Ο Σταμάτης Φασουλής δεν είναι μόνο ένας θεατράνθρωπος. Είναι κυρίως ένας εύστοχος παρατηρητής της ζωής, την οποία ξέρει πώς να εμπεριέχει στα έργα που ανεβάζει, αλλά και στα κείμενά του.
Με το ταλέντο του καλλιτέχνη και με την περιέργεια που διακρίνει τους ευφυείς, παρακολουθεί τα τεκταινόμενα γύρω μας και ανησυχεί. Ανησυχεί πολύ...
«Zoύμε ό,τι χειρότερο και θα ζήσουμε ακόμη χειρότερα», λέει μεταξύ άλλων εκφράζοντας παράλληλα τους φόβους του ότι «έρχεται μια αρχή πολλών κακών» . Προβλέπει, μάλιστα, ότι «πάμε σαν τρελοί, με μεγάλη ηδονή, στην καταστροφή» και σημειώνει ότι ο «Ελληνας σήμερα έχει λουφάξει πια». Ασχολίαστα δεν θα μπορούσαν να μείνουν ο λαϊκισμός και η λογοκρισία. «Σήμερα επιβραβεύεται ο λαϊκισμός στη χειρότερη έκφρασή του», «η λογοκρισία έρχεται σαν σωτηρία». Για τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα λέει πως «είναι θράσος να λες ''Πρώτη φορά Αριστερά'', όταν συγκυβερνάς μαζί με τους ΑΝΕΛ» και... διαβάζοντας τον πρωθυπουργό σημειώνει ότι ο Αλέξης Τσίπρας είναι σαν να μας λέει «εγώ ανεξαρτήτως των πράξεών μου, είμαι Αριστερός».
Κι όλα αυτά εν μέσω προβών _διαρκών προβών, καθώς στα μέσα Φεβρουαρίου θα δοθεί η πρεμιέρα της “Νίκης” του Χρήστου Χωμενίδη, στο Θέατρον του Ελληνικού Κόσμου σε μια μεγάλη παραγωγή (Φιλαρέτη Κομνηνού, Στέλιος Μάινας, Μίρκα Παπακωνσταντίνου κ.ά.). Ετσι κι αλλιώς όλα είναι θέατρο...
Φωτογραφία: Πάνος Μάλλιαρης/iefimerida
- Κύριε Φασουλή, γιατί επιλέξατε να ανεβάσετε τη “Νίκη”;
“Είναι ένα ταξίδι σε όλη την Ελλάδα, μια αφήγηση από τις αρχές του αιώνα ως το 2008, ως τον θάνατο της Νίκης, δηλαδή”.
- Τι συμβολίζει το έργο;
“Για μένα πολλά πράγματα. Πρώτα απ΄ όλα σημαίνει ότι ένας άνθρωπος μπορεί να επιζήσει σε όλες τις καταστάσεις και στο τέλος να γίνει αυτό που θέλει πραγματικά. Συνήθως λέμε ότι αυτός έζησε έτσι, γιατί έγινε αυτό που περιμέναμε. Η Νίκη έζησε έτσι, γιατί έγινε το αντίθετο ακριβώς από αυτό που περιμέναμε. Αυτό είναι η νίκη του ανθρώπου απέναντι σε κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες. Το όνομα (σ.σ. αν και πραγματικό), είναι συμβολικό. Είναι η νίκη της επιθυμίας απέναντι σε ένα δεδομένο κοινωνικό, ιστορικό, αισθητικό, αισθηματικό, σεξουαλικό πλαίσιο».
- Ξέρουμε ότι ήταν κόρη του Βασίλη Νεφελούδη, προπολεμικού στελέχους της αριστεράς και μητέρα του συγγραφέα Χρήστου Χωμενίδη, για την οποία και έγραψε το μυθιστόρημα. Ποια ήταν λοιπόν αυτή η γυναίκα;
«Ακούστε. Οταν πρωτοείχε επιθυμία για έναν άνδρα, ο πατέρας της, αν και κομμουνιστής, δηλαδή προοδευτικός και πνευματικός άνθρωπος, κάθε φορά, που εκείνη γυρνούσε από ραντεβού, έτρωγε κι ένα χαστούκι. Κι ας ήξερε ο πατέρας της με ποιον ήταν κι ας είχε πάρει την άδειά του για να βγει. Κι όταν έπρεπε να πάνε στο χωριό, φορούσαν βέρες... Αυτή λοιπόν η γυναίκα κατόρθωσε και πήρε αυτόν για τον οποίο δεχόταν ραπίσματα. Η Νίκη είχε μια θέση απέναντι στη ζωή, τόσο θετική, που την έχουμε ανάγκη αυτή τη στιγμή. Απέναντι σε μια σκοτεινή περίοδο, εκείνη μπόρεσε να κάνει μια νησίδα φωτός».
