Ένας μικρός... Αϊνστάιν θα πρέπει να είναι όποιος επιθυμεί να λάβει φορολογική ενημερότητα.
Για να κατανοήσει κανείς τους όρους και τις προϋποθέσεις, πολύ περισσότερο το πώς η εφορία προχωρά σε υποχρεωτικούς συμψηφισμούς με εκκρεμείς οφειλές, απαιτούνται προχωρημένες γνώσεις λογιστικής αλλά και νομικών.
Με μια εγκύκλιο, που θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στο… πάνθεον των οδηγιών όπου βρίσκει εφαρμογή η «ξύλινη» γλώσσα των υπηρεσιών, η ΓΓΔΕ δίνει κατευθύνσεις τις οποίες είναι σίγουρο ότι δεν μπορεί να παρακολουθήσει ο πολίτης. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει καλόπιστα ότι η εγκύκλιος δεν απευθύνεται στους φορολογούμενους αλλά στους αρμόδιους υπαλλήλους, ωστόσο ο αντίλογος είναι ότι όσο πιο δύσκαμπτη και στριφνή αποδεικνύεται στην πράξη η εφαρμογή και παρακολούθηση διατάξεων που αφορούν στον πολίτη, τόσο πιο αναποτελεσματικές είναι αυτές οι διατάξεις.
Κι αν για τους μισθωτούς ή τους συνταξιούχους τα πράγματα είναι- ενδεχομένως- πιο απλά, για τους επιτηδευματίες που συναλλάσσονται συχνά ή λιγότερο συχνά με το στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, η διαδικασία έκδοσης φορολογικής ενημερότητας κρίνεται δαιδαλώδης.
Σύμφωνα με την επίμαχη εγκύκλιο, κατ’ αρχάς για τη χορήγηση της ενημερότητας λαμβάνονται υπόψιν όλες οι ληξιπρόθεσμες οφειλές άνω των 30 ευρώ. Και από εδώ και πέρα αρχίζει το… πανηγύρι:
- Στις περιπτώσεις που ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ' αυτού, και υφίσταται συνολική βεβαιωμένη οφειλή άνω των τριάντα (30) ευρώ, στην αίτηση και επί του αποδεικτικού ενημερότητας αναγράφεται ο αριθμός ταυτότητας ακινήτου (ΑΤΑΚ), ή εφόσον δεν υφίσταται, οποιοδήποτε άλλο στοιχείο που ταυτοποιεί το ακίνητο το οποίο θα μεταβιβαστεί ή επί του οποίου θα συσταθεί εμπράγματο δικαίωμα.
- Στις περιπτώσεις που ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων και υφίσταται συνολική βεβαιωμένη οφειλή άνω των τριάντα (30) ευρώ, στην αίτηση αναγράφεται το στοιχείο του τίτλου πληρωμής ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο ταυτοποιεί την συγκεκριμένη πληρωμή (αριθμός τιμολογίου ή άλλου παραστατικού, πράξη διατάκτη, αριθμός απόφασης, αριθμός λογαριασμού κτλ)
- Στις περιπτώσεις που το αποδεικτικό ενημερότητας εκδίδεται με τον όρο της παρακράτησης για είσπραξη χρημάτων, το στοιχείο του τίτλου πληρωμής/ ταυτοποίησης αυτού, αναγράφεται επί του αποδεικτικού ενημερότητας.
Εκεί που χάνεται, όμως, η… μπάλα είναι το πώς υπολογίζεται η παρακράτηση έναντι οφειλών, που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση:
Κατά τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας με τον όρο της παρακράτησης, το συνολικό ποσό της παρακράτησης δεν μπορεί να υπερβαίνει το σύνολο των ληξιπροθέσμων οφειλών. Συνεπώς, τυχόν μη ληξιπρόθεσμη οφειλή που τελεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής δεν συμπεριλαμβάνεται σε τυχόν παρακράτηση επί του αποδεικτικού. Σημειώνεται ότι οι βεβαιωμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές σε καθεστώς αναστολής είσπραξης δύναται να παρακρατηθούν, μόνο εάν ζητηθεί από τον οφειλέτη.
