Ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα έχει από καιρό υποστηρίξει ότι η ισχύς από μόνη της δεν μπορεί να επιλύσει τις δύσκολες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Αμερική εκτός συνόρων της.
Αλλά εάν μια ματιά στους προϋπολογισμούς αποκαλύπτει τις προτεραιότητες ενός έθνους, οι ΗΠΑ φαίνεται ότι εκτιμούν περισσότερο τον στρατό τους παρά τους διπλωμάτες τους.
Για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2016, το Πεντάγωνο έχει εξασφαλίσει σχεδόν 600 δις $ στη διάθεσή του.
Αυτό το ποσό είναι δύο φορές το μέγεθος του αμυντικού προϋπολογισμού της χώρας πριν από τις επιθέσεις της 11 Σεπτεμβρίου και 10 φορές το κονδύλι που λαμβάνει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τη διπλωματία.
Η μεταξύ τους αναλογία συνεχώς διευρύνεται.
Για το δημοσιονομικό έτος 2017 μάλιστα, ο Ομπάμα ζήτησε από το Κογκρέσο να αυξήσει τις δαπάνες για το Πεντάγωνο κατά 22 δισεκατομμύρια $, ενώ η χρηματοδότηση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ παραμένει σταθερή, στα $ 50 δισεκατομμύρια.
Στην πραγματικότητα, το Πεντάγωνο έχει περισσότερα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων που υπηρετούν στην πρώτη γραμμή από ότι έχει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ διπλωμάτες καριέρας.
Ιστορικά, το Κογκρέσο διέθετε πάντα περισσότερα χρήματα για την άμυνα από ό, τι για τη διπλωματία. Τα όπλα άλλωστε κοστίζουν πολύ περισσότερο από την εξωτερική βοήθεια.
Αλλά το χάσμα έχει διευρυνθεί δραματικά, λέει ο Τσαρλς Στίβενσον, ένας πρώην επικεφαλής πολιτικού σχεδιασμού του State Department που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins, στη Σχολή Προηγμένων Διεθνών Σπουδών, στην Ουάσινγκτον.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, σημειώνει ο Στίβενσον, το Κογκρέσο ψήφισε το Σχέδιο Μάρσαλ, το οποίο προέβλεπε δισεκατομμύρια για εξωτερική βοήθεια που θα συνέβαλλε στην ανοικοδόμηση της Δυτικής Ευρώπης.
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, το Κογκρέσο χρηματοδότησε επίσης σημαντικά προγράμματα όπως εκείνα της Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ, τα οποία στόχευαν στη διάδοση της αμερικανικής κουλτούρας πίσω από το «Σιδηρούν Παραπέτασμα».
Τότε, ο προϋπολογισμός του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ήταν ο μισός από εκείνον του Πενταγώνου. Στα πιο πρόσφατα χρόνια όμως, ο προϋπολογισμός για τη διπλωματία έχει συρρικνωθεί ακόμη περισσότερο, καθώς οι νομοθέτες πίεσαν για περισσότερα χρήματα ώστε να καλύψουν τις γενναιόδωρες παροχές υγειονομικής περίθαλψης του στρατού και να αγοράσουν νέα όπλα υψηλής τεχνολογίας.
Η πολιτική διαδραματίζει επίσης σημαντικό ρόλο σε αυτό το χάσμα. Οι νομοθέτες ξοδεύουν χρήματα για στρατιωτικές δαπάνες -που δεν χρειάζονται πλέον- με στόχο να κρατούν τους ψηφοφόρους τους σε κάποια σχετιζόμενη εργασία.
Εν τω μεταξύ, η Lockheed Martin επιβλέπει την κατασκευή της επόμενης γενιάς των F-35 μαχητικών τζετ σε σχεδόν 50 πολιτείες.
Αυτό εγγυάται ότι το πρόγραμμα, το οποίο έχει κοστίσει περισσότερο από $ 500 δισεκατομμύρια μέχρι σήμερα, διατηρεί ισχυρή υποστήριξη από τα μέλη του Κογκρέσου.
Ένας ακόμη παράγοντας που συμβάλλει στο αυξανόμενο χάσμα μεταξύ του ππρουπολογισμού άμυνας και των δαπανών για τη διπλωματία είναι η κομματική δυσλειτουργία στο Καπιτώλιο.
Από το 1986, η συνεχής διαμάχη σε κοινωνικά ζητήματα, όπως η άμβλωση, έχει καταστήσει το Κογκρέσο ανίκανο να περάσει ένα βασικό μέτρο της εξωτερικής πολιτικής που θα ενέκρινε ορισμένες από τις κορυφαίες προτεραιότητες του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Η προκαθορισμένη αυτή προσέγγιση, υποστηρίζει ο Στίβενσον, ήταν να περιλαμβάνουν αυτές τις προτεραιότητες στο κονδύλι που χρηματοδοτεί την άμυνα του έθνους για κάθε δημοσιονομικό έτος.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, η χρηματοδότηση του προϋπολογισμού άμυνας να μεταφέρει με αυξητικό βαθμό στον στρατό και στις υπηρεσίες πληροφοριών, διπλωματικές εργασίες που κάποτε ήταν αρμοδιότητα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Για παράδειγμα, πηγές ανέφεραν στο «Newsweek» ότι η CIA -και όχι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ- είναι πλέον υπεύθυνη για τις μυστικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και των ανταρτών Χούθι για τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου στην Υεμένη.
Κάποιοι νομοθέτες προσπαθούν τώρα να αντιμετωπίσουν αυτό το χάσμα μεταξύ του Πενταγώνου και του Στέιτ Ντίπαρτμεντ.
Μια ιδέα που προωθούν είναι να προτείνουν περικοπές στον αριθμό των στρατιωτών που υπηρετούν σε ζώνες «πρώτης γραμμής».
Ωστόσο, ακόμη και η πρόταση συναντά σθεναρή αντίσταση.
Οι αντίπαλοι της στο Καπιτώλιο υποστηρίζουν ότι τέτοιες μειώσεις, στην πραγματικότητα θα αυξήσουν τελικά το κόστος του Πενταγώνου, γιατί θα απαιτηθεί απο άλλες στρατιωτικές μονάδες να ταξιδεύουν πιο συχνά.
«Τα Προγράμματα του Πεντάγωνου δεν πέθαναν», δήλωσε περιπαικτικά ένα στέλεχος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ενόπλων Δυνάμεων, ο οποίος δεν ήταν εξουσιοδοτημένος για «on the record» δηλώσεις. «Δεν έχουν καν ξεθωριάσει», πρόσθεσε χαρακτηριστικά.