Στον τμηματικό προσδιορισμό της αιγιαλίτιδας ζώνης και την επέκταση των χωρικών υδάτων, αρχής γενομένης από το Ιόνιο, θα προχωρήσει η Ελλάδα, όπως αποκάλυψε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς.
«Για την αιγιαλίτιδα, εμείς θα προχωρήσουμε στον προσδιορισμό της, τμηματικά. Η θεωρία ότι όλα αυτά πρέπει να γίνουν μια και έξω αποδείχτηκε επί δεκαετίες ότι δεν οδήγησε πουθενά. Στο όνομα του μαξιμαλισμού, δηλαδή, δεν γίνεται τίποτα» τόνισε και πρόσθεσε: «Η αιγιαλίτιδα ζώνη έχει μεγάλη σημασία για τον προσδιορισμό της ΑΟΖ με όλες τις χώρες, ιδιαίτερα με την Αλβανία. Η αιγιαλίτιδα ζώνη και τα κυρίαρχα δικαιώματα μας και συμφέροντα είναι υψίστης σημασίας προς όλες τις πλευρές».
Για την αιγιαλίτιδα ζώνη
Σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών «το δικαίωμα της Ελλάδας να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη είναι δικό της δικαίωμα. Δεν είναι πρόβλημα που μπορούμε να το συζητάμε με την Τουρκία. Το πρόβλημα μας είναι η υφαλοκρηπίδα. Απλώς τεχνικά για να προσδιορίσεις την υφαλοκρηπίδα πρέπει να έχεις προσδιορίσει την αιγιαλίτιδα ζώνη με την οποία έχεις κυριαρχία».
Στην εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη που παραχώρησε το βράδυ της Δευτέρας στην ΕΡΤ και στους δημοσιογράφους Σεραφείμ Κοτρώτσο, Νίκο Μελέτη, Βασίλη Σκουρή και Μανόλη Κωττάκη, ο Νίκος Κοτζιάς έδωσε απαντήσεις για όλα: Τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, το Σκοπιανό, το θέμα των Μουφτήδων και την επίσκεψη Ερντογάν
Για το Σκοπιανό
Για τις διαπραγματεύσεις στο θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ ο κ. Κοτζιάς υποστήριξε ότι αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει κανένα όνομα στο τραπέζι.
Εκτίμησε επίσης ότι υπάρχει αυτή τη στιγμή πλειοψηφία στη Βουλή για το θέμα, τονίζοντας ότι «αυτό που χρειάζεται είναι μία πλειοψηφία βουλευτών, όχι μία πλειοψηφία κομμάτων. Και μια πλειοψηφία ευθύνης. Όποιος θέλει να πάρει ευθύνη είναι μία πλειοψηφία»
«Δεν μπορεί να μένει άλυτο ένα ζήτημα γιατί κάποιοι παίζουν με το μέλλον της χώρας», πρόσθεσε και συνέχισε: «Εμείς είμαστε μια κυβέρνηση που ήρθαμε να λύσουμε προβλήματα. Αν ο τρόπος που τα λύνουμε αντιστοιχεί στα μακρόχρονα συμφέροντα της χώρας, στα συμφέροντα της περιοχής και είναι μέσα στο ευρωπαϊκό πνεύμα, νομίζω ότι πρέπει να το κάνουμε».
Απέκλεισε επίσης το να μπει με το προσωρινό της όνομα η ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, ενώ επισήμανε ότι το 2018 θα ήταν καλό να λυθεί το θέμα της ονομασίας: «Νομίζω ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να αναβάλουμε εκεί που μπορούμε να λύσουμε», πρόσθεσε τονίζοντας ότι «ευθύνη της κυβέρνησης είναι άν βρει ένα παράθυρο για να λύσει αυτό το πρόβλημα να το λύσει», διότι «αυτά πρέπει να τελειώνουν η χώρα δεν μπορεί να είναι όμηρος από καταστάσεις του παρελθόντος».
