Ακόμη δεν έχει κλείσει τα 30 της χρόνια, αλλά η Χριστίνα Δημάκου έχει τέσσερα παιδιά. Ενα από αυτά, είναι 17 ετών.
Δεν έχουν την ίδια εθνικότητα, αλλά ούτε κοινό παρελθόν. Δύο από αυτές είναι από τη Συρία, ένα 17χρονο κορίτσι που διέφυγε από τη Δαμασκό όταν στρατιώτες προσπάθησαν να απαγάγουν εκείνη και τον αδερφό της, ο οποίος ήθελε να αποφύγει την στρατολόγηση, ένας 10χρονος από το Ιράν που λαχταρά να πάει στο σχολείο για πρώτη φορά και ένα μικρό κορίτσι από το Αφγανιστάν, που έχασε την οικογένειά της. Προς το παρόν, η Χριστίνα Δημάκου είναι ο φύλακάς τους και ο Guardian έκανε ένα αφιέρωμα στο έργο της νεαρής γυναίκας, αλλά και αρκετών ακόμη που κάνουν κάτι τέτοιο.
Τα φροντίζει στον αυτοσχέδιο καταυλισμό για πρόσφυγες στη Λέσβο. Αντί να ασκήσει τη δικηγορία στην Αθήνα, η Δημάκου μετακόμισε στο νησί. Η ζωή εκεί δεν θυμίζει το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε. Η στολή εργασίας της είναι ένα γιλέκο, τα μαλλιά της πιασμένα σε μία κοτσίδα. Πηγαινοέρχεται από τη Μυτιλήνη στον προσφυγική καταυλισμό με ένα ταλαιπωρημένο αυτοκίνητο, με διερμηνείς.
Είναι ένα από τα δεκάδες μέλη του δικτύου κηδεμονίας, ένα πρόγραμμα της οργάνωσης ΜΕΤΑδραση, με προορισμό να βοηθήσει τα αναρίθμητα χαμένα παιδιά που φτάνουν στις ελληνικές ακτές μόνα τους. Κάποια έχουν χωριστεί από τις οικογένειές τους διαφεύγοντας από τη Συρία, άλλα ξεκίνησαν μόνα τους για να βρουν μία νέα πατρίδα για τους συγγενείς που θα ακολουθήσουν. Σε πολλά έχουν πει ότι είναι η μοναδική ελπίδα της οικογένειάς τους.
Για να εξηγήσει την απόφασή της, η Δημάκου χρησιμοποιεί την αλληγορία του μικρού αγοριού και του αστερία. Κάθε ημέρα, πήγαινε στην παραλία και πετούσε πίσω στη θάλασσα μερικούς από τους αστερίες που πέθαιναν τους οποίες έβρισκε. Οταν τον ρώτησαν αν έκανε διαφορά, σε σχέση με τους χιλιάδες αστερίες που θα ξεβράζονταν, εκείνο απάντησε «Κάνω διαφορά για εκείνους που πετάω πίσω στο νερό».
«Δεν μπορώ να σώσω τον κόσμο ή να τον κάνω καλύτερο», παραδέχεται η Δημάκου μιλώντας στη βρετανική εφημερίδα. «Αλλά μπορώ να επηρεάσω τα πράγματα γύρω μου. Αν ο καθένας το κάνει αυτό, τότε ο κόσμος θα γίνει καλύτερος. Και εμείς θα γίνουμε καλύτεροι».
Κανένας δεν είναι σίγουρος πόσα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα φτάνουν στην Ελλάδα. Ο ρόλος της Δημάκου είναι να αναλάβει ευθύνη για κάποια από αυτά, να είναι ο άνθρωπός τους. Τα συμβουλεύει για τα νομικά δικαιώματά τους, τα βοηθά να έχουν πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη και προσπαθεί να τα κατευθύνει σε μία συνειδητή επιλογή, αντί να υποβάλλουν τους εαυτούς τους στους κινδύνους του δρόμου των λαθρεμπόρων στα Βαλκάνια.
Ομως, στη Λέσβο πασχίζει απέναντι σε ένα κύμα πανικόβλητων αφίξεων, με πολλούς από αυτούς να πιστεύουν ότι κλείνει η πόρτα μίας ιστορικής ευκαιρίας για να φτάσουν στη «γη της επαγγελίας» στη βόρεια Ευρώπη.
«Προσπαθώ να πείσω παιδιά, ακόμη και εννιά ετών, να ακούσουν εμένα και όχι τους διακινητές ή τους φίλους τους», λέει. «Για να τους πείσω να ακολουθήσουν τη νομική διαδικασία ώστε να ξαναβρούν τους συγγενείς τους».
Η συνομιλία της με τον Αχμέντ δείχνει πόσο δύσκολο είναι αυτό. Το αδύνατο αγόρι από το Αφγανιστάν, που φαίνεται μικρότερο από 15 ετών, έχει αρχίσει να ενοχλείται από τον περιορισμό του. Ενα από τα αγόρια στο κέντρο έλαβε μήνυμα που έλεγε ότι τα σύνορα της Ευρώπης θα κλείσουν την επόμενη εβδομάδα και ο Αχμέντ θέλει να μάθει αν αυτό αληθεύει. Η Δημάκου του απαντά ότι πρόκειται για φήμες, αλλά εκείνος δεν ηρεμεί. «Την Τρίτη έλεγαν ότι θα φύγω την Τετάρτη. Την Τετάρτη, ότι θα φύγω την Πέμπτη. Αλλά είμαι ακόμη εδώ», παραπονιέται.