- Διαψεύστηκε η ιστορία του πατέρα της;
«Ο πατέρας της, πρωταγωνιστεί στο έργο, ήταν μια τραγική φιγούρα, ένας άνθρωπος προδομένος από το ίδιο του το κόμμα που δεν παύει να πιστεύει στην ιδεολογία του. Είναι μια ολόκληρη γενιά όλοι αυτοί, που παρά τις αμφιβολίες τους, παρά το γεγονός ότι το κόμμα τους διέγραψε ή τους έβαλε στο περιθώριο, έμειναν πιστοί».
- Είναι μια εποχή διαψεύσεων η δική μας;
«Τη διάψευσή του ο καθένας τη ζει τελείως διαφορετικά. Στο έργο ο Νεφελούδης είναι ο Αρμάος. σοι τον γνώρισαν μιλάνε για έναν άνθρωπο που δεν έχει καμία σχέση με αυτό που σκεφτόμαστε σαν αριστερό εκείνης της εποχής. Φαντάζομαι ότι και ο Φλωράκης, όποιος τον ζούσε, χωρίς να ξέρει το παρελθόν του, θα ήταν από τους γλυκύτερους ομιλητές. Και όλη η παράσταση αυτό θέλει να κάνει: να διώξει το πέπλο που φοράει όλος ο κόσμος στη συνείδησή μας σε σχέση με το που ανήκει και να δούμε τον άνθρωπο. Να σπάσει το κέλυφος και το κοστούμι που του φοράμε εμείς, και να μιλήσει ο ίδιος από μέσα».
- Να φύγει ο μύθος και να μείνει το κουκούτσι;
«Ναι, γιατί ο μύθος λειτουργεί μετά από τον άνθρωπο και εκτός από τον άνθρωπο. Λίγοι άνθρωποι πήγαν να φτιάξουν τον μύθο τους και αυτό ήρθε εναντίον τους».
- Τα πρόσωπα της σύγχρονης πολιτικής μας σκηνής κρύβουν κάτι θετικό, αν τα γνωρίσουμε; Η μήπως η εποχή μας τα έχει κάνει όλα διάφανα και δεν υπάρχουν πια παραμύθια;
«Αυτό που λέτε έχει πάψει να υπάρχει στον κατεξοχήν κήπο των μύθων, στο σινεμά και το θέατρο, πόσο μάλλον στην πολιτική. Δεν υπάρχει ο μύθος και καλά κάνει και δεν υπάρχει. Δεν τον έχει ανάγκη η εποχή, έχει ανάγκη από άλλα πράγματα, πολύ πιο φτηνά, νομίζω. Από έναν λαϊκισμό, από μια θρασύτητα, και από αυτό που ήταν αίτημα της δεκαετίας του ΄60: Να είσαι ο εαυτός σου. Κι αυτό έγινε θράσος, έγινε περηφάνια για τα ελαττώματα του εαυτού μας. Οποιος μιλάει με περισσότερο θράσος γι΄αυτό που πιστεύει, όσο ανάρμοστο κι αν είναι, τόσο περισσότερο επιβραβεύεται. Αυτή τη στιγμή μιλάμε για τον Τραμπ, για τον Μπέπε Γκρίλο, για τη Λεπέν, τον Πούτιν, για όλον αυτόν τον λαϊκισμό που επιβραβεύεται γιατί είναι θρασύς και άμεσος ως επιθυμία. Οσο χυδαία και να΄ναι».
Φωτογραφία: Πάνος Μάλλιαρης/iefimerida
- Ο κόσμος επιλέγει ή παρασύρεται;
«Εχω την εντύπωση ότι ο κόσμος πάει σαν τρελός στην καταστροφή, με μεγάλη ηδονή. Ελκεται αυτή τη στιγμή από τη μεγάλη καταστροφή, κατά πως αστράφτει. Είναι μια εικόνα που υπήρχε στον μεσοπόλεμο, το έβλεπες ότι κόσμος πάει κατά κει και κανένας δεν τον συγκρατούσε. Κανένας δεν μπορούσε. Γιατί ήθελε ο κόσμος. Κι όσο κι αν λέμε ότι παρασύρθηκαν οι λαοί, είναι οι ίδιοι οι λαοί που τα έκαναν αυτά, που υποστήριξαν τις ακραίες καταστάσεις. Δεν τις έκανε μόνον ένα δικτάτορας. Δεν τις έκανε μόνον ο Μουσολίνι ή ο Χίτλερ. Υπήρχε κι ένας λαός από κάτω, η πλειοψηφία που το επιβράβευε, όπως κι ένας λαός που αντιστεκόταν. Σήμερα είναι ο λαϊκισμός στη χειρότερή του έκφραση που επιβραβεύεται».
