Ενα πλήρως κατατοπιστικό ρεπορτάζ που σκιαγραφεί με απόλυτη ακρίβεια την κατάσταση στην Ελλάδα, σήμερα, φιλοξενεί το γερμανικό περιοδικό Stern. Αυτό δε που έχει ιδιαίτερη αξία είναι το γεγονός ότι αρκετοί Ελληνες αξιωματούχοι προβαίνουν σε δηλώσεις – αποκαλύψεις που δύσκολα θα τις έκαναν δίνοντας συνέντευξη σε κάποιο ελληνικό έντυπο.
Το γενικό συμπέρασμα του περιοδικού είναι ότι «η Ελλάδα απειλείται με χρεοκοπία, ωστόσο οι πλούσιοι βγάζουν την περιουσία τους στο εξωτερικό. Οι πολιτικοί μαίνονται, οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν ξέρουν τι να κάνουν. Και οι φτωχοί πληρώνουν το μάρμαρο».
Το δημοσίευμα ξεκινά με το παράδειγμα του εφοπλιστή Γιώργος Προκοπίου ο οποίος, όπως σημειώνται όταν βρέθηκε στο στόχαστρο των φορολογικών Αρχών δύο ημέρες μετά την κλήση των Αρχών για τακτοποίηση της οφειλής του, σύμφωνα με διαρροή της ΕΥΠ, εκείνος μετέφερε στην Ελβετία 600 εκατομμύρια ευρώ. Ηταν ένα είδος προειδοποίησης του δισεκατομμυριούχου ότι θα ήταν καλύτερα να τον αφήσουν στην ησυχία του, παρά να μεταφέρει το σύνολο των επιχειρήσεών του στο εξωτερικό.
Ο Γιάννης Στουρνάρας, διευθυντής του ΙΟΒΕ, μιλώντας στο περιοδικό, επισημαίνει: «Είμαστε μια φτωχή χώρα των πλούσιων ανθρώπων. Και αυτοί οι πλούσιοι δεν πληρώνουν φόρους, επειδή λείπει η πολιτική βούληση. Εδώ συνεχίζει να κυριαρχεί το πελατειακό σύστημα. Τα συμφέροντα της πολιτικής και της οικονομίας είναι στενά συνυφασμένα, και οι πολιτικοί δεν είναι πρόθυμοι να αλλάξουν αυτό το καθεστώς».
Πριν από έναν χρόνο ακόμη ο Στουρνάρας ήταν αισιόδοξος ότι θα αποκαλυπτόταν το πραγματικό μέγεθος της φοροδιαφυγής από τον εντοπισμό μέσω δορυφόρου πολυτελών κατοικιών με πισίνες και τη δημοσιοποίηση λιστών με γιατρούς και δικηγόρους που πλήρωναν λιγότερους φόρους από τους βοηθούς τους.
«Αλλά δεν έπιασαν κανένα μεγάλο ψάρι», λέει. «Δεν ξέρω κανέναν που να καταδικάστηκε. Οι μικρομεσαίοι επωμίζονται το βάρος. Αυτό είναι απαράδεκτο. Αποτελεί ένα δηλητήριο για την κοινωνία, που θα ζητήσει να εκδικηθεί».
Από πλευράς του ο Γενικός Γραμματέας Πληροφοριακών Συστημάτων του υπουργείου Οικονομικών Διομήδης Σπινέλλης αναφέρει: «Αγωνιζόμαστε σε πολλά μέτωπα. Η είσπραξη των φόρων κοστίζει πολύ αίμα και ιδρώτα». Ο Σπινέλλης κατασκευάζει ήδη ένα ηλεκτρονικό σύστημα ελέγχου, στο οποίο θα διασταυρώνει πληροφορίες από διαφορετικές φορολογικές δηλώσεις. «Εργαζόμαστε μέχρι και τρεις συνεχόμενες μέρες χωρίς να κοιμόμαστε. Δεν είναι πάντοτε εύκολο να κινητοποιείς τους συνεργάτες σου».
Λέει ότι αναγκάστηκε να απολύσει 200 άτομα, που δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν σε αυτούς τους ρυθμούς λόγω οικογενειακών υποχρεώσεων. Όσοι έχουν απομείνει, λαμβάνουν λιγότερα χρήματα για περισσότερη δουλειά. Αλλά η αποστολή αξίζει. Το σύστημα του Σπινέλλη εντόπισε μερικούς φοροφυγάδες και κινητοποίησε τις τοπικές εφορίες. Ωστόσο, όπως προσθέτει και ο ίδιος «Η είσπραξη δεν είναι δική μου αρμοδιότητα, δεν γνωρίζω ποσά».
Σύμφωνα με φορολογικά στοιχεία, 20.000 ελεύθεροι επαγγελματίες έχουν ετήσιο εισόδημα μεγαλύτερο των 100.000 ευρώ και μόνο 73 φορολογούνται για εισόδημα μεγαλύτερο του ενός εκατ. ευρώ. Η πλειοψηφία, περίπου 700.000, δεν πληρώνουν ούτε ένα σεντ, επειδή το εισόδημά τους κυμαίνεται δήθεν κάτω των 12.000 ευρώ.
