Αν το πρωί της 24ης Ιουνίου η Βρετανία εξακολουθεί να είναι πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα οφείλεται σε έναν μεγάλο βαθμό στον Ρόλαντ Ραντ (Roland Rudd).
Και παραμένει ένα μεγάλο «αν», αλλά αν τελικά επικρατήσει το στρατόπεδο υπέρ της παραμονής, στο δημοψήφισμα στις 23 Ιουνίου, τα «μεγάλα» πολιτικά ονόματα όπως ο Πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον και ο Τσάρος της βρετανικής οικονομίας, θα τραβήξουν πάνω τους τα φώτα της δημοσιότητας και θα διεκδικήσουν την πατρότητα της νίκης. Ωστόσο, οι φιλοευρωπαϊοι που ξέρουν πρόσωπα και πράγματα, θα γνωρίζουν την σημαντική, αλλά διακριτική συμβολή του Ράντ, ενός στελέχους δημοσίων σχέσεων που έχει μετατραπεί σε «στρατηγό» της εκστρατείας υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ.
Οι «τρεις πυλώνες»
Ο Ράντ είναι εξαιρετικά σαφής στο τι πρέπει να γίνει: «Η στρατηγική μας στηρίζεται σε τρεις πυλώνες: την οικονομία, την ασφάλεια, και την ηγεσία στην παγκόσμια σκηνή που εξασφαλίζονται με το να παραμείνουμε μέρος της ΕΕ.»
Ο παρασκηνιακός ρόλος του Ράντ ως κεντρικός παίκτης της εκστρατείας «Βρετανία πιο ισχυρή στην Ευρώπη», την βασική ομάδα ενάντια στο «Brexit», έρχεται σε αντίθεση με το προφίλ που έχει κτίσει όλα αυτά τα χρόνια στους οικονομικούς και δημοσιογραφικούς κύκλους της χώρας. Στα 22 χρόνια από τότε που έφυγε από τους Financial Times για να ξεκινήσει την δική του εταιρεία, την «Finsbury», ο Ράντ υπήρξε ένας από τους πιο σπουδαίους συμβούλους επιχειρήσεων του Ηνωμένου Βασιλείου, που αναλάμβανε σχεδόν τα πάντα, από εξαγορές εταιρειών, μέχρι αλλαγές CEO, μέχρι την διαχείριση οικονομικών κρίσεων. Μαζί με τον «άσπονδο» φίλο του, Sir Alan Parker του Brunswick, αναγνωρίζεται ευρέως ως ο πατέρας της σύγχρονης βιομηχανίας PR στον χρηματοπιστωτικό τομέα της Βρετανίας.
Στην καμπάνια «Βρετανία πιο ισχυρή στην Ευρώπη», όμως, ο 55χρονος γκουρού επαφίεται στα πιο αναγνωρίσιμα πρόσωπα, όπως ο Stuart Rose, ή στον πρώην επικεφαλής της εταιρείας Marks & Spencer -ο οποίος και ηγείται της εκστρατείας- καθώς και στον Πρωθυπουργό Κάμερον και τον υπουργό οικονομικών Όσμπορν. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο δεν έχουν ακόμη γραφτεί πολλά πράγματα για τον Ράντ από τότε που ανέλαβε την θέση του (παρά την διαχρονική αφοσίωση του στο φιλοευρωπαϊκό στρατόπεδο) και γιατί ο ίδιος αποφεύγει την δημοσιότητα υπό τον φόβο ότι κάτι τέτοιο θα επισκίαζε τους άλλους ηγέτες της εκστρατείας.
Ο ίδιος, σε μια σπάνια συνέντευξη του στο Politico, δεν διστάζει να μιλήσει για τους λόγους που τον έκαναν να ασχοληθεί με την συγκεκριμένη εκστρατεία.
«Φιλοευρωπαίος»
«Υποστήριζα πάντα με πάθος την συμμετοχή μας στην Ευρώπη, και νομίζω ότι αυτό το δημοψήφισμα θα είναι μια ιστορική στιγμή για τη Βρετανία», λέει ο Ράντ. «Μια απόφαση για έξοδο μας από την ΕΕ θα είναι καταστροφική».
