Εξι χρόνια ακριβώς μετά την αυτοκτονία του, στις 11 Φεβρουάριου του 2010, ο Alexander McQueen παραμένει ένας από τους πιο ανατρεπτικούς οραματιστές της διεθνούς μόδας.
Ο Βρετανός σχεδιαστής μόδας που εντυπωσίασε τον κόσμο της υψηλής ραπτικής από τα πρώτα κιόλας βήματα του, έθεσε τέλος στην ζωή του σε ηλικία μόλις 40 ετών, στο σπίτι του στην βρετανική πρωτεύουσα, στο Mayfair του Λονδίνου, όπου και βρέθηκε απαγχονισμένος από την οικονόμο του.
Το πρωινό εκείνο συμπληρωνόντουσαν εννιά ημέρες από τον θάνατο της μητέρας του που έπασχε από καρκίνο και το ταλαντούχο παιδί της βρετανικής μόδας ήταν απαρηγόρητο. Η έκθεση των αστυνομικών αρχών ανέφερε ότι πριν τον θάνατο του, ο McQueen είχε καταναλώσει μεγάλη ποσότητα από παυσίπονα, ηρεμιστικά και ίσως ναρκωτικά.
Το 2014 αποκαλύφθηκε ότι ο McQueen γνώριζε πριν τον θάνατο του ότι ήταν θετικός στον HIV/AIDS και ότι πίστευε ότι του είχε μεταδοθεί απο τον σύντροφο του, George Forsyth, όοποιος και πέθανε απο υπερβολική δόση απο παυσίπονα. Οι γονείς ωστόσο του Forsyth αρνήθηκαν, με μια σειρα συνεντεύξεων τους στα βρετανικά μέσα, ότι ο γιός τους ήταν θετικός στον ιό.
Ο ίδιος πάντως ο McQueen άφησε ένα πολύ σύντομο αποχαιρετιστήριο μήνυμα που έγραφε: «Να προσέχετε τα σκυλιά. Συγνώμη, Σας αγαπώ. Lee», όπως συνήθιζαν να τον αποκαλούν οι φίλοι του.
Ο Αλεξάντερ Λη ΜακΚουιν, όπως ήταν το πλήρες όνομα του, γεννήθηκε στο Λούισαμ του ανατολικού Λονδίνου το 1969, το μικρότερο από τα 6 παιδιά της οικογένειας ενός οδηγού ταξί και μεγάλωσε σε δημόσιο ξενώνα, ή όπως είναι γνωστά στην Αγγλία ως «council flats».
Από πολύ μικρή ηλικία ανακάλυψε την ροπή του προς τον χώρο της μόδας αλλά και το αστείρευτο ταλέντο του, σχεδιάζοντας φορέματα για τις τρεις μεγαλύτερες αδερφές του. Στα 16 του είχε πάρει κιόλας την απόφαση του και παρατάει το σχολείο για να αφοσιωθεί στην μεγάλη του αγάπη.
Αμέσως πιάνει δουλειά στον γνωστό βρετανικό οίκο Savile Row όπου μαθαίνει όλα τα μικρά μυστικά της κατασκευής ανδρικών κουστουμιών και διαπρέπει στο ράψιμο, ένα ταλέντο που θα τον καταξιώσει παγκοσμίως αργότερα. Άλλωστε, μεταξύ άλλων, ένα από τα πράγματα που τον έκαναν γνωστό είναι η εισαγωγή της τεχνοτροπίας των ανδρικών κουστουμιών που έμαθε να κατασκευάζει στον Savile Row, στην γυναικεία ένδυση.
Αφού κάνει μια σύντομη στάση στον Koji Tatsuno, στα 21 του φεύγει για το Μιλάνο, όπου θα εργαστεί στον πρώτο διεθνούς εμβέλειας οίκο, τον ιταλικό Romeo Gigli. Με την επιστροφή του στην πατρίδα του, πραγματοποιεί μεταπτυχιακές σπουδές στην φημισμένη Σχολή St Martin's.
Η πτυχιακή κολεξιόν του αγοράζεται εξ ολοκλήρου από έναν άλλον θρύλο της μόδας στο Ηνωμένο Βασίλειο, από την διευθύντρια περιοδικών μόδας, την Isabella Blow, η οποία επίσης αυτοκτονεί το 2007, με τον McQueen να αφιερώνει στην μνήμη της την επόμενη κολεξιόν του.
Ο McQueen αφήνει έκπληκτους τους fashionistas ανά τον κόσμο με το αυστηρό, αλλά συνάμα θεατρικό στυλ των δημιουργιών του, με τα διεθνή μέσα ενημέρωσης να τον χαρακτηρίζουν «ένα πολλά υποσχόμενο σχεδιαστή» και δεξιοτέχνη του ραψίματος. Η ιδιοφυΐα του είναι τέτοια ώστε μπορεί και συνδυάζει το μακάβριο στοιχείο με τον ρομαντισμό, το εξωπραγματικό με το χρηστικό, το tribal με το chic.