- Εχετε κάποιον συγκεκριμένο στο μυαλό σας;
«Για δείτε αυτό το θράσος ενός επιχειρηματία που βγαίνει και λέει ότι θα κάνει το τείχος, θα καταργήσει το ένα και το άλλο, που φέρεται στις γυναίκες έτσι όπως φέρεται κι έρχεται μετά τον Ομπάμα και όλοι τον προτιμούν αυτή τη στιγμή και είναι ενθουσιασμένοι... Μου φαίνεται ότι ο κόσμος ξέρει που πάει και ηδονίζεται από αυτή τη χυδαιότητα».
- Η ηδονή στο κακό, έχει και ποιητική διάσταση. Στο χυδαίο όμως;
«Κι όμως. Στο χυδαίο, στη λάσπη. Τον Τραμπ τον διάλεξαν. Ξέρετε, τον ηγέτη μου τον διαλέγω. Αν έβγαινε ο Τραμπ πριν από δέκα χρόνια κι έλεγε αυτά που λέει σήμερα, θα τον πήγαιναν στο τρελοκομείο».
- Δεν είναι ανεξήγητο ότι οι Αμερικανοί πήγαν από τον Ομπάμα στον Τραμπ;
«Μπορεί να είναι και εξηγήσιμο. Πάντα έτσι πήγαινε ο κόσμος. Στο αντίθετο από αυτό που πίστεψε. Σήμερα δεν υπάρχει μία, υπάρχουν πολλές μικρές αρνητικές μορφές. Είναι πολλαπλάσια μιας προσωπικότητας σε πιο μικρή έκταση και ύψος, αλλά που είναι το ίδιο ενοχλητικές. Είναι αυτό που λέει ο Μπρεχτ: “Γλίτωσα από τις τίγρεις για να με φάνε οι ψύλλοι”».
- Κι όλα αυτά είναι ντυμένα με μια κακή αισθητική...
«Αυτή τη στιγμή το διαδίκτυο ωφέλησε πάρα πολλά πράγματα, αλλά και κατέστρεψε πολλά. Ισως θα πρέπει να περάσει αυτές τις παιδικές αρρώστιες. Ολος αυτός ο βόρβορος που διακινείται μου φαίνεται σαν τις παιδικές αρρώστιες ενός νέου, ανήλικου μέσου. Πρέπει να περάσει και τον κοκκύτη και την ιλαρά του. Πιστεύω ότι αυτά κάποια στιγμή θα ξεκαθαρίσουν. Αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να περάσουμε από αυτές τις αρρώστιες και με τον χειρότερο τρόπο. Και οι περισσότερες από αυτές είναι θανατηφόρες, αν δεν υπάρχει το εμβόλιο. Δεν είναι αστείο. Δεν είναι καθόλου αστείο. Θα το περάσουμε με πολύ μεγάλο κόστος”.
- Δεν είστε οπαδός του διαδικτύου;
“Δεν είναι εκεί το θέμα. Το μέσο αυτό είναι ανθρώπινο και απάνθρωπο. Η αισθητική της γλώσσας της εικόνας, του ήχου, είναι πολύ χαμηλού επιπέδου. Οταν εξαπλώνεται τόσο πολύ η πληροφόρηση, η γνώση πέφτει. Δεν προλαβαίνουμε την πληροφορία που δεχόμαστε. Δεν έχουμε εξοικειωθεί τόσο, για να το ξεπεράσουμε. Δεν βλέπετε ότι σε αυτά που γράφει ο καθένας στο διαδίκτυο, απελευθερώνει τον πιο βορβορώδη εαυτό του. Και χαίρεται, με μεγάλη ηδονή».
Φωτογραφία: Πάνος Μάλλιαρης/iefimerida
- Αυτή είναι και η πολιτική εικόνα της χώρας;
«Ετσι είναι και η πολιτική εικόνα του κόσμου. Ο,τι πιο χυδαίο έρχεται μπροστά και χαίρεται κι αυτός και οι υποστηρικτές του».