Ο Ράντ έχει επιφορτιστεί με την αρμοδιότητα της άντλησης κεφαλαίων για τις ανάγκες της εκστρατείας υπέρ της ΕΕ, αξιοποιώντας την μεγάλη λίστα με επαφές στους επιχειρηματικούς κύκλους της χώρας και την ατελείωτη όρεξη του για δικτύωση. Είναι επίσης υπεύθυνος για να ενορχηστρώσει ένα μεγάλο μέρος της φίλο-Ευρωπαϊκής εκστρατείας που στοχεύει στο να κερδίσει την καρδιά και το μυαλό του βρετανικού λαού, ο οποίος διχάζεται ανάμεσα σε μια πρωτόγονη επιθυμία για εθνική κυριαρχία και στην οικονομική και πολιτιστική του έλξη από την Ευρωπαϊκή ήπειρο.
Δεν είναι ακόμη σαφές πόσα χρήματα σχεδιάζει να δαπανήσει η ομάδα του, δεδομένου ότι, επισήμως, η «Βρετανία πιο ισχυρή στην Ευρώπη» δεν μπορεί να αρχίσει να λειτουργεί έως ότου πιστοποιηθεί ως επίσημη εκστρατεία στα μέσα Απριλίου, αλλά οι κανόνες στην Βρετανία ορίζουν ότι καμία καμπάνια δεν μπορεί να δαπανήσει περισσότερα από 7 εκατομμύρια βρετανικές λίρες. Εκείνος με την σειρά του αποφεύγει να αποκαλύψει πολύ περισσότερα για την στρατηγική επικοινωνίας της εκστρατείας, πέραν των τριών πυλώνων που αναφέρει για την ασφάλεια, την οικονομία και την παγκόσμια ηγεσία.
Η δουλειά που πρέπει να γίνει είναι εξαιρετικά απαιτητική, δεδομένου ό,τι οι δημοσκοπήσεις προβλέπουν μια αμφίρροπη αναμέτρηση, ότι εκφράζονται αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα της εκστρατείας και ότι μια βαθιά διαίρεση του κυβερνώντος Συντηρητικού κόμματος έχει αρχίσει να αναδεικνύεται.
Εκείνοι που γνωρίζουν τον Ράντ λένε ότι έχει αφοσιωθεί πλήρως στα καθήκοντά του - να συγκεντρώσει δηλαδή χρήματα μέσω της δικτύωσης του και να επικοινωνήσει τους στόχους της εκστρατείας - με τον χαρακτηριστικό ενθουσιασμό και κέφι που τον διακρίνει. Βοηθά άλλωστε το ότι η επιλογή του επαγγέλματος του και ο τρόπος ζωής του είναι «μια φυσική εξέλιξη», όπως αναφέρει και ένα από τα δελτία τύπου της «Finsbury».
Οι περισσότεροι άνθρωποι στους οικονομικούς, δημοσιογραφικούς και πολιτικούς κύκλους του Λονδίνου εργάζονται πολύ σκληρά, αλλά ο Ράντ έχει αναδείξει την τέχνη της δικτύωσης σε ένα άλλο επίπεδο συνδυάζοντας την επαγγελματική και κοινωνική ζωή του - με πελάτες από την Finsbury και πάτρωνες της «Royal Opera House» - με την οικογενειακή ζωής του – είναι παντρεμένος με την σχεδιάστρια μόδας Sophie Hale, και έχει μαζί της τρία παιδιά.
Φίλοι του λένε ότι στο παρελθόν, η αδιάκοπη εργατικότητα του και ταλέντο του είχαν χωριστεί ανάμεσα σε πολλές αρμοδιότητες και πρότζεκτ, αλλά, τον τελευταίο καιρό, έχει επικεντρωθεί σχεδόν αποκλειστικά στην εκστρατεία υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην Ευρώπη. Για παράδειγμα, οι τακτικοί επισκέπτες στο σπίτι του στο δυτικό Λονδίνο γνωρίζουν ότι θα πρέπει οπωσδήποτε να συμμετάσχουν σε μια πολιτική συζήτηση για την επικαιρότητα ώστε να «αντισταθμίσουν» το προσφερόμενο δείπνο. Αυτές τις μέρες, δεν υπάρχει ούτε ένα βράδυ που να περνά χωρίς κάποια αναφορά στο θέμα της Ευρώπης, λένε οι επισκέπτες. Η μεγαλύτερη ανταμοιβή του θα είναι να καταφέρει να κρατήσει την Μεγάλη Βρετανία «αγκυροβολημένη» στην Ευρώπη.
