Μέσα σε ένα περίπτερο για 33χρόνια, ο παλαιότερος εν ενεργεία ιδιοκτήτης περιπτέρου στη Θεσσαλονίκη δηλώνει περισσότερο «περιπτεράς», παρά Θεσσαλονικιός.
Από τον Θεολόγο Ηλιού
Για 33 χρόνια ο Θέμης Παπαδόπουλος δεν έχει αλλάξει ποτέ μέρος, το περίπτερό του βρισκόταν και βρίσκεται στην στην οδό Βασιλίσσης Όλγας 57. Μέσα από το περίπτερο έχει γνωρίσει την Θεσσαλονίκη, ενώ πια έχει συνηθίσει τον ήχο από τα αυτοκίνητα που εδώ και χρόνια περνάνε πίσω από την πλάτη του. Το περίπτερο της Βασιλίσσης Όλγας είναι κυρίως γνωστό με το παρατσούκλι «το περίπτερο του Σουηδού».
«Τίποτα μονιμότερο από το προσωρινό»
Οι γονείς του κυρίου Παπαδόπουλου έφυγαν από το Κιλκίς την δεκαετία του 60’ στην Σουηδία ως οικονομικοί μετανάστες. Εκεί, ο ίδιος, σπούδασε ηλεκτρολόγος, αλλά μόλις στα 23 ήρθε γύρισε στην Ελλάδα και αμέσως μπήκε στο περίπτερο, όπου είναι μέχρι σήμερα. «Το περίπτερο το ξεκίνησε ο πατέρας μου το 1982 και γύρισα μαζί του από Σουηδία να τον βοηθήσω, αλλά το αποτέλεσμα ήταν να μην έχω κλειδιά και ρολά γιατί το δουλεύω 24 ώρες εδώ και 33 χρόνια. Ξέρεις δεν είναι τίποτα μονιμότερο από το προσωρινό.»
Ο λόγος που τους οδήγησε να αποφασίσουν να ανοίξουν το περίπτερο ήταν το γεγονός ότι «η δεκαετία του 80 ήταν η χρυσή η εποχή της Ελλάδος. Ήταν μια δουλειά που τότε είχε πολλές αβάντες, διότι δεν υπήρχαν ακόμα τα μεγάλα μάρκετ, δεν υπήρχε ο περιφερειακός και ο κόσμος περνούσε της Β. Όλγας… Την εποχή εκείνη λοιπόν δεν το κρύβω πως βγάζαμε πολλά λεφτά και άντεχες την κάθε κακουχία γιατί είχες ένα πολύ καλό τζίρο με διαφορετικό ποσοστό κέρδους από ότι σήμερα. Το περίπτερο με απορρόφησε ολοκληρωτικά και πέρασαν τα χρόνια, χωρίς να το καταλάβω…».
«Δεν θέλει πολύ μαγκιά στο περίπτερο»
Όπως προανέφερε το επάγγελμα του περιπτερά δεν είναι καθόλου εύκολο, 33 χρόνια έχει συναντήσει πολλές δυσκολίες που προέρχονται από πολλούς παράγοντες. «Οι περισσότερες δυσκολίες και ζημίες ήταν από τον καιρό. Μόνο η ζέστη παλεύεται και είναι υπέρ μας γιατί καταναλώνεται το υγρό στοιχείο του περιπτέρου, από το οποίο βγάζει τα μεγαλύτερα κέρδη. Την νύχτα στο περίπτερο ανα πάσα στιγμή τρέμεις να μην φας «πέσιμο». Την νύχτα γενικά βλέπεις μεθυσμένους, ντουμανιασμένους… πρέπει ένας περιπτεράς να έχει καλή διαχείριση γλώσσας και καλή συμπεριφορά, δεν θέλει πολύ μαγκιά. Αλλά και το πρωί κλέβουν τα περίπτερα και κλέβουν κυρίως οι καλοντυμένοι που δεν πάει το μυαλό σου. Όποιος περιπτεράς πει ότι δεν τον κλέβουν, πρέπει να κοιμάται παραπάνω από το κανονικό».
