταγγείλουν μαζικά τον «βρώμικο πόλεμο» του προέδρου κατά των Μέσων Ενημέρωσης χρησιμοποιώντας το hashtag #EnemyOfNone -απάντηση στον χαρακτηρισμό «εχθροί του λαού» που επιφυλάσσει συχνά ο Τραμπ στους δημοσιογράφους-.
Μέχρι χθες το πρωί 343 εφημερίδες και ειδησεογραφικοί ιστότοποι είχαν δηλώσει συμμετοχή στην εκστρατεία, ανάμεσά τους οι Νew York Times, οι Chicago Sun Times, η Philadelphia Inquirer και η Miami Herald.
Ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος ενέτεινε τις τελευταίες εβδομάδες τις επιθέσεις του στα ΜΜΕ. Σε πρόσφατη συγκέντρωση οπαδών του στην Πενσυλβάνια έδειξε προς το μέρος των δημοσιογράφων που κάλυπταν την εκδήλωση χαρακτηρίζοντάς τους «ψεύτικες, αηδιαστικές ειδήσεις».
Ο απερχόμενος Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για ανθρώπινα δικαιώματα Ζεϊντ Ραάντ αλ Χουσεϊν λέει ότι τα σχόλια του Τραμπ κατά του Τύπου «δεν απέχουν πολύ από την προτροπή στη βία».
Άλλα ΜΜΕ σε όλη τη χώρα υπερασπίστηκαν τον ρόλο του Τύπου, που συνίσταται, σύμφωνα με ορισμένες από αυτές, στην εξοικονόμηση χρόνου για τους φορολογούμενους.
«Οι δημοσιογράφοι καλύπτουν ανιαρές κυβερνητικές συναντήσεις και αποκωδικοποιούν τους τρόπους χρηματοδότησης του δημόσιου σχολείου, ώστε να μην χρειαστεί να το κάνετε εσείς», γράφει η Arizona Daily Star. «Δεν είναι κάτι τόσο σημαντικό όσο η πρώτη τροπολογία [του αμερικανικού Συντάγματος], αλλά μπορεί να εξυπηρετεί!».
Για τους υπέρμαχους της ελευθερίας του Τύπου, οι δηλώσεις του Τραμπ συνιστούν απειλή για τον ρόλο του Τύπου απέναντι στην εξουσία και είναι αντίθετες με την πρώτη τροπολογία του Συντάγματος που εγγυάται την ελευθερία της έκφρασης και προστατεύει τους δημοσιογράφους.
«Δεν πιστεύω πως ο Τύπος πρέπει να μείνει χωρίς να κάνει τίποτα και να υποφέρει, πρέπει να υπερασπιστεί τον εαυτό του όταν ο πιο ισχυρός άνθρωπος στον κόσμο προσπαθεί να εξασθενίσει την πρώτη τροπολογία», εκτιμά ο Κεν Πόλσον, πρώην αρχισυντάκτης της εφημερίδας USA Today και ένας από τους υπευθύνους του Newseum, του μουσείου των ειδήσεων στην Ουάσινγκτον.
Όμως αμφισβητεί την αποτελεσματικότητα αυτής της εκστρατείας ευαισθητοποίησης: «Οι άνθρωποι που διαβάζουν το κύριο άρθρο δεν έχουν ανάγκη να πειστούν. Δεν είναι εκείνοι που ουρλιάζουν (στους δημοσιογράφους) στις προεδρικές συναντήσεις».
Όπως λέει ο ίδιος, απέναντι στις επιθέσεις του Λευκού Οίκου, τα ΜΜΕ πρέπει να ξεδιπλώσουν μια ευρύτερη εκστρατεία «μάρκετινγκ» προκειμένου να υπογραμμίσουν τη σημασία της ελευθερίας του Τύπου ως θεμελιώδους αξίας.
Ωστόσο η σημερινή πρωτοβουλία θα μπορούσε να χαλυβδώσει τους υποστηρικτές του προέδρου, που μπορεί να δουν σε αυτήν μια απόδειξη πως τα ΜΜΕ συνασπίζονται εναντίον του.
«Τα ΜΜΕ οργανώνουν μια επίθεση περισσότερο μελετημένη και δημόσια από ποτέ εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ» και εναντίον «του μισού της χώρας που τον υποστηρίζει», έγραψε στο Twitter ο Μάικ Χάκαμπι, Ρεπουμπλικανός πρώην κυβερνήτης και σχολιαστής στο συντηρητικό τηλεοπτικό δίκτυο Fox News.
Ακόμη και επικριτές του προέδρου έχουν τις αμφιβολίες τους. Όπως ο Τζακ Σέιφερ, του Politico, που εκτιμά πως η συντονισμένη προσπάθεια «θα έχει σίγουρα ένα αντιπαραγωγικό αποτέλεσμα».
Όμως για τους υποστηρικτές των ΜΜΕ, το διακύβευμα είναι πολύ σημαντικό για να δεχθούν πως οι προεδρικές δηλώσεις είναι εκτός ελέγχου.
Ορισμένοι εκτιμούν πως οι δηλώσεις του προκάλεσαν απειλές εναντίον δημοσιογράφων και θα μπορούσαν επίσης να έχουν δημιουργήσει ένα εχθρικό κλίμα το οποίο οδήγησε σε βίαιες επιθέσεις όπως εκείνη εναντίον της Capital Gazette στην Ανάπολις (Μέριλαντ) στα τέλη Ιουνίου, όπου πέντε άνθρωποι σκοτώθηκαν από έναν δράστη που είχε μια διένεξη με την εφημερίδα.
Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση της Ipsos, 43% των Ρεπουμπλικάνων πιστεύουν πως ο πρόεδρος πρέπει να έχει την εξουσία να κλείνει τα ΜΜΕ που τηρούν μια «κακή στάση».