Στις περιπτώσεις που το αποδεικτικό ενημερότητας ζητείται για είσπραξη χρημάτων από φορείς της Κεντρικής Διοίκησης και συντρέχουν οι προϋποθέσεις του συμψηφισμο, το συνολικό ποσοστό παρακράτησης είναι υποχρεωτικά 100% επί της είσπραξης και μέχρι του ύψους των βεβαιωμένων προς στη Φορολογική Διοίκηση οφειλών του δικαιούχου των απαιτήσεων κατά του Δημοσίου (ληξιπροθέσμων και μη, καθώς και σε καθεστώς αναστολής είσπραξης).
Για την εξεύρεση του ελάχιστου ποσοστού παρακράτησης, υπολογίζεται το ελάχιστο ποσοστό επί της εισπραττόμενης απαίτησης (10%, 30%, 70%, κατά περίπτωση) και ταυτόχρονα υπολογίζεται το ελάχιστο ποσό που αντιστοιχεί σε δόσεις ρύθμισης (3 ή 5 δόσεις ρύθμισης από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης), προκειμένου να γίνει σύγκριση αυτών. Μετά τον ανωτέρω υπολογισμό, το ελάχιστο, δυνητικά, ποσοστό/ποσό παρακράτησης επί του αποδεικτικού ενημερότητας, είναι αυτό που αντιστοιχεί στο μεγαλύτερο ποσό εκ των δύο.
Επισημαίνεται ότι το κατώτατο ποσοστό παρακράτησης (30%, 70%) που τίθεται υποχρεωτικά επί του αποδεικτικού ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων δύναται να περιορισθεί στο 10% του εισπραττόμενου ποσού, εφόσον:
- i) ο αιτών το αποδεικτικό ενημερότητας έχει περιοδικές αποδεδειγμένες απαιτήσεις ή τουλάχιστον μία ακόμα απαίτηση κατά φορέων όπου είναι υποχρεωτική η προσκόμιση αποδεικτικού ενημερότητας (όπως ΕΟΠΠΥ, νοσοκομεία κλπ), είναι ενήμερος σε ρύθμιση, και ο αρμόδιος Προϊστάμενος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής, αξιολογήσει τα ποσά είσπραξης της απαίτησης / απαιτήσεων αυτών ως αξιόλογα σε σχέση με την οφειλή. Προς απόδειξη των ανωτέρω, ο αιτών προσκομίζει οποιοδήποτε διαθέσιμο στοιχείο, όπως δημόσια έγγραφα, συμβάσεις κτλ. ή / και
- ii) ο αιτών έχει υπόλοιπο συνολικής βασικής βεβαιωμένης ρυθμισμένης οφειλής μικρότερο των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. Για τον προσδιορισμό του ορίου των 5.000 ευρώ συνυπολογίζονται τυχόν ρυθμισμένες οφειλές συνυπευθυνότητας και συνυποχρέωσης, για τις οποίες ο αιτών το αποδεικτικό έχει ευθύνη για την καταβολή τους.
Οι παραπάνω προϋποθέσεις μπορούν να συντρέχουν είτε σωρευτικά είτε διαζευκτικά. Επισημαίνεται ότι το ποσοστό 10% επί της εισπραττόμενης απαίτησης, (σε συνδυασμό με το ελάχιστο ποσό που αντιστοιχεί σε δόσεις ρύθμισης - 3 ή 5 δόσεις ρύθμισης από την ημ/νία κατάθεσης της αίτησης - κατά τα ως άνω) ορίζεται ως το κατώτατο όριο παρακράτησης και όχι το υποχρεωτικά οριζόμενο και συνεπώς ο αρμόδιος προϊστάμενος δύναται να ορίσει και μεγαλύτερο ποσοστό παρακράτησης (σύμφωνα με τα ανώτατα όρια, κατά περίπτωση), κατόπιν αξιολόγησης των πραγματικών δεδομένων.
Σε περίπτωση τήρησης άνω της μίας ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής, το ελάχιστο προς παρακράτηση ποσό πρέπει να αντιστοιχεί στην κάλυψη τουλάχιστον των αντίστοιχων δόσεων κάθε μίας ρύθμισης, (3 ή 5 δόσεις ρύθμισης από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης).
