Με ένα παιχνίδι, στο οποίο δύο αυτοκίνητα κινούντα σε πορεία μετωπικής σύγκρουσης, μέχρι ο ένας από τους δύο οδηγούς να φοβηθεί και να κάνει στην άκρη, παρομοιάζει η Washington Post την αντιπαράθεση ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ευρώπη.
Αυτό το παιχνίδι, έχει αρχίσει να γίνεται επικίνδυνο, γράφει ο Ματ Ο'Μπράιαν, μιλώντας για τη σημασία των λέξεων στο αν ένα βραχυπρόθεσμο πρόγραμμα θα είναι «επέκταση του τρέχοντος προγράμματος ως ενδιάμεσο βήμα», όπως θέλει η Ευρώπη ή «επέκταση της τρέχουσας δανειακής σύμβασης που θα πάρει τη μορφή ενός τετράμηνου ενδιάμεσου προγράμματος», όπως θα δεχόταν η Ελλάδα.
Φαίνεται ανόητη η διαφωνία πάνω στις λέξεις, αλλά είναι ένα πραγματικό πολιτικό πρόβλημα, σημειώνει ο αρθρογράφος. «Και οι δύο πλευρές θέλουν μία συμφωνία, αλλά καμία δεν θέλει να μπορεί να πει η άλλη ότι πήρε αυτό που ήθελε. Οπότε, η ρητορική γίνεται πιο σκληρή και το παιχνίδι της σύγκρουσης συνεχίζεται».
Το φυσιολογικό θα ήταν οι πιο ταλαντούχοι δικηγόροι της Ευρώπης να βρουν κάποιου είδους μωρολογία με την όσο το δυνατόν πιο υπνωτική διατύπωση, ώστε κανείς να μην καταλαβαίνει τι συμβαίνει και οι δύο πλευρές να μπορούν να ισχυριστούν κάποιου είδους επιτυχία, συνεχίζει ο Ο' Μπράιαν. «Αυτό είναι το πιο πιθανό αποτέλεσμα. Αλλά υπάρχει περίπτωση να μην αποδώσει αυτή τη φορά. Το πρόβλημα είναι ότι το μοναδικό πράγμα στο οποίο δεν θα συμβιβαστεί η Ελλάδα είναι το μοναδικό πράγμα που δεν θα παραδεχθεί η Ευρώπη: ότι το πρόγραμμα διάσωσης απέτυχε και πρέπει να καταργηθεί».
Η διαπραγμάτευση γίνεται ζόρικη, λέει ο αρθρογράφος, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται χρόνο για να διαπραγματευθεί, αλλά δεν θέλει ένα βραχυπρόθεσμο δάνειο με τους ίδιους περιορισμούς της παλιάς λιτότητας, που φοβάται ότι θα γίνουν μόνιμοι. «Δεν είναι έκπληξη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να ξεφύγει από το πρόγραμμα σήμερα και όχι να περιμένει για ένα αύριο που μπορεί ποτέ να μην έρθει. Η Ευρώπη θέλει το αντίθετο. Φοβάται ότι θα πετάξει λεφτά αν επιτρέψει στην Ελλάδα να κάνει πίσω στις μεταρρυθμίσεις. Εχει καλό λόγο για αυτό. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη ξεκινήσει να το κάνει». Το τρελό είναι ότι ο συμβιβασμός δεν θα έπρεπε να είναι τόσο δύσκολος, σημειώνει ο αρθρογράφος.
Η ευρωπαϊκή κρίση επαναλαμβάνεται, αρχικά ως τραγωδία και στη συνέχεια ως περισσότερη τραγωδία, προσθέτει ο Ο' Μπράιαν. «Τα τελευταία επτά χρόνια η Ελλάδα έχει περάσει τη μεγαλύτερη ύφεση που μπορεί να βρει κανείς στην ιστορία. Η οικονομία της συρρικνώθηκε κατά 25%, περίπου όσο και εκείνη των ΗΠΑ κατά τη δεκαετία του '30. Σε κάποιο μέρος, το άξιζε. Το μεγαλύτερο, όχι. Η Ελλάδα δανείστηκε πράγματι υπερβολικά πολλά και είπε ψέμματα για το πόσα δανειτόζαν- αν και είχε κάποια βοήθεια σε αυτό από την Goldman Sachs- αλλά δεν θα μπορούσε να το κάνει χωρίς τον ισάξιο ανεύθυνο δανεισμό. Ήταν όμως οι Ελληνες αυτοί που υπέφεραν. Η Ευρώπη είπε στην Ελλάδα να κόψει τα πάντα στο δρόμο προς την ευημερία, που είναι κάτι σαν κακή διαφήμιση, αλλά ήταν αναγκαίο όταν είχε μεγάλο έλλειμμα. Αλλά τώρα που η Ελλάδα έχει πρωτογενές πλεόνασμα, δεν είναι πλέον αναγκαίο».
Σε ένα λογικό κόσμο, σημειώνει το άρθρο, η Ελλάδα και η Ευρώπη θα έκαναν μία νέα συμφωνία: λιγότερο χρέος και λιτότητα για περισσότερες μεταρρυθμίσεις σε μία οικονομία που αποτελεί το λόγο για την οποία υπάρχει η λέξη «σκληρωτικός». «Αλλά μπορεί να μην ζούμε σε έναν λογικό κόσμο. Μπορεί να ζούμε στον κόσμο στον οποίο η Ευρώπη δεν μπορεί να κάνει το συμβιβασμό που χρειάζεται γιατί δεν θέλει να παραδεχθεί ότι μία χώρα που παραβιάζει τους κανόνες, όπως η Ελλάδα, έχει ένα δίκιο γιατί οι κανόνες δεν απέδωσαν».
Ο Ο' Μπράιαν καταλήγει με μία ερώτηση. «Ποια είναι η γερμανική λέξη για την αμαρτία; Δεν χρειάζονται καν λεξικό για αυτό».