Η Σοράγια ήταν η δεύτερη σύζυγος του βασιλιά του Ιράν -του Σάχη της Περσίας, όπως είναι γνωστός. Ο Σάχης την έδιωξε μετά από 7 χρόνια γάμου και «η θλιμμένη πριγκίπισσα» εγκατέλειψε την Τεχεράνη το 1958.
Η ιστορία της Σοράγια αποτελείται από μια σειρά τραγωδιών που είχαν γίνει πρωτοσέλιδο στις δεκαετίες του 1950, του 1960 και του 1970 και κρατούσαν την παγκόσμια κοινή γνώμη με κομμένη την ανάσα.
Σε ηλικία 18 ετών, η νεαρή κοπέλα (με μητέρα Γερμανίδα και πατέρα τον αρχηγό μιας ισχυρής φυλής του κέντρου της Περσίας, τους Bakhtiary) επελέγη για σύζυγος, βάσει φωτογραφίας, από τον κληρονόμο της ιρανικής αυτοκρατορίας Mohammad Reza Palavi.
Η Σοράγια έπρεπε να παντρευτεί τον Δεκέμβριο του 1950, αλλά η ένωση πάγωσε γιατί η νεαρή κοπέλα έπεσε βαριά άρρωστη. Προσβλήθηκε από τυφοειδή πυρετό και σύμφωνα με τον θρύλο, καθημερινά όταν ξυπνούσε, ο Σάχης τής είχε βάλει στο μαξιλάρι της ένα μικρό πολύτιμο κόσμημα.
Οταν θεραπεύτηκε, παντρεύτηκαν, στις 12 Φεβρουαρίου 1951. Ο γάμος του ζευγαριού κράτησε τρεις ημέρες και υπήρξε ένας από τους πολυτελέστερους που έγιναν ποτέ. Το νυφικό της Σοράγια ζύγιζε 30 κιλά, γεμάτο πολύτιμους λίθους.
Μεταξύ του 1951 και του 1958 η Σοράγια κράτησε επάξια τον ρόλο της Πρώτης Κυρίας του Ιράν. Το ζευγάρι γίνεται πρώτο θέμα στα κοσμικά περιοδικά της Ευρώπης και των ΗΠΑ, κάνει ταξίδια στο εξωτερικό, εμφανίζεται σε κοσμικά γεγονότα. Η Σοράγια είναι επίσης η πρώτη κυρία του παλατιού που τολμά να καπνίζει δημοσίως.
Η βασίλισσα αγαπούσε τα κοσμήματα και είχε στην κατοχή της 15 πολύτιμα ρολόγια. Σε ένα ταξίδι στη Ρώμη, με τον Σάχη, ανακάλυψε τον κοσμηματοπώλη Bulgari και ο σύζυγός της τής χάρισε ένα κολιέ από διαμάντια. Το Ιράν ζει την καλύτερή του εποχή: οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι, η Πρώτη Κυρία μοιάζει με την Άβα Γκάρντνερ, το βασιλικό ζεύγος κάνει πικ νικ στην εξοχή και φωτογραφίζεται, εμφανίζεται με τη βασίλισσα Ελισάβετ και τον Αϊζενχάουερ.
Αλλά το ονειρεμένο παραμύθι σταματάει στις 13 Φεβρουαρίου 1958. Η Σοράγια είναι στείρα, δεν μπορεί να χαρίσει διαδόχους στην αυτοκρατορία και σε ηλικία 26 ετών εκδιώκεται από το παλάτι.
Αρχίζει τότε για την Σοράγια μια ζωή κοσμική σε πόλεις όπως το Παρίσι, η Μαρμπέλα, η Ρώμη, το Λος Αντζελες. Δεν έχει χόμπι, μόνο αγάπη για τα σκυλιά της. Η τελευταία κατοικία στην οποία έζησε ήταν ένα πολυτελές διαμέρισμα στο Παρίσι, όπου ελάχιστα ήταν τα αντικείμενα τέχνης και οι πίνακες ζωγράφων. Ακόμη και τα κοσμήματά της δεν ήταν συλλεκτικά κομμάτια, αλλά περισσότερο κοσμήματα μιας γυναίκας που είχε πολλά χρήματα.
Το ντύσιμό της την έκανε fashion icon στην εποχή της. Φορούσε πολυτελή ρούχα και τουαλέτες με την υπογραφή των σχεδιαστών Ungaro, Azzaro ή Christian Lacroix. Οι δεκάδες τσάντες της ήταν Hermès και είχε πάνω από 30 πολύτιμες γούνες Beaussant-Lefèvre και Dior.
Η Σοράγια πέθανε στο διαμέρισμά της στο Παρίσι σε ηλικία 69 ετών, το 2001, από άγνωστα αίτια.
Οταν εκδιώχθηκε από βασίλισσα, η Σοράγια διατήρησε τον τίτλο της πριγκίπισσας και επικράτησε να την αποκαλούν «η θλιμμένη πριγκίπισσα». Οταν έφυγε από την Τεχεράνη, έζησε πρώτα στη Ρώμη και προσπάθησε να κάνει καριέρα στον κινηματογράφο παίζοντας σε μια ταινία του De Laurentiis, χωρίς επιτυχία. Ωστόσο, τότε γνώρισε τον δεύτερο άντρα της ζωής της, τον Ιταλό σκηνοθέτη Franco Indοvina. Δυστυχώς ο σκηνοθέτης σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα το 1972.
Αμέσως μετά η Σοράγια έφυγε στο Μεξικό, γιατί απειλές θανάτου σκίαζαν την οικογένεια του Σάχη μετά την επανάσταση στο Ιράν από τους μουλάδες.
Εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και παρά το γεγονός ότι ως τον θάνατό της έδωσε λαβή για διάφορες ερωτικές σχέσεις, δεν ξαναπαντρεύτηκε ποτέ.
Το 1991 η Σοράγια δημοσίευσε την αυτοβιογραφία της με τίτλο «Το παλάτι της μοναξιάς». Η μοίρα της ενέπνευσε τη Γαλλίδα ποιήτρια Françoise Mallet-Jorris να γράψει το «Θέλω να κλάψω σαν την Σοράγια», που έγινε και τραγούδι από τη Marie-Paule Belle.
Επειδή δεν είχε παιδιά, η αμύθητη περιουσία της μοιράστηκε σε ιδρύματα. Σύμφωνα με τη διαθήκη της, η Σοράγια άφησε 4,5 εκατομμύρια ευρώ στον Γαλλικό Ερυθρό Σταυρό, στην Ενωση Παράλυτων Γαλλίας και στην Εταιρεία Προστασίας Ζώων. Είχε αφήσει, μάλιστα, όρο στη διαθήκη της που έλεγε το εξής: τα κοσμήματα αμύθητης αξίας που κατείχε και τα ακίνητα στο όνομά της να πωληθούν σε δημοπρασία και να μοιραστούν στα τρία ιδρύματα.