H Τζούντι Ντεντς επιστρέφει στους κινηματογράφους ως βασίλισσα Βικτώρια.
Ο Ρίτες Μπάτρα διασκευάζει το επιτυχημένο μυθιστόρημα του Τζούλιαν Μπαρνς και μια ενδιαφέρουσα πρόταση από την Τυνησία είναι μερικές από τις επιλογές που μας περιμένουν στις σκοτεινές αίθουσες αυτή την εβδομάδα.
Βικτώρια και Αμπντούλ (Victoria and Abdul)
Σκηνοθεσία: Στίβεν Φρίαρς
Παίζουν: Τζούντι Ντεντς, Αλί Φαζάλ, Μάικλ Γκαμπόν, Ολίβια Γουίλιαμς, Αντέλ Αχτάρ
H αναπάντεχη φιλία της βασίλισσας της Βρετανικής Αυτοκρατορίας Βικτώρια και του Ινδού υπηρέτη της Αμντούλ, ανάβει φωτιές στα ανάκτορα.
Οι δυο τους θα έρθουν κοντά και μέσα από τη ματιά του νεαρού άνδρα, η βασίλισσα θα δει τον κόσμο με άλλη οπτική και θα τον χρίσει έμπιστο δάσκαλο και πνευματικό σύμβουλό της, γεγονός που θα εξοργίσει τον κύκλο της.
Ο Στίβεν Φρίαρς συναντάει και πάλι την Τζούντι Ντεντς που, μετά την ταινία «Mrs Brown», επανέρχεται στον ρόλο της βασίλισσας Βικτώρια.
Αυτή τη φορά, θέμα της ταινίας είναι η ιδιότυπη φιλία της εβδομηντάχρονης Βικτώρια με τον νεαρό Ινδό υπηρέτη της Αμντούλ, που έμεινε καλά κρυμμένη από την Ιστορία, μιας και ο κύκλος του παλατιού φρόντισε να εξαφανίσει κάθε στοιχείο που θα αποδείκνυε ότι η βασίλισσα τιμούσε και συμβουλευόταν έναν άντρα χαμηλής κοινωνικής τάξης κι αλλόθρησκο.
Το σενάριο του Λι Χολ («Billy Elliot)», βασίζεται στο βιβλίο «Victoria & Abdul: The True Story of the Queen’s Closest Confidant», της δημοσιογράφου Σραμπάνι Μπασού, γνωστής για τις έρευνές της που αφορούν σε άγνωστες πτυχές της ζωής μελών της βρετανικής βασιλικής οικογένειας, η οποία φέρνει στο φως αυτή την ιδιαίτερη ιστορία.
Ο Στίβεν Φρίαρς, ακολουθώντας μια κλασική αφήγηση, αρκετά συμβατική πλην όμως προσεγμένη στις λεπτομέρειες, υπογράφει ένα βιογραφικό δράμα εποχής, αποκαλύπτοντας μια άγνωστη πτυχή της βασίλισσας Βικτώρια, αν και συχνά την αγιοποιεί περισσότερο από όσο θα επέτρεπε μια ενδελεχής ιστορική έρευνα.
Μέσα από αυτή την παράξενη σχέση όμως, ο Φρίαρς βρίσκει χώρο να μιλήσει για θέματα ρατσισμού και φυλετικών διακρίσεων, βάζοντας την ίδια την βασίλισσα της Αγγλίας να καταρρίπτει τις προκαταλήψεις, κόντρα στο παλάτι αλλά και στην οικογένειά της, που τρομοκρατείται στην ιδέα πως ένας Ινδός και μουσουλμάνος μπορεί να έχει δικαιώματα.
Η Τζούντι Ντεντς σε έναν ρόλο που φαίνεται πως αγαπάει πολύ ( άλλωστε με την βασίλισσα Βικτώρια κέρδισε και την πρώτη της υποψηφιότητα για Όσκαρ), ερμηνεύει μοναδικά την ευαίσθητη φύση της ηγεμόνος και δεν φοβάται να χάσει το στάτους της, όταν η ηρωίδα της έρχεται αντιμέτωπη με τη φθορά του χρόνου και την προοπτική του θανάτου. Μαζί της μια πλειάδα καλών ηθοποιών υποδύονται με χιούμορ και σκωπτική διάθεση τον κύκλο της, αποδίδοντας το πνεύμα της εποχής.