Η Δημάκου τον πλησιάζει και σκύβει φτάνοντας στο ύψος των ματιών του. Του εξηγεί ότι υπήρξε μία απεργία που έχει καθυστερήσει την αναχώρηση όλων. Το αγόρι, που έχει οπλιστεί με καχυποψία και δυσπιστία για να επιβιώσει επί τρεις μήνες μακριά από το σπίτι του, στο Αφγανιστάν, δεν ησυχάζει. «Σου έχω πει ποτέ ψέματα;», τον ρωτά εκείνη. «Πού να ξέρω», της απαντά σηκώνοντας τους ώμους. Παρά τον όποιο πειρασμό να πει ένα ψέμα για να καθησυχάσει αυτά τα παιδιά, επιμένει ότι μόνο με την αλήθεια, παρά την πολυπλοκότητά της και την απογοήτευση που φέρνει, μπορεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους. Μετά από συζήτηση μισής ώρας ακόμη, ο Αχμέντ ηρεμεί.
Ηδη εκατοντάδες από αυτά τα τρομαγμένα παιδιά έχουν περάσει από τη ζωή της Δημάκου. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να έχει έξι παιδιά υπό την ευθύνη της, όπως και μερικές δεκάδες ακόμη που χρειάζονται το χρόνο και την προσοχή της.
«Εχεις πολύ λίγο χρόνο για να δημιουργήσεις μία λειτουργική σχέση. Αλλά τα παιδιά μπορούν να καταλάβουν ποιος πραγματικά προσπαθεί να τα βοηθήσει και ποιος τα βλέπει ως αριθμό ή ως ένα φάκελο. Πρέπει να τα αφήσεις να σου πουν την ιστορία τους. Να τους επιτρέψεις να σταματήσουν εκείνα να είναι οι δυνατοί, ακόμη και για λίγο».
«Θέλω να μπορώ να τους επιτρέψω να είναι ξανά παιδιά. Να παραδεχθούν ότι τους λείπει η μητέρα τους», προσθέτει. Είναι λογικό να αισθάνονται περιορισμένα αυτά τα παιδιά εκεί, πίσω από το φράχτη, σχολιάζει ο Guardian. Μόλις φύγουν από εκεί και φτάσουν στην ενδοχώρα, μπαίνουν σε ένα από τα ιδρύματα φροντίδας, αλλά τα περισσότερα επιλέγουν να εξαφανιστούν, παρά να περιμένουν έως και επτά μήνες για τη νόμιμη επανένωσή τους με συγγενείς τους που βρίσκονται αλλού στην ΕΕ.
Πίσω στον προσφυγικό καταυλισμό, η Δημάκου έχει ένα παιχνίδι που παίζει για να «σπάσει ο πάγος» ανάμεσα στα παιδιά, καθώς ολοένα και περισσότερα φτάνουν καθημερινά. Στέκονται σε κύκλο και τους ζητά να πουν το όνομά τους, ενώ τους δίνεται μία μπάλα. Πριν το ένα παιδί τη δώσει σε κάποιο άλλο, πρέπει να πουν το όνομα εκείνου που παίρνει την μπάλα.
Οσο για τη ζωή της Δημάκου, προς το παρόν έχει αφήσει πίσω της το σπίτι, τις γάτες, τους φίλους και την οικογένειά της. Επιμένει ότι οι άνθρωποι που πραγματικά ανήκουν στη ζωή της, θα καταλάβουν γιατί επέλεξε να γίνει φύλακας παιδιών. «Δεν χρειάζομαι εγώ συναισθηματική υποστήριξη. Εκείνα υποφέρουν. Είναι χωρίς τους γονείς τους, χωρίς εκπαίδευση, χωρίς μέλλον. Ποια είμαι εγώ που θα πω ότι σηκώνω ένα βάρος;», διερωτάται.
Στο κινητό της έχει τη φωτογραφία ενός 14χρονου αγοριού. Είναι ο Ανας, ένα παιδί από την Παλαιστίνη, που είχε προβλήματα φτάνοντας στη Λέσβο. Μαλάκωσε μόνο όταν η Δημάκου πέρασε χρόνο μαζί του και τον έπεισε ότι ήταν εκεί για να τον βοηθήσει.
Οταν έφυγε από τη Λέσβο, πήγαν μαζί στην Αθήνα και τοποθετήθηκε σε ένα ίδρυμα. Αργότερα το έσκασε, για να καταφέρει να φτάσει στη Γερμανία όπως ονειρευόταν. Με μηνύματα στο κινητό, της έλεγε για το ταξίδι του με «σπαστά» αγγλικά. Τα μηνύματα και οι φωτογραφίες ενώ περνούσε από αφιλόξενα σύνορα και περίεργες πόλεις ήταν γεμάτες φόβο αλλά και ενθουσιασμό.
Στο τελευταίο του μήνυμα, από τη Γερμανία, της έδωσε την υπόσχεση ότι δεν θα ξεχάσει τη βοήθειά της. «Χριστίνα, είσαι το ίδιο με τη μητέρα μου», καταλήγει. Μετά από τόσες πολλές νύχτες που ανησυχεί για τη μοίρα των χαμένων παιδιών, αυτό το μήνυμα λέει, ήταν η καλύτερη στιγμή της ζωής της.
Φωτογραφίες: Guardian