Στην εγκύκλιο συμπεριλαμβάνονται και… παραδείγματα για την κατανόηση και την ορθή εφαρμογή όλων των ανωτέρω προϋποθέσεων. Ωστόσο είναι αμφίβολο αν τα ερωτήματα, που αποτέλεσαν την αιτία για την έκδοση αυτών των οδηγιών, θα βρουν απάντηση…
Παραδείγματα
Το πρώτο παράδειγμα αφορά στο ποσοστό παρακράτησης κατά την έκδοση αποδεικτικού για είσπραξη χρημάτων από φορείς του Δημοσίου πλην Κεντρικής Διοίκησης που αφορά σε οφειλέτες που τηρούν ρύθμιση τμηματικής καταβολής και είναι ενήμεροι σ' αυτή και πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις χορήγησης αυτού.
- Ο αιτών το αποδεικτικό έχει απαίτηση είσπραξης ύψους 7.000 ευρώ από φορείς Δημοσίου πλην Κεντρικής Διοίκησης και βεβαιωμένες εναπομείνασες ρυθμισμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 3.000 ευρώ με εναπομένουσες 10 δόσεις ρύθμισης που έπονται από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης.
- Ο αιτών έχει παράλληλα περιοδικές απαιτήσεις από φορείς του Δημοσίου πλην Κεντρικής Διοίκησης.
- Το κατώτατο όριο παρακράτησης είναι 10% επί του εισπραττόμενου ποσού, το οποίο πρέπει να καλύψει τουλάχιστον τρεις δόσεις της ρύθμισης που έπονται από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, δηλαδή στην ανωτέρω περίπτωση, το κατώτατο ποσό παρακράτησης αναπροσαρμόζεται από 700 ευρώ σε 900 ευρώ.
- Τον επόμενο μήνα που θα αιτηθεί ο οφειλέτης αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων από φορέα του ευρύτερου Δημοσίου, το κατώτατο δυνητικά όριο παρακράτησης είναι το 10%, με την προϋπόθεση ότι καλύπτεται τουλάχιστον μία επιπλέον δόση ρύθμισης εφόσον οι υπόλοιπες δύο από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης έχουν ήδη αποδοθεί/πιστωθεί από την προηγούμενη παρακράτηση και επιπλέον στοιχειοθετείται η ύπαρξη μίας ακόμη απαίτησης (αξιόλογης σε σχέση με την οφειλή) για την οποία απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικού ενημερότητας.
Στην περίπτωση ποσοστού παρακράτησης κατά την έκδοση αποδεικτικού για μεταβίβαση ακίνητου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ' αυτού, που αφορά σε οφειλέτες που τηρούν ρύθμιση τμηματικής καταβολής, είναι ενήμεροι σ' αυτή και πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις χορήγησης αυτού, η ΓΓΔΕ παραθέτει το εξής παράδειγμα:
- ·Ο αιτών έχει βεβαιωμένες ρυθμισμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 13.000 ευρώ.
- ·Η αντικειμενική αξία του ακινήτου είναι 12.000 ευρώ και το τίμημα ανέρχεται στο ποσό των 10.000 ευρώ. Το 70% του τιμήματος είναι 7.000 ευρώ και το 70% της αντικειμενικής αξίας είναι 8.400 ευρώ. Συνεπώς, εν προκειμένω, τα όρια των ποσοστών παρακράτησης (ήτοι από 70% έως 100%) επί του τιμήματος, όχι όμως σε αξία μικρότερης της αντικειμενικής, υπολογίζονται από 8.400 ευρώ έως 10.000 ευρώ.
- ·Στην περίπτωση που είναι διασφαλισμένη η είσπραξη της οφειλής, τα όρια των ποσοστών παρακράτησης (ήτοι από 50% έως 100%) επί του τιμήματος όχι όμως σε αξία μικρότερης της αντικειμενικής, υπολογίζονται από 6.000 ευρώ έως 10.000 ευρώ.