Γυάλινο κάστρο, (Glass castle)
Σκηνοθεσία: Ντέστιν Ντάνιελ Κρέτον
Παίζουν: Μπρι Λάρσον, Γούντι Χάρελσον, Ναόμι Γουότς, Μαξ Γκρίνφιλντ
Η ζωή της Τζάνετ Γουόλς από τα φτωχικά χρόνια που αναγκαζόταν να αλλάζει σπίτια μέχρι και την επιτυχημένη προσπάθειά της να καταφέρει να ξεφύγει από τη μοίρα της. Επηρεασμένη από τον ενθουσιώδη άγριο χαρακτήρα του κατά τα άλλα δυσλειτουργικού πατέρα της, η Τζάνετ κατάφερε με φλογερή αποφασιστικότητα να χτίσει μια επιτυχημένη ζωή με τους δικούς της κανόνες.
Ο Ντέστιν Ντάνιελ Κρέτον («Short Term 12») διασκευάζει τα απομνημονεύματα της Τζάνετ Γουόλς, που κυκλοφόρησαν με τον ίδιο τίτλο το 2005 και έμειναν στη λίστα με τα best sellers για 261 εβδομάδες.
Η Γουόλς, αφηγείται την ιστορία της εκκεντρικής της οικογένειας, που ζούσε στο περιθώριο ουσιαστικά της κοινωνίας, και τη σχέση της με τον ιδεαλιστή πατέρα της, που όμως δεν μπορούσε να αντιληφθεί την
καταπίεση που ασκούσε στα παιδιά του, ούτε να αντιμετωπίσει το σοβαρό του πρόβλημα με τον αλκοολισμό, που είχε ως αποτέλεσμα να περάσει η Γουόλς και τα αδέρφια της μια πολύ δύσκολη παιδική ηλικία.
Ο Κρέτον κινείται σε δυο χρόνους, στο παρελθόν και στη ζωή της κεντρικής του ηρωίδας, που ενήλικη πλέον στη Νέα Υόρκη, διεκδικεί τη δική της ζωή , αν και το φάντασμα του παρελθόντος της δεν την εγκαταλείψει. Κι ενώ στην αρχή παρουσιάζει την οικογένεια των Γουόλς ως αντισυμβατική και μποέμ, στη συνέχεια φροντίζει να ανατρέψει την εικόνα τους τελείως και επιμένει μόνο στα μελανά σημεία της ιστορίας, αυτά που τραυμάτισαν την Τζάνετ.
Τα πραγματικά όμως ντοκουμέντα μετά το φινάλε της ταινίας τον διαψεύδουν στα σημεία και αποδεικνύουν πως η Γουόλς είναι μια γυναίκα που γνωρίζει την αλήθεια σε όλες τις διαστάσεις, εκτιμάει τα όσα έζησε και έχει συνειδητοποιήσει καλά πως όποια πλευρά κι αν επιλέξει κανείς, έχει δυο όψεις.
Αυτή όμως την παράμετρο ο Κρέτον δεν την αξιοποιεί επαρκώς κι έτσι προκειμένου να δικαιολογήσει τη μεταστροφή της Τζάνετ, χρησιμοποιεί το μελόδραμα και εκβιάζει τη συγκίνηση, χωρίς ασχολείται ουσιαστικά με τη στάση ζωής που επιλέγει η ηρωίδα του.
Ο Γούντι Χάρελσον, ένας ιδιαίτερος ηθοποιός, βρίσκει έναν ενδιαφέροντα τρόπο να ισορροπεί ανάμεσα στις αντιφάσεις του πατέρα Γουόλς, και είναι στην ουσία αυτός που φροντίζει να δείχνει τις δυο όψεις του νομίσματος, ενώ η Ναόμι Γουότς ερμηνεύει εξαιρετικά την επικίνδυνη ονειροπόληση της μητέρας.
Η Ιστορία του Hedi, (Inhebek Hedi)
Σενάριο- Σκηνοθεσία: Μοχάμεντ Μπεν Ατία
Παίζουν: Μαντζ Μαστούρα, Ριμ Μπεν Μεσαούντ, Σαμπά Μπουζουιτά.
O Χέντι, ένας ήσυχος νεαρός άνδρας, ακολουθεί ένα μονοπάτι ζωής προδιαγεγραμμένο. Ενώ στη χώρα του, την Τυνησία, τα πράγματα φαίνονται να αλλάζουν και να εξελίσσονται, ο ίδιος δεν περιμένει πολλά από το μέλλον του και αφήνει όλες τις σημαντικές αποφάσεις που τον αφορούν σε άλλους.
Καθώς η μητέρα του ετοιμάζει τον γάμο του, ο εργοδότης του τον στέλνει σε μια παραθαλάσσια πόλη προς αναζήτηση νέων πελατών. Εκεί θα συναντήσει την εξωστρεφή και γεμάτη ζωντάνια Ριμ. Οι δυο τους ξεκινούν μια γεμάτη πάθος ερωτική σχέση.
Οι προετοιμασίες για τον γάμο προχωρούν με πυρετώδεις ρυθμούς και ο Χέντι θα αναγκαστεί επιτέλους να πάρει ο ίδιος μια απόφαση για τον εαυτό του.
Βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη και Ανδρικής Ερμηνείας στη Berlinale στον Μαζντ Μαστούρα, αλλά και Xρυσή Αθηνά στις Νύχτες Πρεμιέρας για το ντεμπούτο του Μοχάμεντ Μπεν Ατία.
Ο Τυνήσιος δημιουργός επιλέγει μια αρκετά συνηθισμένη ιστορία, αυτή ενός απαγορευμένου έρωτα λόγω κοινωνικών συμβάσεων, προκειμένου τελικά να περιγράψει την κατάσταση τη χώρας του, που αναζητάει τη δική της ταυτότητα.
Ο Χέντι είναι ένας άνδρας που ζει χωρίς να κάνει πολλές ερωτήσεις , υφιστάμενος στωικά το βάρος της παράδοσης και την καταπιεστική του μητέρα, η οποία έχει αποφασίσει το γάμο του με μια άγνωστη. Όλα έχουν τη σφραγίδα ενός παλιού κόσμου, όμως οι ήρωές του Ατία ζουν σε ένα σύγχρονο περιβάλλον, επικοινωνούν μέσω skype και οδηγούν μοντέρνα αυτοκίνητα. Παρ’ όλα αυτά επιμένουν να υπερασπίζονται αρχές μιας άλλης εποχής και να ζουν εγκλωβισμένοι σε προκαταλήψεις.
Η γνωριμία του Χέντι με την Ριμ, μια γυναίκα γεμάτη ενέργεια και πάθος για τη ζωή, θα γίνει αφορμή να έρθει σε ρήξη με την οικογένειά του. Τότε ο νεαρός άνδρας συνειδητοποιεί πόσο δύσκολο είναι να αναλαμβάνεις την ευθύνη της επιλογής.
Συσχετίζοντας τον ήρωά του με την ίδια του την πατρίδα, που μετά την Αραβική Άνοιξη εγκαθιδρύει ένα δημοκρατικότερο καθεστώς, ο Ατία περιγράφει πως η γενιά του Χέντι προσπαθεί να ανακαλύψει τον εαυτό της και την ταυτότητά της και να διεκδικήσει τη δική της θέση σε έναν κόσμο που αλλάζει. Γνωρίζοντας καλά πως η αλλαγή δεν είναι μια απόφαση στιγμή, με διεισδυτική ματιά χρησιμοποιεί ως όχημα την ιστορία του Χέντι για να μιλήσει στους συμπατριώτες του για φλέγοντα ζητήματα.
Με ένα απρόσμενο και πικρό φινάλε, παρατηρεί πως ο αγώνας προς την ελευθερία κινδυνεύει τελικά μόνο από τους ίδιους μας τους εαυτούς. Έτσι αν και οι συνειρμοί που επιχειρεί είναι άμεσα συνδεδεμένοι με την κατάσταση της Τυνησίας, τελικά καταφέρνει να προσδώσει στην ιστορία του, έστω κι άθελά του, μια πιο οικουμενική και υπαρξιακή διάσταση, στο ύφος των αδερφών Νταρντέν, που είναι και συμπαραγωγοί στην ταινία του.
Ένα κάποιο τέλος, ( The sense of an ending)
Σκηνοθεσία: Ρίτες Μπάτρα
Παίζουν: Τζιμ Μπρόντμπεντ, Χάριετ Γουόλτερ, Μισέλ Ντόκερι, Έμιλι Μόρτιμερ
Μπίλι Χάουλ, Τζο Άλγουιν, Φρέγια Μέιβορ, Μάθιου Γκουντ και Σαρλότ Ράμπλινγκ
Ο Τόνι Γουέμπστερ ζει μια απομονωμένη και ήσυχη ζωή έως ότου βαθιά κρυμμένα μυστικά από το παρελθόν του έρχονται στην επιφάνεια και τον αναγκάζουν να αναλογιστεί τα λάθη που έκανε ως νέος, την αλήθεια για την πρώτη του αγάπη και τις συνέπειες των αποφάσεων που πήρε μια ολόκληρη ζωή πριν.
Ο Ινδός Ρίτες Μπάτρα μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το βραβευμένο best seller με Booker του Τζούλιαν Μπαρνς, που κυκλοφόρησε το 2011.
Ο συγγραφέας χωρίζει το μυθιστόρημά του σε δυο περιόδους, ακολουθώντας τον Τόνι στο ήσυχο παρόν του και στις αναμνήσεις της νεανικών του χρόνων από όπου έρχεται η Βερόνικα, αποκαλύπτοντας βήμα βήμα τα μυστικά μιας ιδιαίτερης ιστορίας.
Ο Μπάτρα ακολουθεί την ίδια γραμμή με τον Μπαρνς. Mέσα από flashbacks συνθέτει το παζλ της ζωής του πρωταγωνιστή του και με βρετανικό φλέγμα δομεί ένα δυνατό δράμα με βασικό άξονα τη μνήμη, χωρίς να πέφτει στην παγίδα της νοσταλγίας και του μελοδραματισμού.
Μέσα από υπόγειες διαδρομές , που ενισχύονται από τις λεπτομερέστατες ερμηνείες των ηθοποιών του, αποδίδει με γλυκόπικρο τρόπο το πώς μια λάθος απόφαση μπορεί να ανατρέψει μια ζωή, χωρίς όμως να ακυρώνει την αξία των όσων συνέβησαν μετά. Γιατί ο Τόνι μπορεί να έχασε ένα μεγάλο έρωτα, όμως κέρδισε μια οικογένεια και μια πίστη σύντροφο, που αν και πλέον έχουν χωρίσει, συνεχίζει να μένει δίπλα του.
Έτσι φέρνει σε μια σοφή ισορροπία το παρόν με το παρελθόν και οδηγεί τον θεατή σε μια λύτρωση και σε μια γαλήνια αποδοχή της πορείας της ζωής, που ενέχει κα την ανάμνηση όχι ως αφόρητο πόνο, αλλά ως κομμάτι μιας πραγματικότητας.
Ο Τζιμ Μπρόντμπεντ με χιούμορ και αθωότητα υποδύεται τον άνθρωπο που καλείται να διαχειριστεί τη μνήμη, η πάντα γοητευτική Σάρλοτ Ράμπλινγκ διαθέτει το απαιτούμενο μυστήριο και τη βαθιά διεισδυτική ματιά της γυναίκας που έρχεται από τα παλιά για να μάθει κάτι στον πρώην εραστή της, ενώ η πολύ καλή ηθοποιός Χάριετ Γουόλτερ συμπληρώνει αυτό το άτυπο τρίγωνο με στιλ.
Πικαδέρο, ( Pikadero)
Σενάριο- Σκηνοθεσία: Μπεν Σάροκ
Παίζουν: Γιοσέμπα Ουσαμπιάγκα, Μπάρμπαρα Γκενάγκα
Καθώς αδυνατούν να βρουν δικό τους σπίτι λόγω ανεργίας, ο Γκόρκα και η Άνε, ένα άφραγκο ζευγάρι σε μια επαρχιακή πόλη στη χώρα των Βάσκων, δεν μπορούν να περάσουν χρόνο μόνοι τους. Οι δύο νέοι που θέλουν ολοένα και περισσότερο να κάνουν έρωτα, αφού δεν έχουν χρήματα για να πάνε σε ένα ξενοδοχείο, είναι αναγκασμένοι να ψάξουν δημοφιλείς δημόσιους χώρους που χρησιμοποιούνται για σεξ.
Ο Βρετανός Μπεν Σάροκ με το σκηνοθετικό του ντεμπούτο που απέσπασε αρκετά σημαντικά βραβεία σε διάφορα φεστιβάλ, μας ταξιδεύει στη χώρα των Βάσκων και περιγράφει την κρίση του ευρωπαϊκού Νότου και την επίδρασή της στις προσωπικές σχέσεις των ανθρώπων.