- Δηλαδή στην Ελλάδα, πριν ήταν όλα καλύτερα και τώρα δεν είναι;
«Ούτε τότε ήταν ό,τι καλύτερο. Απλώς είχαμε αποδώσει πάρα πολλές ελπίδες στο καινούργιο και είδαμε ότι το καινούργιο είναι σαν το παλιό. Και αυτό που λένε ότι και οι παλιοί τα ίδια κάνανε, η απάντηση είναι ότι “γι΄αυτό και τους στείλαμε σπίτι του”. Αμα είναι να γίνουν τα ίδια, ας τα κάνουν οι παλιοί που ξέρουν και τη δουλειά».
- Ο μύθος της αριστεράς κατέρρευσε;
«Δυστυχώς άρχισε να καταρρέει από πολύ νωρίς. Οταν βγήκα στο κουρμπέτι, στην αγορά, όταν βγήκα στο θέατρο είχε ήδη γίνει το φιάσκο, το αίσχος στην Τσεχοσλοβακία. Από τα πρώτα κόμματα που μας στέγασαν τότε ήταν το Εσωτερικού που λέγαμε. Διαμαρτυρόμαστε για την επέμβαση της Σοβιετίας στην Τσεχοσλοβακία. Εζησα δηλαδή με την αμφισβήτηση. Ποτέ δεν ήμουν της άποψης ότι ένα είναι το κόμμα και τίποτε άλλο. Αλλα είχαμε μια εικόνα για την αριστερά, η οποία με φώτισε και με βοήθησε πολύ για να προοδεύσω. Ο αριστερός ήταν προοδευτικός, πνευματικός, μορφωμένος, πίστευε στην ισότητα, ήταν ευαίσθητος...”.
- Πότε άλλαξαν όλα αυτά;
“Οταν γίνανε όλα αυτά στο Σύνταγμα με τους Αγανακτισμένους, η προσγείωση ήταν πολλή ανώμαλη. Οταν το Σύνταγμα γέμισε με μούτζες, (κάτ)ούρα, μπύρες, σουβλάκια, στην απάνω μεριά η αριστερά και στην κάτω η Χρυσή Αυγή, δεν ήξερα που να κρυφτώ. Για μένα, η πτώση, η προσωπική πτώση εκφράζεται από τον στίχο του Σαββόπουλου «εφιάλτης ήταν το είδωλο, αλήθεια όμως το πάθος»... Νομίζαμε ότι από αυτό το πάθος εμφορείται και η αριστερά, η ανανεωτική αριστερά. Αντ΄αυτού είδαμε πολύ χειρότερα».
- Μια συνέχεια αυτού που περιγράφετε είναι και η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ;
«Την αποφράδα εκείνη μέρα που είδα αγκαλιά τον Τσίπρα με τον Καμμένο, κάποιοι μου λέγανε, έλα μωρέ, αυτό τι σε πειράζει. Το βούλωσα κι εγώ, κι είπα κάτι θα ξέρουν. Αλλά μετά αγρίεψε το πράγμα. Δεν διαλέγεις έναν άνθρωπο μόνο από ανάγκη. Αν κατάλαβα καλά κάνουν και διακοπές μαζί, τους είδα αντάμα ένα Πάσχα... Τότε τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Είναι και θράσος να λες “Πρώτη φορά Αριστερά”, όταν συγκυβερνάς μαζί τους. Και να κατηγορείς τη δεξιά ως δεξιά, όταν εσύ συγκυβερνάς με τη δεξιότερη μορφή της δεξιάς. Δεν το βλέπουν αυτό το παράλογο. Νομίζουν ότι είναι φυσικό. Κι επειδή το πιστεύουν αυτοί, νομίζουν ότι το πιστεύουμε κι εμείς. Ε, δεν το πιστεύουμε”.
- Πώς πείθουν τότε;
“Δημιουργούν μια ψευδοσυνείδηση και μια διαφθορά του χαρακτήρα. Γιατί πες πες πες, το πιστεύουν και οι ίδιοι. Ελεγε μια ατάκα η Αννα Παναγιωτοπούλου που ταιριάζει γάντι: “Εγώ ανεξαρτήτως της εμφανίσεώς μου, είμαι ψηλή, ξανθιά και ωραία”. Μεταφράζοντάς το πολιτικά, “Εγώ ανεξαρτήτως των πράξεών μου, είμαι αριστερός”.
