Μόνον λάτρεις της νεοελληνικής ιστορίας γνωρίζουν ένα από τα ομορφότερα απομεινάρια της Οθωμανικής κατοχής στην Αθήνα: πρόκειται για τον Μεντρεσέ, στην Πλάκα, στη διασταύρωση της Αιόλου με την οδό Διογένους, λίγα μέτρα μακριά από τους «Αέρηδες».
Σήμερα σώζονται ελάχιστα σημάδια του: ένας πέτρινος περίβολος και μια επιβλητική ξύλινη πόρτα είναι ό,τι απέμεινε από το υπέροχο αυτό δείγμα της ισλαμικής τέχνης, στην καρδιά της Αθήνας.
Χτίστηκε από τους Οθωμανούς κατακτητές για Ιεροσπουδαστήριο [Ιερατική σχολή] το 1721. Εκεί, οι οικότροφοι μαθητές, εκτός από το Κοράνι, διδάσκονταν γραμματική, συντακτικό, καλλιγραφία και μαθηματικά. Προορίζονταν για να στελεχώσουν τα ανώτερα θρησκευτικά αλλά και πολιτικά κλιμάκια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ο Μεντρεσές ήταν ένα τετράγωνο κτίσμα με εσωτερική αυλή. Περιμετρικά είχαν διαμορφωθεί 11 μικρά δωμάτια για τους σπουδαστές που είχαν αναπτυχθεί γύρω από εσωτερικό περιστύλιο.
[Σε πρώτο πλάνο οι Αέρηδες, πίσω ο Μεντρεσές, 1846]
Το συγκρότημα ερειπώθηκε στην απελευθέρωση και μετά την έλευση του Οθωνα ανέλαβε ο Χριστιανός Χάνσεν να σχεδιάσει στη θέση του Μεντρεσέ μια φυλακή –ένοικος της οποίας υπήρξε μεταξύ άλλων και ο στρατηγός Μακρυγιάννης, που είχε καταδικαστεί για συνωμοσία κατά του Όθωνα.
Η φυλακή-Μεντρεσές διατηρήθηκε ώς τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Γεωργίου και ήταν ο φόβος και τρόμος για παράνομους αλλά και νομοταγείς πολίτες.
Στο κέντρο της εσωτερικής αυλής υπήρχε ένας μεγάλος πλάτανος, και τα κλαδιά του είχαν χρησιμοποιηθεί για απαγχονισμούς. Σύμφωνα με μια εκδοχή, από εκεί βγήκε και η έκφραση «χαιρέτα μου τον πλάτανο»: μία φράση που την έλεγαν οι κατάδικοι σε όποιον επεδείκνυε παραβατική συμπεριφορά, διακινδυνεύοντας έτσι να βρεθεί κρεμασμένος από τα κλαδιά του πλάτανου. [Ο πλάτανος του Μεντρεσέ σε χαρακτικό του 19ου αι.]
Εγκλειστος το 1861, ο ποιητής Αχιλλέας Παράσχος, σε ηλικία 23 ετών, όταν είχε φυλακιστεί στον Μεντρεσέ για τη δράση του εναντίον του βασιλιά Όθωνα, έγραψε ποίημα για τον μισητό πλάτανο. Ο Παράσχος θεωρούσε τον πλάτανο σύμβολο της οθωνικής τυραννίας και του διωγμού των αγωνιστών του 21 επί βαβαροκρατίας.
«Ω Πλάτανε του Μενδρεσέ, στοιχειό καταραμένο
της τυραννίας τρόπαιο, σε φυλακή υψωμένο.
Συμμάζωξε τα φύλλα σου τα δακρυραντισμένα,
να ιδώ κομμάτι ουρανό και τ’ άστρα τα καϋμένα.
Αν είσαι δέντρο σπλαχνικό ανθρώπους μη μιμήσαι
μη δεσμοφύλακας και συ ωσάν εκείνους είσαι!
Θα έρθη η ώρα πλάτανε, της χώρας μας Βαστίλη,
που ξυλοκόπους η οργή του Έθνους θα σου στείλη,
και πέλεκυς στη ρίζα σου ελεύθερα θ’ αστράψη.
Δεν θα σε φαν γεράματα, φωτιά δεν θα σε κάψη,
και γύρω θα χορέψωμε στη στάχτη σου τη κρύα
εμείς, που θάφτει σήμερα εδώ η τυρρανία.
[…]
Θα έρθ’ η ώρα, Πλάτανε, αλλόθρησκη Βαστιλλη,
που ξυλοκόπους η οργή του έθνους θα σου στείλει.
Και πέλεκυς στη ρίζα σου ελεύθερος θ’ αστράψει·
δεν θα σε φαν γεράματα· φωτιά θενά σε κάψει.
Και γύρω θα χορέψομε στη σκόνη σου την κρύα,
όταν ανοίξει το χορό Πατρίς κι Ελευθερία».
Το 1898, πολίτες όρμησαν και σχεδόν εξαφάνισαν το μισητό κτίριο. Για συμβολικούς λόγους, οι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες διέταξαν τη διατήρηση της πύλης με την επιγραφή που αναφέρει τον χρόνο και τον λόγο κατασκευής του Μεντρεσέ.
Δείτε τους Αέρηδες και αριστερά, στο βάθος, την πόρτα του Μεντρεσέ: