Ενας μεγαλόσωμος, μεσήλικας άνδρας, περνά από την πλατεία Βικτωρίας, βγάζοντας βόλτα τον σκύλο του. Ενα αγόρι από το Αφγανιστάν τον δείχνει στο νέο του φίλο, τον Αμπντούλ Γουαρίς. «Είναι από αυτούς που έρχονται τη νύχτα», του λέει.
Τα μάτια του Αμντούλ ανοίγουν διάπλατα. «Είναι ΟΚ. Δεν θέλουν ανήλικους. Παίρνουν νεαρούς άνδρες που είναι πρόθυμοι να πάνε στο σπίτι τους, να κάνουν ένα ντους και με 10-15 ευρώ να κάνουν σεξ μαζί τους. Κάποιοι πηγαίνουν, εκείνοι που έχουν ξεμείνει από χρήματα», του εξηγεί. Είναι η ύποπτη νυχτερινή οικονομία που έχει αναπτυχθεί, σε μία πλατεία που γίνεται το «σπίτι» ολοένα και περισσότερων προσφύγων, σχολιάζει ο Observer, που βρέθηκε εκεί.
Ο Αμπντούλ έφτασε μόνος του στην πλατεία Βικτωρίας περίπου στις 7 το πρωί, τη στιγμή που 200-300 άνθρωποι που κοιμούνταν εκεί είχαν αρχίσει να ξυπνάνε, για μία ακόμη ημέρα αναμονής. Αφησε το Αφγανιστάν πριν από δύο μήνες και μιλά στη βρετανική εφημερίδα για την προσπάθειά του να συναντήσει την αδερφή του, Μίνα, η οποία ζει στη Γερμανία τα τελευταία έξι χρόνια. Η μητέρα τους έχει πεθάνει, ο πατέρας τους είναι πίσω στην Καμπούλ.
«Είμαι 13 χρονών και οχτώ μηνών», λέει. «Είμαι μόνος», συμπληρώνει. Οι άλλοι νεαροί Αφγανοί του δείχνουν τα «κατατόπια». Το πράσινο κουτί είναι αυτό που χρησιμοποιούν για να φορτίζουν τα κινητά τηλέφωνα. Του δείχνουν το καφέ στο οποίο ο ιδιοκτήτης δεν τους επιτρέπει να πλησιάσουν και ένα φιλικότερο, στο οποίο επιτρέπεται η χρήση του μπάνιου, με προϋπόθεση την αγορά ενός καφέ. Κανείς δεν του δείχνει το δέντρο στο οποίο δύο άνδρες κρεμάστηκαν αυτή την εβδομάδα, επιχειρώντας να αυτοκτονήσουν.
«Ηταν σοκαριστικό, ξαφνικό. Δεν είπαν ότι θα το κάνουν. Ο ένας, από ότι μαθαίνουμε, πέθανε. Ο άλλος είναι ακόμη στο νοσοκομείο», λέει ο Σακίμπ Σαρζάι, επίσης Αφγανός.
Μέχρι το μεσημέρι, οι κουβέρτες με τις οποίες τυλίγονται τα βράδια έχουν διπλωθεί. Υπάρχουν πολλές νέες αφίξεις στην περιοχή. Κάποιοι συζητούν μεταξύ τους, τα παιδιά κάθονται στα πόδια των γονιών τους, 1-2 από αυτά κλωτσάνε μία μπάλα. Υπάρχει μία περίεργη ησυχία, για ένα τόσο μεγάλο πλήθος ανθρώπων, σχολιάζει ο Observer. «Είναι απλά αναμονή. Για δύο ώρες, δύο ημέρες, τρεις μήνες», λέει ο Σαρζάι. «Ακουσες τίποτα για τα σύνορα;», ρωτά όλο ελπίδα.
Στην πλατεία φτάνουν αρκετοί άνθρωποι, με σακούλες με φαγητό, πορτοκάλια και ψωμί. Στις 8 το βράδυ του Σαββάτου ο Θανάσης, ιδιοκτήτης εστιατορίου στην Καισαριανή, έφτασε με μερίδες ψαρόσουπας. Λίγο αργότερα, ένας 76χρονος έρχεται με τέσσερα σάντουιτς που έφτιαξε. «Φέρνει σάντουιτς όταν το αντέχει η τσέπη του, όχι ότι πραγματικά το αντέχει», λέει η Ευαγγελία Παπαγιαννίδου, δασκάλα, πρώην σκηνοθέτης. Παλιότερα, πήγαινε στην πλατεία με ψωμί για να ταΐσει περιστέρια και γάτες. Τώρα, ταΐζει ανθρώπους.
«Οι περισσότεροι φούρνοι μου δίνουν αυτά που θα πετούσαν. Σε κάποιους πρέπει να λέω ότι είναι για την οικογένειά μου. Ενας μπ@@@δος εδώ κοντά ρίχνει χλωρίνη στο ψωμί που πετάει», λέει.
Την ώρα που μιλά, ένας ηλικιωμένος Κούρδος την πλησιάζει και της δείχνει το αφτί του και εκείνη του δίνει μία κρέμα. Τον δάγκωσε κάποιο τρωκτικό ενώ κοιμόταν. Από την πλατεία έχουν απομακρυνθεί οι τουαλέτες, για να αποθαρρύνονται οι πρόσφυγες. Ομως, δεν έχουν πού αλλού να πάνε, σχολιάζει ο Observer.
«Δεν έχω δει ποτέ ξανά τόσο άσχημη την κατάσταση στην Αθήνα, όσο τις τελευταίες ημέρες», σχολιάζει η Δήμητρα Κουτσαύλη, που δουλεύει με τους Γιατρούς του Κόσμου. «Η κατάσταση εδώ επιδεινώνεται. Πρόσφυγες είναι σε όλη την πόλη, σε πλατείες, στο λιμάνι. Σύμφωνα με την αποστολή μας στον Πειραιά, εκεί υπάρχουν χιλιάδες άτομα, ανάμεσά τους πολλά παιδιά», συμπληρώνει.
«Δεν θέλουμε να καθόμαστε εδώ. Απλά ζητάμε να ανοίξουν τα σύνορα», λέει από την πλευρά του ο Σαρζάι. Στη χώρα μου υπάρχει το Ισλαμικό Κράτος, οι Ταλιμπάν, βόμβες κάθε ημέρα και καμία δουλειά», εξηγεί. «Οπότε το έσκασα. Τι μπορούσα να κάνω;», ρωτάει.
Η Ανεέσα έφτασε κοντά στα σύνορα. Ομως, η Αφγανή ήταν σε λεωφορείο που επέστρεψε από την Ειδομένη στην Αθήνα, μετά από 3 εβδομάδες αναμονής και ελπίδας. «Είναι σκληρό να πρέπει να γυρίσεις τη στιγμή που το μόνο που θέλεις να κάνεις είναι να συνεχίσεις», λέει.