Το 1999 κάνει το μεγάλο άλμα και βρίσκεται στον Givenchy. Εκεί θα αντιδικήσει με τον ιδρυτή του, θα τρομάξει όλα σχεδόν τα στελέχη του με το ανατρεπτικό του στυλ και έτσι θα αποχωρήσει πολύ σύντομα. Ήδη όμως έχει "φτιάξει" όνομα με αυτόν τον τρόπο. Το 2000 θα βρεθεί στον κορυφαίο οίκο μόδας στον κόσμο, τον Gucci, του οποίου ηγείται ο θρυλος του στυλ, ο Tom Ford, και που αγοράζει το 51% της επωνυμίας που έχει δημιουργήσει.
Η περίοδος που βρέθηκε στον Givenchy τον είχε χαρακτηρίσει ως το «κακό παιδί» της διεθνούς μόδας, προσωνυμία που θα τον ακολουθούσε μέχρι το τέλος της ζωής του. Άλλωστε ο ίδιος έγραφε στις ετικέτες των ρούχων του την φράση «l’ enfant terrible » αποδεχόμενος την μοιρα του.
Ο McQueen ήταν ήδη γνωστός για τον εκρηκτικό χαρακτήρα του και για το ότι δεν κρατούσε το στόμα του κλειστό. Λεγεται μαλιστα ότι όταν έραψε ένα κοστούμι για τον Πρίγκιπα Κάρολο έγραψε στην φόδρα του «είμαι μ#*#κας», ενώ αναφερόμενος στην συλλογή που είχε δημιουργήσει για τον Givenchy δήλωσε στο Vogue ότι «είναι σκ#*α».
Στο διάστημα που συνεργάζεται με τον Gucci, ο Βρετανός σχεδιαστής θα μεγαλουργήσει και σύντομα θα αποτελέσει ίνδαλμα για τους στυλίστες σε όλον τον κόσμο, που εντυπωσιάζονται αν μη τι άλλο από τα θεατρικά σόου που παρουσιάζει στις πασαρέλες του.
Το 2007 έχει ανοίξει τα δικά του καταστήματα στις σημαντικότερες πρωτεύουσες του κόσμου και το όνομα McQueen γίνεται συνώνυμο του εκλεπτυσμένου, αλλά συνάμα «προχωρημένου» γούστου.
Γυναίκες και όχι μόνο, σε όλον τον κόσμο τον λάτρεψαν. Τα μοντέλα των επιδείξεων του ακόμη πιο πολύ. Την μεγαλύτερη τιμή όμως του έκαναν οι celebrities που κατά δεκάδες επέλεγαν τα ρούχα του για το κόκκινο χαλί μεγάλων διεθνών εκδηλώσεων.
Ήταν σίγουρες ότι, φορώντας ένα ρούχο του McQueen, θα κλέψουν τις εντυπώσεις και θα εξασφαλίσουν τα περίφημα τρια κλικ του φωτογραφικού φακού που θα τις έβαζε την επόμενη ημέρα στα περιοδικά μόδας όλου του κόσμου. Μεταξύ αυτών η Lady Gaga, η Bjork, η Kate Moss, η Naomi Cambell, η Katy Perry και πολλες άλλες.
Χαρακτηριστικές δημιουργίες του μεταξύ άλλων τα χαμηλοκάβαλα παντελόνια, που αμέσως γίνονται μόδα, τα παράξενα παπούτσια, τα καλοραμμένα φορέματα, οι λεπτομέρειες από δαντέλα, πούπουλα και τούλι. Σημαντικές οι επιρροές στον σχεδιασμό του και απο ιστορικά και πολιτισμικά στοιχεία.
Ο McQueen έλαβε δεκάδες βραβεία και διακρίσεις κατά τη διάρκεια του επαγγελματικού του βίου, ενώ η συλλογή για το 2009/2010 θεωρείται από τις πιο ευπώλητες συλλογές που έχουν ποτέ παρουσιασθεί.
Ο οίκος του συνεχίζει να λειτουργεί, αφού λίγες εβδομάδες μετά τον θάνατο του, τον Μάιο του 2010, η Σάρα Μπάρτον θα αναλάβει τα ηνία του -η σχεδιάστρια που έραψε το νυφικό της Κέιτ Μίντλετον για τον γάμο της με τον Πρίγκιπα Γουίλιαμ το 2011- αλλά εν απουσία του δεξιοτεχνίας και της φαντασίας του McQueen, τίποτα δεν θα είναι ξανά το ίδιο.