- Ακούγεστε πολύ απογοητευμένος...
«Η απογοήτευση για μένα ήρθε πιο νωρίς, τους τελευταίους μήνες που ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αντιπολίτευση. Κι άρχισε να εκτροχιάζεται. Να μιλάει μια χυδαία γλώσσα, να μιλάει για Γερμανοτσολιάδες και να μουτζώνει τις παρελάσεις, τις οποίες μετά από έναν χρόνο τις έκανε χοροίς και οργάνοις, πρωτοστατούσης της Ρένας Δούρου, αλά μπρατσέτα με τον κύριο Καμμένο. Μόνον αρνιά που δεν σούβλισαν. Αλήθεια τι έγινε η κυρία Ρένα Δούρου που είχε ένα σχέδιο δικό της για τα σκουπίδια; Δεν τη βλέπω να εμφανίζεται πολύ. Ηταν πρωτομάρτυρας, αλλά τώρα είναι πρωτοεξαφανισθείσα. Μήπως για να επανέλθει δριμύτερη;».
- Ο κόσμος τι πιστεύετε ότι περίμενε από την αριστερά;
«Δεν ξέρω τι περίμενε ο κόσμος από την αριστερά; Οταν είδα τον μαθητή να μουτζώνει στην παρέλαση, κι αυτό ήταν κατόρθωμά τους. Είναι κι όλο αυτό το θέμα της παιδείας, που έχει ξεκινήσει από παλιά.
Θεωρούν ότι παιδεία είναι κάνεις καταλήψεις. Και το μόνον που τους ενδιαφέρει είναι να φτιάξουν μαθητικά όργανα για να κάνουν καταλήψεις. Τα πράγματα είναι πολύ άσχημα. Αλλά το είδαμε και ε τον νόμο της Διαμαντοπούλου. Αφού ψηφίστηκε,δεν εφαρμόστηκε ποτέ, ούτε από τον Τσίπρα, ούτε από την προηγούμενη κυβέρνηση. Εναν νόμο που θα πήγαινε την Ελλάδα μπρος, έκαναν ό,τι μπορούσαν να τον θάψουν.... Αλήθεια, τι θέλει με τον Ραγκούση η Διαμαντοπούλου; Εντυπωσιακό το βρίσκω.
- Βλέπετε τους Ελληνες να αγανακτούν, να αντιδρούν;
«Νομίζω ότι ο Ελληνας έχει λουφάξει πια. Οι Αγανακτισμένοι είναι σήμερα στη Βουλή. Δύσκολο στον άνθρωπο να παραδεχτεί ότι έχει κάνει λάθος. Το πιο δύσκολο».
- Παρατηρείται μια τάση ισοπέδωσης;
«Δεν υπάρχουν καλύτεροι. Είναι όλοι ίσοι. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από το να μην εξέχει κανείς. Πιστεύω στον πλουραλισμό. Ολοι κάτι συμπληρώνουνε. Και ο καθένας μας, με τις ιδιορρυθμίες και τις ιδιομορφίες του ενώνεται με το όλον. Κι όχι με το να είναι ίδιοι με τον διπλανό του. Ετσι καταντάμε σαν τον Μεγάλο Αδελφό».
Φωτογραφία: Πάνος Μάλλιαρης/iefimerida
- Πιστεύετε ότι η ηλικία, οι νέοι άνθρωποι που μπήκαν στην πολιτική, λειτουργούν θετικά;
«Η νεότης έχει μια κάποια σημασία, από τη στιγμή που νέες είναι και οι ιδέες. Αν οι ιδέες είναι σκουριασμένες και είναι παλιότερες από του εβδομηντάρη, τότε τι να τις κάνω;. Και σήμερα οι ιδέες τους είναι πάρα πολύ παλιές. Ηθελαν να γίνουμε σαν τη Βενεζουέλα... Και δεν μιλάει κανείς πια».
- Από το ζήτημα με τις τηλεοπτικές άδειες, τα κανάλια και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εφημερίδες, διαβλέπετε μια διάθεση λογοκρισίας;
«Υπάρχει μια γενικότερη αίσθηση λογοκρισίας. Και είναι ό,τι χειρότερο υπάρχει. Υπήρχε και στο παρελθόν, δεν λέω, αλλά γινόταν με μια συστολή, και όχι σαν τη νέα ιδέα που θα διορθώσει τα πράγματα. Γινόταν εν κρυπτώ, σαν παράνομο. Κι αυτό έδινε στον κόσμο την εντύπωση του απεχθούς. Τώρα είναι ως σωτηρία. Η λογοκρισία και η επέμβαση στον Τύπο έρχεται ως σωτηρία. Τώρα η σκατοδουλειά έρχεται ως επαγγελία νέων δρόμων προς την εύρεση της αληθείας. Νομίζω ότι όλα αυτά οδηγούν σε ό,τι χειρότερο. Βλέπω το χάος, δεν μπορώ να δω κάτι άλλο».