Ο καθηγητής οικονομίας Σάββας Ρομπόλης εκτιμά τις απώλειες από τη φοροδιαφυγή των ελευθέρων επαγγελματιών σε 15 δισ. ευρώ ετησίως. Αυτό και μόνο θα αρκούσε για να καλυφθεί το ετήσιο δημόσιο χρέος, ενώ αν προσέθετε κανείς και τους φόρους από τη ναυτιλία και τον τουρισμό, θα εξοικονομούσε άλλα 20 δισ. Και ενώ υπό άλλες συνθήκες στην Ελλάδα τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι τόσο καλά όπως και στη Σουηδία, δεν μπορούν να εισπραχθούν αξιόλογα ποσά.
Οσον αφορά την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής σε πρακτικό επίπεδο, ο διευθυντής του ΣΔΟΕ Νικόλας Λέκκας δηλώνει: «Η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να μη χρεοκοπήσει. Τώρα εφαρμόζουμε αυστηρά τους νόμους», ενώ ταυτόχρονα βγάζει μια λίστα και λέει: «Να ένας γιατρός. Σε επτά χρόνια έχει φορολογηθεί συνολικά για 172.000 ευρώ, ενώ στον λογαριασμό του διαθέτει 5,5 εκατ. ευρώ».
Ο νέος διευθυντής ακολουθεί την πορεία του προκατόχου του Γιάννη Καπελέρη, ο οποίος με την έναρξη της κρίσης δήλωνε στα μέσα ενημέρωσης ότι το πάρτι και ο καιρός που οι φοροφυγάδες κατέφευγαν σε βουλευτές ή στον υπουργό οικονομικών έχουν πια παρέλθει. Πολλοί Έλληνες τον πίστεψαν, διότι τους έδωσε θάρρος, ενώ απέσπασε και θετικά σχόλια από τον Τύπο.
Ο ίδιος ο Καπελέρης έγινε γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών. Τώρα ασχολείται με μια ομάδα 1.700 πολιτών, οι οποίοι διαθέτουν ακίνητα αξίας μεγαλύτερης του 1 δισ. ευρώ. «Μόνο για 19 περιπτώσεις υπάρχει μια οφειλή προς την εφορία της τάξης των 76 εκατ. ευρώ. Είμαστε αποφασισμένοι να αλλάξουμε πολλά. Αλλά χρειαζόμαστε χρόνο. Όλο το σύστημα της είσπραξης των φόρων πρέπει να αναδιοργανωθεί. Μου είναι δυσάρεστο να ξέρω πόσο μεγάλη είναι η έκταση της φοροδιαφυγής, ενώ οι μικρομεσαίοι υποφέρουν από τις αυξήσεις. Κάνουμε προόδους. Αλλά δεν είμαστε ακόμα στο επίπεδο του να μπορούμε να εισπράξουμε χρήματα από αυτούς που τα έχουν».
Από τους 1.200 υπαλλήλους του ΣΔΟΕ έδιωξε το 70%. «Ήταν ήδη πολύ καιρό εδώ. Παραείχαν εξοικειωθεί με την πελατεία τους». Πολλοί από τους νέους υπαλλήλους πρέπει να κάνουν εντατικά μαθήματα υπολογιστών, ενώ ο Λέκκας προσθέτει ότι τώρα πλέον μπορούν να έχουν πρόσβαση σε τραπεζικούς λογαριασμούς και να τους παγώσουν, πράγμα που γίνεται τώρα και από τις τοπικές εφορίες, καθώς δεν χρειάζεται πλέον η σύμφωνη γνώμη της δικαιοσύνης.
Ωστόσο ο οικονομολόγος Γιάννης Στουρνάρας μιλά για την απώλεια μιας ιστορικής ευκαιρίας. «Μια τέτοια ευκαιρία υπάρχει μόνο μια φορά. Αλλά ο πρωθυπουργός αντιμετώπισε κάπως ελαφρά το θέμα και διόρισε φίλους σε υψηλά αξιώματα, αφελείς νεαρούς». Ισχυριζόμενοι ότι θα βάλουν τους μεγάλους στη φυλακή, απλώς έμειναν στους ισχυρισμούς. «Δεν είχαν τα μέσα να εφαρμόσουν αυτές τις αξιώσεις. Οι πλούσιοι έχουν καλούς δικηγόρους και έξυπνους συμβούλους», με αποτέλεσμα τη δημιουργία πολλών off shore εταιρειών, την καταγραφή των σκαφών στην Τουρκία και τη μεταφορά χρημάτων στην Ελβετία, όπου έχουν καταλήξει σε λογαριασμούς Ελλήνων περίπου 600 δισ. ευρώ. «Και το πάρτι συνεχίζεται», προσθέτει ο Στουρνάρας.
Τέλος, υπάρχει ειδική αναφορά στη συναυλία του Αντώνη Ρέμου τον Ιούλιο του 2009 στη Μύκονο. Οι ελεγκτές του υπουργείου Οικονομικών διαπίστωσαν ότι δεν είχαν εκδοθεί αποδείξεις για 1.500 εισιτήρια, ενώ η ύπαρξή τους δεν είχε καταγραφεί στα λογιστικά βιβλία. Και ενώ το πρόστιμο θα έπρεπε να ανέλθει σε δυο εκατομμύρια, η τοπική εφορία το μείωσε σε 10.000 ευρώ. Η υπόθεση αυτή φαίνεται ότι χάθηκε στον λαβύρινθο της ελληνικής δικαιοσύνης, σημειώνει το «Stern».
Πηγή: Το Βήμα