Σε σχέση με τις πιέσεις από το ΝΑΤΟ, υποστήριξε ότι ο ίδιος τους είπε «να μην μπερδεύονται γιατί κάθε φορά που μπερδεύονται δημιουργούν προβλήματα στη διαπραγμάτευση». Τόνισε ότι «αυτό που χρειάζεται είναι η ΠΓΔΜ να αποκτήσει, και εμείς να το επιδείξουμε, μια κουλτούρα συναίνεσης και συμβιβασμού, που σημαίνει ότι ούτε εμείς ούτε εκείνοι μπορούν να τα πάρουν όλα. Πρέπει να βρούμε έναν συμβιβασμό που να είναι ωφέλιμος και για τα δύο κράτη ο οποίος να αντέχει στο χρόνο».
Σε ερώτηση για τη δήλωση του κ. Καμμένου, ως αρχηγού κόμματος, ότι δεν θα συναινέσει σε όνομα που θα περιλαμβάνει τον όρο Μακεδονία, και αν αυτό επηρεάζει τη διαπραγμάτευση ο κ. Κοτζιάς απάντησε αρνητικά σημειώνοντας ότι «είναι δικαίωμα του κάθε κόμματος σε ζητήματα που τα θεωρεί θεμελιακά να τοποθετείται».
«Και όσοι μας κάνουν κριτική ή μας βλέπουν καχύποπτα επειδή θέλουμε να το λύσουμε» συμπλήρωσε «πρέπει να θυμούνται ότι για τη χώρα θα ήταν πολύ καλύτερο να το είχαμε λύσει το 1992», ότι «οι δυνάμεις που μας εγκαλούν είναι αυτές που δεν πήραν την ιστορική ευθύνη να το λύσουν γιατί ταλαντεύτηκαν» και ότι «η χώρα και αυτή η κυβέρνηση έχει αποδείξει στη διαπραγμάτευση του Κυπριακού ότι το εθνικό συμφέρον το βάζει πάνω από όλα».
Ως προς το αλβανικό ερωτηθείς αν συζητά με την αλβανική πλευρά σχετικά με το θέμα των περιουσιών ο κ. Κοτζιάς είπε ότι το «κύριο θέμα που πρέπει να λύσουμε θετικά είναι η εμπόλεμη κατάσταση. Οι νομικές συνέπειες θα ρυθμιστούν σε μία ειδική διαδικασία».
Για το θέμα του Αρχιμουφτή
Ο Ν. Κοτζιάς χαρακτήρισε παραμύθιασμα ότι αδειάζει τον Γαβρόγλου, ο οποίος διατύπωσε σκέψεις που υπάρχουν και έχουν συζητηθεί στην κυβέρνηση και πρόσθεσε ότι «Εμείς την πολιτική μας θα την υλοποιήσουμε έτσι όπως την έχουμε σκεφτεί. Κάναμε ένα πρώτο μεγάλο μέτρο με τον νόμο περί της Σαρία, δεν μπορεί να καταναγκάζονται οι μουσουλμάνες Ελληνίδες γυναίκες να υπάγονται απευθείας σε ένα θρησκευτικό ηγέτη, αλλά μπορούν να δικαιούνται να πάνε σε ελληνικό δικαστήριο», τόνισε επισημαίνοντας ότι σε «συνέχεια της Σαρίας είναι το θέμα του πώς θα προσδιοριστεί ο μουφτής», καθώς «υπάρχουν πολλές απόψεις και συζητήσεις» αποσαφηνίζοντας ότι «το θέμα της νομοθεσίας γύρω από την εκλογή ή μη εκλογή, του προσδιορισμού τους ποιος είναι ηγέτης μιας θρησκευτικής οντότητας ή κοινότητας είναι κύρια θέμα του υπουργείου Παιδείας».
Σχετικά με τον αν πρέπει να αλλάξει ριζικά ο τρόπος ανάδειξης των μουφτήδων ή να υπάρξουν βελτιώσεις του συστήματος, όπως διεύρυνση του εκλεκτορικού σώματος ο υπουργός Εξωτερικών είπε ότι υποστηρίζει «ένα πιο διευρυμένο σώμα» και τόνισε τον «βαθιά λανθασμένο παραλληλισμό» που έκανε ο Τούρκος πρόεδρος Ρεζέπ Ταγίπ Ερντογάν ανάμεσα στον Οικουμενικό Πατριάρχη και τη Θράκη «γιατί ο μεν ένας είναι ηγέτης συνολικά ολόκληρης της Ορθοδοξίας παγκοσμίως, ενώ οι άλλοι είναι τοπικοί θρησκευτικοί ηγέτες».