«Σε ό,τι αφορά στην τηλεόραση, έκαναν ό,τι έκαναν με τις άδειες, και τώρα κάνουν σαν να μην έγινε. Υστερα με τον ΔΟΛ, από τη μια λένε ότι είναι φούσκα και από την άλλη ότι “δεν είναι” και μάλιστα “θα μπει κι ένας δικός μας άνθρωπος”... Δεν κρατιόταν ο Μουλόπουλος, δεν έβλεπε την ώρα να τρέξει στον ΔΟΛ να δει τους παλιούς του φίλους. Εκείνο που θέλει ο ΔΟΛ δεν είναι διευθυντή, αλλά επενδυτές. Δημοσιογράφους έχει. Τι τον θέλει τον Μουλόπουλο;»
- Βλέπετε φως; Είστε αισιόδοξος, έστω, για το μέλλον;
«Δεν μπορείς να προβλέψεις το μέλλον, γιατί η ιστορία είναι όλο εκπλήξεις. Είναι ό,τι χειρότερο έχουμε ζήσει και θα ζήσουμε ακόμα χειρότερα. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος να τα διορθώσει. Δεν διορθώνονται πια. Αυτοί μας έχουν πουλήσει για 99 χρόνια».
- Η Κεντροαριστερά θα μπορούσε να είναι λύση; Η συζήτηση ή και συμπόρευση για τη Δημοκρατική Συμπαράταξη και το Ποτάμι...
«Η Κεντροαριστερά είναι σαν ξαναζεσταμένο πιλάφι. Δεν υπάρχει ορμή. Δεν νομίζω ότι φταίνε τα πρόσωπα. Και οι ίδιοι προσπαθούν να αναστήσουν κάτι. Οταν είδα και τον Γιώργο να επανέρχεται ως σωτήρας, με όλο αυτό το ύφος. Γιατί θα φέρει δύο ψήφους αλλά θα διώξει και τρεις. Οσο για το Ποτάμι, έγινε παραπόταμος. Εχω την εντύπωση ότι στην αρχή είδαν τον Θεοδωράκη σαν αντίβαρο του Τσίπρα. Αλλά δεν είχε έναν κομματικό μηχανισμό να τον υποστηρίζει όπως είχε ο Τσίπρας. Και δεύτερον δεν νομίζω ότι έχει και τα ίδια προτερήματα. Ο Τσίπρας ήταν επηρμένος, η σεμνότητα δεν έχει μεγάλη πέραση. Δεν είναι εύκολο πράγμα να είσαι αρχηγός, ακόμα και κακός. Θέλει ειδικά ταλέντα».
- Και μια επιμονή παραμονής στην εξουσία, ίσως...
«Λύσσα εννοείτε. Λύσσα για να παραμείνεις σ΄αυτή τη θέση».
- Πιστεύετε στις ικανότητες του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας. Ανήκει κι εκείνος στη νεώτερη γενιά..
«Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν τον αφήσουν, μπορεί να είναι κάτι αισιόδοξο. Δεν ξέρω όμως πόσο καμμένη θα την βρει τη γη ο Μητσοτάκης και τι θα μπορεί να κάνει. Δεν ξέρω αν θα τον αφήσουν μέσα στο κόμμα. Παρατηρώ ότι έχουμε γίνει όλοι αυτολογοκρινόμενοι. Εχουν αλλάξει τόσα πολλά. Ολοι ξέρουμε ότι ο μόνος που αρθρώνει λόγο στη Βουλή είναι ο Βενιζέλος. Δεν τολμάει να το πει κανείς _έχει ήδη γίνει από τον Τύπο ένα μίασμα. Υπάρχουν κι άλλοι, δύο-τρεις, αλλά τους έχουν εξοβελίσει».
- Αρα κύριε Φασουλή έρχεται το τέλος;
«Δεν φοβάμαι ότι έρχεται το τέλος. Φοβάμαι ότι έρχεται μια αρχή πολλών κακών».