Για περισσότερο από 50 χρόνια, η επιτυχία του Τζέιμς Μποντ στις γυναίκες και οι κατακτήσεις του που υπερέβαιναν τη μία σε κάθε φιλμ, ήταν, είναι και παραμένουν κεντρικό στοιχείο των ταινιών του πράκτορα 007.
Ωστόσο, το BBC έρχεται να δώσει απάντηση στο καυτό ερώτημα ανδρών και γυναικών: Κατά πόσο η ερωτική ζωή του Βρετανού πράκτορα συγκρίνεται με αυτή του μέσου άνδρα και κατά πόσο είναι φυσιολογική.
Γιατί «πιάνουν» οι σεξιστικές του ατάκες;
Μάλιστα, οι ατάκες του πολλές φορές μπορούν να χαρακτηριστούν «σκουπίδια», σχολιάζει ο αρθρογράφος, φέροντας ως παράδειγμα μια από αυτές: «Αυτό το σχεδόν τίποτα που φοράς, είναι αρκετά όμορφο. Το εγκρίνω». Ομως, αν ένας μέσος άνδρας χρησιμοποιήσει τέτοιου είδους ατάκες απέναντι σε κάποια γυναίκα και την ίδια ώρα, απαιτήσει το κοκτέιλ να είναι χτυπημένο και όχι ανακατεμένο, τότε μάλλον η αποτυχία του ραντεβού του είναι προδιαγεγραμμένη.
Οχι, όμως για τον Τζέιμς Μποντ. Για όλη εκείνη τη συμπεριφορά του που θυμίζει κάτι από δεκαετία του 1950, με τον υποδόριο σεξισμό του, ο πράκτορας 007 ζει σε έναν κόσμο όπου δεν ισχύουν οι συνήθεις ρομαντικοί νόμοι. Οπου και να πάει, ο διασημότερος μυστικός πράκτορας του κόσμου δεν έχει παρά να σηκώσει το βλέμμα του σε κάποια εκθαμβωτική και λαμπερή γυναίκα, του βεληνεκούς της Honey Ryder (Ούρσουλα Άντρες), της Pussy Galore (Honor Blackman) και της Xenia Onatopp (Famke Janssen).
Αριθμός-ρεκόρ σεξουαλικών συντρόφων
Αν μη τι άλλο, είναι μια συμπεριφορά που δεν συνηθίζεται ούτε συνάδει με άνδρες της χώρας καταγωγής του Μποντ, ενώ ο αριθμός των γυναικών με τις οποίες έχει συνευρεθεί σεξουαλικά ο Μποντ είναι κατά πολύ μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο μέσο όρο. Ερευνα της Υπηρεσίας Υγείας της Αγγλίας που δημοσιεύτηκε το 2011, έδειξε ότι οι Βρετανοί άνδρες αλλάζουν κατά το διάστημα της ζωής του συνολικά 9,3 ερωτικές συντρόφους. Αντιθέτως, ο Μποντ, η ζωή και η δράστη του οποίου στα βιβλία του Ίαν Φλέμινγκ τοποθετείται κάπου στη δεκαετία του '30, ενώ το κινηματογραφικό του ντεμπούτο το έκανε το 1962, έχει πολύ πιο υψηλό ρεκόρ.
Ωστόσο, επισημαίνει ο αρθρογράφος, η μέτρηση δεν μπορεί να θεωρηθεί ακριβώς επιστήμη. Ο Μποντ παρά την υφέρπουσα σεξουαλικότητά του, σχεδόν στο σύνολο των ταινιών του -πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- δεν διακρίνεται ο Μποντ να κάνει σεξ. Αυτό που παίρνει ο θεατής είναι μια γεύση, καθώς βλέπει τον 007 για παράδειγμα να ξυπνά δίπλα σε μια γυναίκα.
Μια έρευνα πάνω στη σειρά ταινιών του Μποντ και δημοσιεύτηκε το 2009 στο περιοδικό Sex Roles έδειξε ότι ο Βρετανός πράκτορας εκτιμάται πως μέχρι το 2002, μέχρι δηλαδή και την 20 του ταινία «Die Another Day» («Πέθανε μια άλλη μέρα»), είχε συνάψει σεξουαλικές επαφές με 46 διαφορετικές γυναίκες, ενώ με συνολικά 52 είχε ερωτοτροπήσει.
Ο αριθμός αυξήθηκε κι άλλο με τα «Καζίνο Ρουαγιάλ», «Quantum of Solac» και φυσικά το επετειακό για τα 50 χρόνια του Μποντ «Skyfall».
Οπως σχολιάζει το BBC, πρόκειται για έναν φανταστικό κόσμο όπου πανέμορφες και γοητευτικές γυναίκες ξεπηδούν από 'δω κι από 'κει και φυσικά, όλες τους υποκύπτουν στη γοητεία του ήρωά μας.