Ως δεύτερο λάθος που κάνει ο κ. Ερντογάν, όπως είπε, «είναι ότι απαιτεί από την Ελλάδα συχνά έναν τρόπο προσδιορισμού των θρησκευτικών ηγετών της μουσουλμανικής κοινότητας της Θράκης, ο οποίος δεν εφαρμόζεται στην ίδια τη χώρα του».
Για την επίσκεψη Ερντογάν
Ερωτηθείς σχετικά με την επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα, σημείωσε ότι «ένα από τα κέρδη της επίσκεψης ήταν η ομολογία του ότι η Τουρκία δεν έχει δικαιώματα επί της Ελλάδας. Παραδέχθηκε για πρώτη φορά ότι οι ομάδες των μουσουλμάνων στη Θράκη είναι τρεις, ότι δεν είναι όλοι τουρκογενείς, ότι υπάρχουν Ρομά και Πομάκοι. Αυτό είναι μια μεγάλη παραδοχή, την οποία αντί να την συγκρατήσουμε σαν ελληνική κοινωνία και να την αξιοποιήσουμε, θέλουμε να την πετάξουμε γιατί δεν μας πάει στην όλη αντίληψη που έχουμε για την εξωτερική πολιτική».
«Το κύριο πρόβλημα στη Θράκη δεν είναι πόσες φορές περνάει ο Ερντογάν ή ο τάδε Τούρκος πολιτικός ή το τι κάνει το προξενείο της Κομοτηνής», αλλά ότι «πρέπει να λάβει η ελληνική πολιτεία μέτρα, κοινωνικά και οικονομικά, ανάπτυξης της περιοχής», πρόσθεσε.
Για το Κυπριακό
Σε ερώτηση για το Κυπριακό, χαρακτήρισε «εξαιρετική επιτυχία της ελληνικής διπλωματίας το ότι μπήκαν στο τραπέζι και δεν μπορούν να φύγουν, τα ουσιαστικά προβλήματα του Κυπριακού, η κατοχή και τα επεμβατικά δικαιώματα».
«Σήμερα», είπε, «δεν υπάρχει κανένας και ο ΟΗΕ και η ΕΕ και άλλοι διεθνείς παράγοντες, όλα τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας- που να πιστεύει ότι μπορεί να ξεκινήσει ο διάλογος χωρίς αυτά τα δύο θέματα να συζητηθούν και να ξεκαθαρίσουν. Έχει γίνει παγκοσμίως αποδεκτό ότι λύση του Κυπριακού σημαίνει λύση του πραγματικού προβλήματος, της εισβολής και κατοχής».
«Το υπουργείο Εξωτερικών και είμαστε πολύ υπερήφανοι γι αυτό, έχει κάνει εξαιρετική δουλειά στη διεθνή διπλωματία γύρω από το Συνθήκη της Λωζάννης, που την ίδια στιγμή που ο Ερντογάν πήγε να πει περί συνθήκης, βγήκαν η Γερμανία, η ΕΕ, οι ΗΠΑ και είπαν στην Τουρκία ξεχάστε αυτά, ουδείς μπορείς να πειράξει το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς συμφωνίες τύπου Λωζάννης. Αυτό δεν έχει ξαναγίνει, να βγουν όλες οι μεγάλες δυνάμεις και να επιβεβαιώσουν την ύπαρξή της. Είναι πρωτοφανές ότι ο Ερντογάν ερχόμενος στην Ελλάδα είπε δύο φορές ότι εγώ δεν θέτω ζητήματα κυριαρχίας της Ελλάδας ούτε εδαφικής ακεραιότητας».
«Πήραμε», κατάληξε, «μια τοποθέτηση που είναι χρήσιμη στην ελληνική διπλωματία και στο διεθνές σκηνικό από τον Ερντογάν και πήραμε στήριξη από όλες τις ισχυρές δυνάμεις».
