«Θα πέσει η Ελλάδα»; Με αυτόν τον πρωτοσέλιδο τίτλο προσεγγίζει η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt του Αμβούργου το ελληνικό πρόβλημα. Και σημειώνει: «Σχεδόν χωρίς να γίνει αντιληπτό από τη δημοσιότητα, η κατάσταση στην Ελλάδα οξύνεται περαιτέρω. Οι διαπραγματεύσεις για τη μείωση του χρέους μένουν στάσιμες και οι τράπεζες δεν εμπιστεύονται την ικανότητα του κράτους για μεταρρυθμίσεις καταθέτοντας κάθε βράδυ δισεκατομμύρια στην ΕΚΤ».
Παρά τη χθεσινή δήλωση του επικεφαλής του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ότι η επιστροφή στη δραχμή δεν είναι επιλογή για την Ελλάδα και την ευρωζώνη, η εφημερίδα υπογραμμίζει ότι «πίσω από κλειστά μικρόφωνα και κάμερες στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες οι αισιόδοξες δηλώσεις αντικαθίστανται από έντονες αμφιβολίες για την ικανότητα παραμονής της Ελλάδας στη νομισματική ένωση». H Handelsblatt παραθέτει και εκτίμηση ενός επικεφαλής γερμανικής τράπεζας, ο οποίος τονίζει ότι όσο διαρκεί αβεβαιότητα γύρω από την παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη, δεν μπορούμε να υπολογίζουμε σε εκτόνωση της κρίσης.
«Τελικός γύρος στην Αθήνα»
Η ίδια εφημερίδα συνεχίζει το αφιέρωμά της στην Ελλάδα με αναλύσεις, σχόλια. «Τελικός γύρος στην Αθήνα (...) στην ελληνική παρτίδα πόκερ», τονίζει ο αρθρογράφος και συνεχίζει: «Τις επόμενες εβδομάδες κρίνονται τα πάντα για την Αθήνα. Ο Λουκάς Παπαδήμος πρέπει να επιφέρει μαζικές περικοπές για να εισπράξει τη νέα βοήθεια δισεκατομμυρίων. Αν δεν το καταφέρει, τότε η χώρα θα βρεθεί στο κενό».
Παρατίθεται επίσης το πόρισμα του επικεφαλής της αντιπροσωπείας της τρόικα Πόλ Τόμσεν, ότι τα μέτρα που συμφωνηθηκαν απλά δεν εφαρμόζονται. «Καθόλου περίεργο», σημειώνει η εφημερίδα, «Οι ελληνικές συντεχνίες, όπως οι οδηγοί ταξί, οι φαρμακοποιοί και οι δικηγόροι, που ήταν ως τώρα θωρακισμένοι έναντι οποιουδήποτε ανταγωνισμού, έχουν χάρη στο πελατειακό σύστημα καλές διασυνδέσεις με τα πολιτικά κόμματα. Από τη στήριξη αυτών των κομμάτων (...) εξαρτάται τώρα ο ανεξάρτητος Παπαδήμος».
Ξεχωριστή αναφορά γίνεται και στο θέμα του ελληνικού χρέους. Πληροφορίες από κύκλους της ΕΕ κάνουν λόγο για «σκληρές διαπραγματεύσεις» και εκτιμούν ότι το κούρεμα του ελληνικού χρέους θα φτάσει το 50%, αλλά οι πραγματικές απώλειες για τους πιστωτές θα είναι μεγαλύτερες.
Η Handelsblatt φιλοξενεί και μία συνέντευξη του οικονομολόγου Κλέμενς Φουστ. Ο Γερμανός ειδικός εκτιμά ότι η έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη θα ήταν «μισή αποχώρηση από την ΕΕ και ίσως θα επανέφερε τη χώρα στο επίπεδο των δεκαετιών του '60 και '70». Ο Κλέμενς Φουστ προειδοποίησε επίσης για τον κίνδυνο αλυσιδωτής αντίδρασης και στην υπόλοιπη ευρωζώνη αν αποχωρήσει η Αθήνα από τη ζώνη του κοινού νομίσματος: «Οι πολίτες άλλων χωρών σε κρίση θα φοβούνταν ότι θα συμβεί και εκεί το ίδιο και θα έσπευδαν στις τράπεζες για να αποσύρουν τις καταθέσεις τους. Θα απειλούνταν ταραχές, μπροστά στις οποίες οι έως τώρα διαμαρτυρίες είναι παιδικό παιχνίδι».
«Γιατί δεν αποχωρεί η Ελλάδα από το ευρώ»;
Προετοιμάζεται επιστροφή στη δραχμή; Διερωτάται η αυστριακή εφημερίδα Die Presse εκτιμώντας ότι η Αθήνα εκμεταλλεύεται την ξεκάθαρη πρόθεση της Άγκελα Μέρκελ να σώσει το κοινό νόμισμα με κάθε κόστος. Σχολιάζει μάλιστα, ότι η ελληνική κυβέρνηση χρησιμοποιεί την ευρωκρίση για να ασκήσει πίεση στο Βερολίνο.
Η Die Presse δεν θεωρεί έκπληξη το ενδεχόμενο να αποφασίσει η ελληνική κυβέρνηση την έξοδο από το κοινό νόμισμα και σημειώνει: «Η χώρα πνίγεται από τα χρέη, ενώ με το δικό της νόμισμα θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό και να μειώσει το βάρος των χρεών. Ο δρόμος μέχρι εκεί όμως είναι δύσκολος.
Η Ελλάδα θα πρέπει να ακολουθήσει το παράδειγμα της Αργεντινής το 2001 προετοιμάζοντας διακριτικά τη νομισματική μεταρρύθμιση και θέτοντάς την αιφνιδιαστικά σε εφαρμογή». Η εφημερίδα θεωρεί ότι μόνο αυτή η μέθοδος προετοιμασίας μίας εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη θα απέτρεπε τη μαζική απόσυρση καταθέσεων από τις ελληνικές τράπεζες και την μεταφορά τους έξω από τη χώρα. Και κλείνει: «Oσο η Γερμανία επιμένει ότι θα κάνει τα πάντα για τη διάσωση του ευρώ, μπορεί η Αθήνα να εκφράζει τη μία επιθυμία μετά την άλλη προς το Βερολίνο και πάντα με την απειλή: Aλλιώς αποχωρούμε'. Μετά από δύο χρόνια πολιτικής για τη διάσωση του ευρώ, μια αποχώρηση θα ήταν μοιραία».