«Το στρατόπεδο του Brexit»
Το να παρουσιάσει όμως κάποιος την φίλο-ευρωπαϊκή επιχειρηματολογία είναι πιο εύκολο στα λόγια παρά στην πράξη. Ένα ισχυρό Ευρωσκεπτικιστικό κλίμα κυριαρχεί σε μεγάλα τμήματα του βρετανικού λαού, το οποίο συχνά τροφοδοτείται από μερίδα του Τύπου που βλέπουν τις Βρυξέλλες ως μια απρόσωπη, ασυγκράτητη και ασύδοτη γραφειοκρατία. Ο Ράντ αντιμετωπίζει όλες αυτές τις ανησυχίες με τον ίδιο τρόπο που θα διαχειριζόταν μια μάχη εταιρικής εξαγοράς: Κι αυτός είναι να επισημαίνει τα αδύναμα σημεία της άλλης πλευράς.
«Οι υποστηρικτές του Brexit δεν υποστηρίζουν ότι θα είμαστε σε καλύτερη θέση από οικονομικής άποψης αν φύγουμε από την Ένωση, το μόνο που μπορούν να υποστηρίξουν είναι ότι δεν θα είμαστε χειρότερα, και αυτό το βασίζουν στην πεποίθηση τους ότι η ΕΕ θα μας προσφέρει μια επωφελή συμφωνία για την αποχώρηση μας», λέει ο Ράντ. «Αυτό θα είναι το μεγαλύτερο στοίχημα-ρίσκο όλων των εποχών για το Ηνωμένο Βασίλειο και πιστεύω ότι τελικά η πλειοψηφία των Βρετανών δεν θα θέλουν να το διακινδυνεύσουν», προσθέτει.
«Πολιτικό Ον»
Αν ο Ράντ ακούγεται ως ένας έμπειρος αναλυτής της τέχνης της πολιτικής, αυτό συμβαίνει επειδή όντως είναι. «Πάντα αγαπούσε την πολιτική», λέει ο Ρόμπερτ Πέστον, φίλος του και πρώην συνάδελφός του στους FT. «Νομίζω ότι αυτή η φίλο-ευρωπαϊκή εκστρατεία είναι μέρος αυτής της επιθυμίας που έχει. Εκπληρώνει έτσι μια σημαντική εσωτερική του ανάγκη». Ο Ράντ είναι ένας «άνθρωπος αρχών και αξιών», προσθέτει ο Πέστον, ο οποίος τονίζει ότι ο ίδιος δεν επιθυμεί να εκφράσει τις απόψεις του σχετικά με το «Brexit», δεδομένου ότι είναι ο πολιτικός συντάκτης του ITV, ενός από τα κορυφαία τηλεοπτικά κανάλια της Βρετανίας .
Η πολιτική είναι πανταχού παρούσα στη βιογραφία του Ράντ - από τότε που ως νεαρός ακόμη δήλωνε στον πατέρα του ότι ήθελε να γίνει πρωθυπουργός της χώρας μια μέρα, μέχρι την εκλογή του ως Πρόεδρος της Ένωσης της Οξφόρδης, του φόρουμ διαλόγου δηλαδή του φημισμένου βρετανικού πανεπιστημίου. Σύντομα ακολούθησε η ενασχόληση του με τον Ντέιβιντ Όουεν, έναν από τους ιδρυτές του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, και στη συνέχεια η δημοσιογραφία.
Στους FT, ο Ράντ έγινε γνωστός για την αποκαλυπτική του δημοσιογραφία και για την στενή του φιλία με τον Πέστον, κάτι το οποίο οδήγησε στο να τους απονεμηθεί το παρατσούκλι, «Ο Πέστ και ο Αρουραίος», από ένα γνωστό παιδικό τηλεοπτικό πρόγραμμα της Βρετανίας.
«Γκουρού της Επικοινωνίας»
Εκεί όμως που ο ήρωας του παιδικού παραμυθιού είναι παράτολμος και δυναμικός, ο Ρόλαντ ο δημοσιογράφος, και μετέπειτα γκουρού των PR, διέθετε πάντα μια μυστηριώδη γοητεία και ικανότητα να τα καταφέρνει αβίαστα και ήρεμα. Εκείνοι ωστόσο που έχουν βρεθεί απέναντι του υποστηρίζουν ότι υπάρχει μια πλευρά του, που δεν είναι καθόλου γοητευτική και καθόλου ήρεμη. Ο Ράντ είναι ένας πολύ δύσκολος άνθρωπος, ειδικά όταν αισθάνεται ότι οι κάποιοι τον έχουν προδώσει.
Δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος για τον Ράντ ώστε να συνειδητοποιήσει ότι το ταλέντο του στην επικοινωνία δεν μπορούσε να περιοριστεί στις «ροζ» (οικονομικές) σελίδες μιας εφημερίδας. «Ήμασταν πολύ στενοί φίλοι εκείνη την εποχή», θυμάται ο Πέστον, «και όπως θυμάμαι ότι του είχα πει, οι δημόσιες σχέσεις δεν ήταν τότε ακόμη ένα οργανωμένο και εξειδικευμένο επάγγελμα».
Ως φοιτητής ακόμη, ο Ράντ είχε εντοπίσει έναν πιο εξελιγμένο τρόπο από τα δελτία τύπου και τις «ερασιτεχνικές» καμπάνιες της εποχής. Με την παροχή υψηλού επιπέδου επαγγελματικών συμβουλών στον τομέα της επικοινωνίας και της στρατηγικής, ήταν σε θέση να χρεώνει υψηλές αμοιβές για τις υπηρεσίες του. Η εταιρεία του, η «Finsbury» τα πήγε τόσο καλά που, μετά από χρόνια ανάπτυξης, ο Ράντ την πούλησε το 2001, σε μια συμφωνία που του απέφερε 40 εκατομμύρια βρετανικές λίρες (€ 51.300.000).
Ο Ράντ παρέμεινε για κάποιο διάστημα ώστε να βοηθήσει τον Μάρτιν Σόρελ, το νέο αφεντικό, και να επιβλέψει την επέκταση της εταιρείας, συμπεριλαμβανομένου του μεγάλου ανοίγματος της στις ΗΠΑ. Όπως λένε συνεργάτες του, τα τελευταία χρόνια, έχει κάνει ένα βήμα πίσω από την ενασχόληση του με την «Finsbury».
Ακόμη και ως δημοσιοσχεσίτης, ο Ράντ συνεχίζει να γοητεύεται από τις συζητήσεις με τους συναδέλφους του, τους επαγγελματίες της επικοινωνίας. «Όταν νιώθει έντονα για ένα θέμα, λέει την άποψη του στους πελάτες του ξεκάθαρα, ακόμη και αν αυτό θα μπορούσε να βλάψει την σχέση του μαζί τους», υποστηρίζει ένας φίλος του. «Αυτό είναι σπάνιο χαρακτηριστικό για κάποιον που ασχολείται με τις δημόσιες σχέσεις». Οι φίλοι του αποκαλύπτουν επίσης ότι ο εναγκαλισμός του με την εκστρατεία υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ, ενόχλησε μερικούς από τους ευρωσκεπτικιστές πελάτες του. «Αλλά αυτό δεν φαίνεται να τον απασχολεί ιδιαίτερα», λέει ένας φίλος.
«Βασιλικές τιμές»
Τι είναι όμως αυτό που επιδιώκει τώρα; γιατί ασχολείται με τόσο πάθος. Σύμφωνα με ανθρώπους που τον γνωρίζουν καλά, η κινητήριος δύναμη είναι η επιθυμία να αναγνωρισθεί το έργο του από την ίδια την Βασίλισσα. Ποθεί διακαώς μια τιμητική διάκριση από το παλάτι που θα επισφραγίσει την επιτυχημένη καριέρα του. Είτε αυτό θα σημαίνει έναν τίτλο τιμής, είτε ακόμη καλύτερα μια έδρα στη Βουλή των Λόρδων, την ανωτάτη τιμή του παραδοσιακού βρετανικού κατεστημένου. Ο Κάμερον, ένας πρώην ειδικός στις Δημόσιες Σχέσεις και σημερινός ηγέτης τόσο της χώρας, όσο και του αγώνα ενάντια στο «Brexit, ίσως να συμβάλει καθοριστικά σε αυτήν του την επιδίωξη, δεδομένου ότι οι πρωθυπουργοί μπορούν να προτείνουν τέτοιες τιμητικές διακρίσεις στο Παλάτι.
Όταν ρωτήθηκε σχετικά, ο Ράντ ξεκαρδίστηκε στα γέλια και υποστήριξε ότι έχει πολύ πιο πιεστικά ζητήματα να τον απασχολούν αυτή την στιγμή. Και μάλλον αυτό είναι αλήθεια, τουλάχιστον ως τις 23 Ιουνίου.
(Πηγή: Politico.eu)