Σε ερώτηση αν μπορούμε και εμείς να θέσουμε θέμα γκρίζων ζωνών, ο κ. Κοτζιάς είπε ότι ένας εξαιρετικός συνάδελφός του ο οποίος δεν ανήκει και στον πολιτικό του χώρο, με τον οποίο συνεργάζεται πολλά χρόνια, έχει εντοπίσει νησίδες και βραχονησίδες που ανήκουν στην Τουρκία που με βάση τα κριτήρια συνθηκών, θα μπορούσαν κανείς με την ίδια λογική να πει ότι δεν ανήκουν στην Τουρκία.
«Εγώ απλώς έκανα μια διπλωματική προαναγγελία, μην βγάζετε αυτά τα θέματα γιατί υπάρχει και άλλος τρόπος ανάγνωσης των διεθνών σας συνθηκών», είπε.
Ερωτηθείς σχετικά με το Δικαστήριο της Χάγης ο υπουργός Εξωτερικών εξήγησε ότι «για να πάμε πρέπει να έχουν συμφωνήσει και τα δύο μέρη. Τέτοια κουβέντα δεν έχουμε κάνει. Ενα από τα μεγάλα ζητήματα είναι ότι η Τουρκία, όπως και άλλες 4 χώρες δεν έχουν υιοθετήσει το διεθνές δίκαιο της Θαλάσσης».
Προσφυγικό: Η Τουρκία είναι ανοιχτή να κουβεντιάσει
Σχετικά με το προσφυγικό τόνισε ότι «αυτό που έχει ελπίδα είναι ότι άρχισε να περιορίζεται ο πόλεμος στη Συρία και αυτό που πρέπει να δει η Δύση είναι πώς θα βοηθήσει στην ανοικοδόμηση της Συρίας ώστε αυτά τα εκατομμύρια των ανθρώπων, αντί να κοιτάνε να πάνε μακριά προς τη Δύση, να επιστρέψουν στις κατοικίες τους».
«Τα λεφτά αυτά πρέπει να τα εξασφαλίσει η ΕΕ», επισήμανε εξηγώντας ότι αυτά τους είπε προχθές στη συνεδρίαση των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, «προκειμένου να διασφαλίσουμε ότι οι άνθρωποι θα έχουν μια ελπίδα, μια προσμονή που θα ταυτίζει τα συμφέροντά τους με τα συμφέροντά μας να επιστρέψουν σε μία Συρία που θα ανοικοδομείται».
Κληθείς να σχολιάσει την επιθετική στάση των χωρών του Βίσεγκραντ στο προσφυγικό ο κ. Κοτζιάς αναφέρθηκε στην πρόσφατη πρωτοβουλία του για τη δημιουργία μίας ομάδας μικρών χωρών με κοινά συμφέροντα στην ΕΕ που κινδυνεύουν να χάσουν τα δικαιώματά τους στο όνομα της διεύρυνσης σπου συναντήθηκαν πρόσφατα στη Βουδαπέστη η οποία θα συνεχιστεί με τη συμμετοχή και όλων των υποψήφιων για ένταξη χωρών στην Αθήνα.
«Εάν πρέπει κάποιος να το πει, ας το αποφασίσει η Τουρκία. Πρέπει η ίδια να αποφασίσει αν θέλει να γίνει μέρος της ΕΕ», επισήμανε ο κ. Κοτζιάς σημειώνοντας ότι η Ελλάδα θα ήταν η πιο κερδισμένη χώρα. Παράλληλα αναφέρθηκε στο τελευταίο δημοψήφισμα στην Τουρκία και στη διαφοροποίηση των πολιτών των ακτών της Τουρκίας, ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού που σκέφτεται φιλοευρωπαϊκά, ελπίζει στην Ευρώπη και θέλει να βλέπει την Ευρώπη δίπλα του. Κόσμο που «δεν πρέπει να τον εγκαταλείπει κανείς. Αν δεν στηριχτούμε σε αυτόν τον κόσμο μακροπρόθεσμα, τα προβλήματα ΕΕ και κατ' επέκταση Ελλάδας-Τουρκίας, θα είναι πολύ μεγαλύτερα».