Τον τελευταίο καιρό πολλά περίπτερα της πόλης έχουν κατεβάσει ρολά. Ο κύριος Παπαδόπουλος πιστεύει ότι «η μεγαλύτερη αιτία είναι η κακή διαχείριση και μετά τα ποσοστά κέρδους, που είναι εξευτελιστικά, όπως αυτά του τσιγάρου». Σημαντικό παράγοντας είναι και «οι αλυσίδες και τα μάρκετ που έχουν γίνει πάρα πολλά και ο ανταγωνισμός έχει αυξηθεί. Ουσιαστικά ένας περιπτεράς είναι κρατικός εισπράκτορας πλέον. Επίσης η αγοραστική συμπεριφορά του κόσμου είναι πλέον εντελώς διαφορετική, πια ψάχνουν συνέχεια τις τιμές. Εγώ για να μην φέρνω σε δύσκολη θέση τον κόσμο, πάντα προσέχω πάνω στα προϊόντα να υπάρχουν οι τιμές.»
«Η νεολαία ξέρει τι θα πει κιμπάρης;»
Ο Θέμης Παπαδόπουλος αν και 33 χρόνια στην πόλη δεν έχει περπατήσει τους δρόμους της και τα σοκάκια της, αφού είναι συνέχεια στο περίπτερο, έτσι νιώθει περισσότερο περιπτεράς παρά Θεσσαλονικιός. Παρ’ όλα αυτά έχει ζήσει μέσα από το περίπτερο όλες τις χρυσές εποχές της Θεσσαλονίκης και γνωρίζει πολύ καλά τον χαρακτήρα και την ζωή των Θεσσαλονικιών. Σε ερώτηση που του έκανα αν οι Θεσσαλονικείς έχουν αλλάξει και αν υπάρχουν ακόμα υπάρχουν οι κιμπάριδες στην πόλη, μου απάντησε «Η νεολαία ξέρει τι θα πει κιμπάρης ;». Κάνοντας μια πρόχειρη σκέψη με την εικόνα που υπάρχει γύρω μας από την νεολαία, αυθόρμητα απάντησα όχι. «Εμ… Βλέπεις ;! Δεν υπάρχουν πια οι κιμπάρηδες. Αλλάξανε πολλά, παλιά πήγαινες στα μαγαζιά για καφέ και ούζο και έλεγες κερνάω, τώρα πριν μπεις σε ένα μαγαζί, βλέπεις μέσα να δεις αν είναι κανένας φίλος και μετά μπαίνεις, όχι λόγω τσιγκουνιάς αλλά γιατί όντως δεν έχεις. Η κρίση όπως και να έχει αλλοιώνει τον χαρακτήρα των ανθρώπων».
Η Θεσσαλονίκη από το 1980 έχει περάσει τρία οικονομικά στάδια, τώρα βρισκόμαστε στο τρίτο και χειρότερο. «Η χλιδή ήταν την δεκαετία του 80, που περίμενες να έρθει η νύχτα για να δουλέψεις πολύ περισσότερο, γιατί κυκλοφορούσε η ηλικία των 40-60 και ήταν χουβαρντάδες. Μέχρι το 95 αυτά, μετά ξεκίνησε το χρηματιστήριο και ο κόσμος ζούσε με λογιστικά κέρδη και στο τέλος φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Τώρα ο μέσος όρος ηλικίας που κυκλοφορεί την νύχτα είναι 23-24 με το χαρτζιλίκι από τον παππού. Η περίοδος που ζούμε τώρα είναι η πείνα, ο έλληνας δεν μπόρεσε να διαχειριστεί το ευρώ».
Η στιγμή που δεν ξεχνάει ποτέ
«1 Οκτωβρίου του 1990…Ημουν σχεδόν 2 μέρες μέσα στο περίπτερο και πετάχτηκα στις 5 το πρωί να κάνω ένα μπάνιο. Εκείνη την στιγμή που έφυγα πήρε φωτιά το περίπτερο από την διαφημιστική πινακίδα που είχε στο πάνω μέρος… Όταν γύρισα είχε καεί ολοσχερώς, αντέδρασα ψύχραιμα, δεν βλέπεις πίσω. Ευτυχώς με βοήθησε ο πατέρας μου, γενικά οι γονείς μου είναι στήριγμα. Μας μεγάλωσαν μια φορά όταν ήμασταν μικροί και μας μεγαλώνουν και τώρα που μεγαλώσαμε…»
Το πρώτο περίπτερο με... δορυφορική!
Το περίπτερο έγινε γνωστό το 1995, καθώς ήταν το πρώτο που έβαλε δορυφορικό πιάτο. Ενώ σήμερα εξω απο αυτό στήνεται καθημερινά ένας καφενές με φίλους του κυριού Θέμη αλλά και οδηγούς ταξί.
Πηγή: seleo
Φωτογραφίες: Ειρήνη Λογγινίδου