Πικαδέρο είναι μια βάσκικη λέξη που δηλώνει δημόσιους χώρους όπου πηγαίνουν εραστές προκειμένου να κάνουν σεξ.
Οι κεντρικοί ήρωες, ο Γκόργκα και η Άνε, δυο νέοι που παλεύουν με την ανεργία και την οικονομική κρίση, αναζητούν τα δικά τους πικαδέρο, μέσα σε έναν κόσμο που δεν επιτρέπει τον έρωτα. Ο Σάροκ, υιοθετώντας την αισθητική του φωτογράφου Έντουαρντ Χόπερ, δημιουργεί εικαστικά πλάνα γεμάτα χρώμα που αντιπροσωπεύουν μια γενιά με όνειρα, η οποία έρχεται σε πλήρη αντίστιξη με την άχρωμη πεζή και πολύ σκληρή καθημερινότητα μιας χώρας που βιώνει την οικονομική κρίση.
Επιλέγει να κινηματογραφεί με στατική κάμερα, δηλώνοντας έτσι το τέλμα των πρωταγωνιστών του, και καταφέρνει με υπόγειο χιούμορ να αποδώσει την παρακμή της εποχής του. Όμως η ιστορία που έχει στα χέρια του γρήγορα εξαντλείται και η επαναλαμβανόμενη προσπάθεια του Γκόρκα και της Άνε να βρουν ένα μέρος για να κάνουν έρωτα φαίνεται πως δεν μπορεί να πάει παρακάτω.
Ενώ η πρόθεση του Σάροκ είναι να δημιουργήσει ένα μη νατουραλιστικό τοπίο για τα πρόσωπά του, πράγμα που καταφέρνει σε γενικές γραμμές, η ιστορία τον προδίδει , με αποτέλεσμα η σχέση του ζευγαριού να μην εξελίσσεται μέσα στους αργούς ρυθμούς που ακολουθεί έτσι όλα έχουν τελικά την αίσθηση μιας αδιάφορης καθημερινότητας, χωρίς ρωγμές.
Αν και φαίνεται πως ο σκηνοθέτης έχει επιρροές από τον Τζάρμους και τον Καουρισμάκι, δεν καταφέρνει να μετατρέψει την καθημερινότητα σε ποίηση κι έτσι από ένα σημείο και μετά τα πρόσωπά του χάνονται και ρουφιούνται από μια γενικότερη μελαγχολία που κυριαρχεί σε κάθε πλάνο.
Annabelle: Creation, Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Φ. Σάντμπεργκ
Πρωταγωνιστούν: Άντονι Λα Πάλια, Μιράντα Ότο, Στέφανι Σίγκμαν, Τάλιθα Μπέιτμαν, Λούλου Γουίλσον, Φιλίπα Αν Κούλτχαρντ, Γκρέις Φούλτον, Λου Λου Σάφραν, Σαμάρα Λι, Ταϊλερ Μπακ
Αρκετά χρόνια μετά από τον τραγικό θάνατο της μικρής τους κόρης, ένας κουκλοποιός και η σύζυγος του καλωσορίζουν στο σπίτι τους μια καλόγρια και μια ομάδα κοριτσιών από ένα κατεστραμμένο ορφανοτροφείο της περιοχής. Σύντομα θα γίνουν ο στόχος της δαιμονισμένης δημιουργίας του κουκλοποιού, της Άναμπελ.
Ο σκηνοθέτης της ταινίας «Μη Σβήσεις το Φως» («LightsOut»), Ντέιβιντ Φ. Σάντμπεργκ συνεργάζεται με τους Τζέιμς Γουάν και Πίτερ Σάφραν στην επιστροφή της θανάσιμης κούκλας «Annabelle» στη μεγάλη οθόνη, τρία χρόνια μετά το επιτυχημένο ντεμπούτο της που συγκέντρωσε 257 εκατομμύρια δολάρια εισπράξεις σε όλο τον κόσμο.
Ένας πλούσιος κουκλοποιός και η άρρωστη γυναίκα του, μετά από τον θάνατο της μικρής τους κόρης , έχουν απομονωθεί από τον κόσμο. Όταν αποφασίσουν να φιλοξενήσουν στο τεράστιο σπίτι τους, μια ομάδα κοριτσιών από ένα ορφανοτροφείο που έχει καταστραφεί, μια σατανική κούκλα θα ενεργοποιήσει και πάλι τις δυνάμεις της.
