Φτου κι από την αρχή! Δυσάρεστη έκπληξη επεφύλαξε τελικά η δεύτερη τηλεδιάσκεψη του υπουργείου Οικονομικών με τη Τρόικα, καθώς αποδείχθηκε ότι δεν υπήρχε απλώς διαφορά απόψεων και εκτιμήσεων μόνο για τον φετινό και τον επόμενο Προϋπολογισμό αλλά ολόκληρο χάσμα για το πώς ακριβώς θα αντιμετωπιστεί δημοσιονομικά έως το τέλος του 2014, η βαθιά ύφεση που θα «σκεπάσει» και το 2012.
Τι σημαίνει αυτό; Πολύ απλά ότι οι δύο πλευρές ξανανοίγουν το Μεσοπρόθεσμο, καθώς όπως ανέφερε υπηρεσιακός παράγοντας του υπουργείου Οικονομικών μετά τη τηλεδιάσκεψη, «οι αλλαγές στις μακροοικονομικές προβλέψεις οδηγούν σε επικαιροποίηση του Μεσοπρόθεσμου».
Πρακτικά, το πρόβλημα ήταν εμφανές εδώ και εβδομάδες και είχε να κάνει με το ότι ακόμα κι αν η Ελλάδα κατάφερνε να πετύχει το στόχο του Ελλείμματος σε απόλυτους αριθμούς (17 δισ. ευρώ από 22 ευρώ πέρσι), ο στόχος ως ποσοστό του ΑΕΠ (7,6%) δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί λόγω πολύ μεγαλύτερης ύφεσης (5,5% αντί 3,9%). Το πρόβλημα αυτό δεν αφορά, δε, μόνο στο 2011 αλλά και στο 2012, καθώς ενώ αρχικά προβλεπόταν ανάπτυξη 0,6%, οι νεώτερες προβλέψεις κάνουν λόγο για ύφεση 2,5%, ανατρέποντας έτσι στη πράξη τον σχεδιασμό όλου του Προγράμματος.
Τι πρέπει να περιμένουμε τις επόμενες ημέρες; Κάποια μέτρα να έρθουν πιο γρήγορα για να βοηθήσουν στην επίτευξη των στόχων της διετίας 2011- 2012 και κάποια άλλα να πάνε πιο πίσω, με τη λογική ότι η ανάπτυξη θα έρθει το 2013 για να συνδράμει και τη δημοσιονομική προσπάθεια. Αυτό σημαίνει, όμως, πρακτικά ότι η προσαρμογή, τα δημοσιονομικά μέτρα της περιόδου 2011- 2012 θα «πυκνώσουν» έτσι ώστε να μην υπάρξει πρόβλημα στη συνέχεια. Υπό αυτό το πρίσμα, λοιπόν, οι δύο πλευρές κατέληξαν στο πλαίσιο των δράσεων που απαιτούνται και επ΄αυτού θα ολοκληρωθούν οι διαβουλεύσεις με τους επικεφαλής της Τρόικας την επόμενη εβδομάδα κι ενώ θα έχουν προηγηθεί συζητήσεις του Ευάγγελου Βενιζέλου με την Κριστίν Λαγκάρντ στην Ουάσινγκτον.
Από τα παραπάνω συνάγεται με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι οι ανακοινώσεις που θα ακολουθήσουν τις επόμενες ημέρες θα φέρουν τα πάνω- κάτω σε μισθούς, συντάξεις, φορολογία, ενώ κρίσιμες χαρακτηρίζονται οι διαβουλεύσεις για το εργασιακό μέλλον χιλιάδων υπαλλήλων του στενού και ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς όλα θα κριθούν από το εάν θα πειστούν οι δανειστές μας ότι το πιο τολμηρό πρόγραμμα εργασιακής εφεδρείας (25.000 σε πρώτη φάση, 50.000 συνολικά) μπορεί να αποδώσει τα προσδοκώμενα δημοσιονομικά οφέλη, σε συνδυασμό με τις προγραμματισμένες συνταξιοδοτήσεις αλλά και τη μη ανανέωση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου.
Από εκεί και πέρα έρχονται πιο κοντά οριζόντιες περικοπές έως και 20% στις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων, επί των οποίων θα εφαρμοστούν και δραστικές περικοπές επιδομάτων που θα προβλέπει το Μισθολόγιο, ενώ βέβαιος θα πρέπει να θεωρείται ο ετεροχρονισμός της καταβολής μισθών και του Δώρου Χριστουγέννων, κάτι που σημαίνει ότι αντί ο μισθός να προκαταβάλλεται όπως τώρα, θα καταβάλλεται στο τέλος του μήνα, με σημαντικό ταμειακό όφελος για τον Κρατικό Προϋπολογισμό.
Τα εναλλακτικά σενάρια για τις συντάξεις προβλέπουν πλαφόν στις υψηλές συντάξεις περίπου 1.000 ευρώ χαμηλότερα από τα σημερινά επίπεδα, δηλαδή στα 1.700- 1.800 ευρώ. Συν τοις άλλοις, για τους συνταξιούχους κάτω από τα 55, δεν θα καταβάλλεται εφεξής σύνταξη έως τη συμπλήρωση των 55 ετών, ενώ για τους ήδη συνταξιούχους εξετάζεται το ενδεχόμενο περικοπών 20 έως 30% έως τη συμπλήρωση των 55 ετών, με εξαίρεση μόνο τις μητέρες ανηλίκων. Το πλέον σίγουρο είναι ότι έρχονται νέες μειώσεις και στις κύριες και στις επικουρικές συντάξεις, ειδικά στους συνταξιούχους που προέρχονται από το Δημόσιο, τις ΔΕΚΟ και τις Τράπεζες.
Όσον αφορά, δε, στα φορολογικά σενάρια, δεδομένη θα πρέπει να θεωρείται η περαιτέρω μείωση του αφορολογήτου πιθανότατα στις 4.000 ευρώ, κάτι που θα επιβαρύνει 1 εκατομμύριο 400 χιλιάδες φορολογούμενους. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΚΕΠΥΟ, στη "ζώνη" 4.000- 8.000 ευρώ (που είναι το ισχύον αφορολόγητο) βρίσκονται εισοδήματα ύψους 9,6 δισ ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι ισχύσει ο ισχύον χαμηλός συντελεστής 10%, το δημοσιονομικό όφελος θα προσεγγίσει το 1 δισ ευρώ. Μάλλον βέβαιη θα πρέπει να θεωρείται και η άμεση εξίσωση των φόρων στο πετρέλαιο, με επιβάρυνση 38 λεπτών το λίτρο.