Συνήθως τα sequels των ταινιών τρόμου επαναλαμβάνουν τα όποια καλά στοιχεία και τελικά ο θεατής μένει με μια αίσθηση ανικανοποίητου. Το «Anabelle creation» δεν αποτελεί εξαίρεση, αν και ο Σάντμπεργκ καταφέρνει να δημιουργήσει μια απειλητική ατμόσφαιρα, πατώντας όμως σε κοινότοπα horror tricks, που δύσκολα θα σας κάνουν να αναπηδήσετε από το κάθισμα.
Στα συν η στιλάτη αναπαράσταση της εποχής, που ενισχύει το αισθητικό κομμάτι , κάνοντας τις μικρές και πολύ χαριτωμένες πρωταγωνίστριες να μοιάζουν συχνά και οι ίδιες με κούκλες.
Η ρεαλιστική όμως απεικόνιση της Anabelle, που μάλιστα υπάρχει και στο Μουσείο Παραφυσικών Φαινομένων του Connecticut δεν είναι τόσο επιτυχημένη, όσο θα μπορούσε, κι έτσι δεν προκαλεί τρόμο.
Οι δημιουργοί φαίνεται πως εστιάζουν περισσότερο στις ψυχολογικές διακυμάνσεις των προσώπων για να δημιουργήσουν σασπένς, πράγμα που κάποιες φορές καταφέρνουν. Το βασικό όμως θέμα της ταινίας που έχει να κάνει με το πώς ο άνθρωπος επιλέγει το κακό, έστω κι αν η πρόθεσή του είναι αγαθή, έχει δυναμική, αλλά μένει ανεκμετάλλευτο, ενώ το απλοϊκό φινάλε δεν αφήνει και πολλά περιθώρια για προβληματισμούς.
Επαναπροβολή:
Bell Antonio, (Ιταλία, 1960 )
Σκηνοθεσία: Μάουρο Μπολονίνι
Παίζουν: Μαρτσέλο Μαστρογιάννι, Κλαούντια Καρντινάλε, Τόμας Μιλιάν, Πιέρ Μπρασέρ, Ρίνα Μορέλι, Φούλβια Μάμι, Άννα Αρίνα
Οι γυναίκες λατρεύουν τον Bell Antonio, που ζει στην πόλη της Κατάνια της Ιταλίας. Είναι ένας όμορφος ρομαντικός άνδρας, με πολλές επιτυχίες, που όλοι τον θεωρούν φοβερό εραστή. Στην πραγματικότητα όμως, η ζωή του μαστίζεται από προβλήματα και ο Αντόνιο έχει πρόβλημα να διατηρήσει αυτή την ιδεατή εικόνα.
Τι γίνεται όμως όταν η πόλη μαθαίνει την αλήθεια και ο ιδανικός εραστής μετατραπεί σε αντικείμενο ταπείνωσης;
Το «Bell antonio» είναι μια δραματική ταινία του 1960 που σκηνοθέτησε ο Μάουρο Μπολονίνι. Βασίζεται στο μυθιστόρημα του Βιταλιάνο Μπρανκάτι και προσαρμόστηκε στην οθόνη από τους Πιερ Πάολο Παζολίνι και Τζίνο Βισεντίνι. Με τους κορυφαίους πρωταγωνιστές Μαρτσέλο Μαστρογιάννι, Κλαούντια Καρντινάλε, και Τόμας Μιλιάν, η ταινία κέρδισε το Golden Leopard στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Locarno.
Ο όμορφος Αντόνιο, αναφέρεται στην πραγματική ιστορία του Antonio Magnano, ενός νέου, ρομαντικού αλλά και σπάνιας ομορφιάς άνδρα, που αποδεικνύεται τραγικό πρόσωπο, όταν η σεξουαλική του ανικανότητα γίνεται αντικείμενο χλευασμού και τον οδηγεί στην ταπείνωση.
Το θέμα στην ταινία φυσικά δεν είναι η σεξουαλική ανικανότητα, αλλά η αδυναμία μιας συγκεκριμένης κοινωνίας να αποδεχτεί την αλήθεια σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Στη ουσία ο Μπολονίνι περιγράφει μια κοινωνία που φιμώνεται από τον φασισμό, αλλά και την άμβλυνση ενός κόσμου που συνδέεται με προκαταλήψεις και παραδοσιακές προλήψεις.