Οπως είναι λογικό, οι υπερασπιστές της σειράς ταινιών του Μποντ επισημαίνουν πως πρόκειται για μυθοπλασία και γύρω από το σεξ, όπως ακριβώς και με τα απίστευτα γκάτζετ που φέρεται να διαθέτει ο 007, τα αυτοκίνητα που δεν έχουν μόνο την ιδιότητα του να τρέχουν πολύ, αλλά κι ένα σωρό άλλα πλεονεκτήματα τα οποία δεν συναντώνται ούτε και στα πιο ακριβά οχήματα της πραγματικής ζωής.
Ο Μποντ είναι μισογύνης, αλλά αρέσει. Είναι μια ένοχη απόλαυση
Ωστόσο, επισημαίνει το BBC, αν κάτι έχει παραμείνει αναλλοίωτο στον Μποντ της δεκαετίας του '30 όπου τον τοποθετεί ο Φλέμινγκ και στον Μποντ του 2014 είναι η αυξανόμενη μυθολογία γύρω από τη σεξουαλικότητά του. «Στον πυρήνα του παραμένει ο ίδιος χαρακτήρας, όπως τον είχε ξεκινήσει να τον γράφει ο Ίαν Φλέμινγκ. Είναι σεξιστής και μισογύνης» λέει ο Κρίστοφ Λίντνερ, καθηγητής ΜΜΕ και Πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ και συγγραφέας του «Το φαινόμενο Τζέιμς Μποντ: Μια κριτική ματιά». «Έχει ακριβώς την ίδια απήχηση με τις σειρές του Mad Men, είναι μια ένοχη απόλαυση. Πιάνεις τον εαυτό σου να του αρέσει κάτι, ενώ ξέρεις ότι είναι λάθος» προσθέτει ο Λίντνερ.
Αυτό το στοιχείο φαίνονται να το γνωρίζουν ακόμη και οι παραγωγοί των ταινιών του 007. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι το 1995, η Τζούντι Ντενς αποκαλεί στην ταινία «Goldeneye» («Επιχείρηση Χρυσά Μάτια») ως «σεξιστή, μισογύνη δεινόσαυρο».
Προϊόν μαζικής κατανάλωσης
Ομως, ακριβώς όπως στις παρωδίες του Όστιν Πάουερ, τέτοιες παραδοχές δεν κάνουν από το να καταδεικνύουν ακριβώς αυτό: ότι είναι ένα προϊόν μαζικής κατανάλωσης.
Αρχικά, το κοινό του Φλέμινγκ ήταν ένα κοινό της μεταπολεμικής περιόδου που έβγαινε από την άκρατη λιτότητα και έσπαγε σταδιακά τους παραδοσιακούς κανόνες της ηθικής. Το να ερωτοτροπείς με πολλές ερωτικές συντρόφους ήταν απλά κάτι πρωτόγνωρο και «επαναστατικό» για την εποχή, όπως το να οδηγείς γρήγορα σπορ αυτοκίνητα και να πίνεις κοκτέιλ.
Μας αρέσει, γιατί δεν μπορούμε να το κάνουμε εμείς
Για τους φαν των ταινιών δράσης του Μποντ, αυτό το στοιχείου του άκρατου φλερτ εξακολουθεί να υφίσταται μέχρι και σήμερα, ίσως εξ αιτίας του γεγονότος πως πλέον μετά τα μαζικά χτυπήματα του Aids από τη δεκαετία του '80 και έπειτα- στην πραγματική ζωή αναγνωρίζεται πως πρέπει να υπάρχει εγκράτεια και πως οι κίνδυνοι της σεξουαλικής ασυδοσίας είναι θανατηφόροι. Κατά συνέπεια, το κοινό γοητεύεται από αυτό που δεν μπορεί να κάνει είτε λόγω των ηθικών κανόνων της εποχής είτε λόγω των σεξουαλικών περιορισμών που επιβάλλει η ασφαλής σεξουαλική επαφή.
Ευτυχώς για τον Μποντ, ο ίδιος παρά τη συχνή εναλλαγή συντρόφων είναι απόλυτα υγιής και δεν κινδυνεύει σε σχέση με τον μέσο άνθρωπο. «Η πιθανότητα για τον Τζέιμς Μποντ να πάθει τουλάχιστον χλαμύδα είναι εξαιρετικά υψηλή» αναφέρει στο BBC η Δρ, Σάρα Τζάρβις, «αν ερχόταν στη δική μου κλινική, θα τον συμβούλευα σίγουρα να κάνει ένα τεστ».
Ωστόσο, η μυθοπλασία τον κάνει αλώβητο και σε αυτό τον τομέα. Κι ενώ στην πραγματική ζωή, η συχνή εναλλαγή συντρόφων μπορεί να αποβεί επιζήμια για την υγεία, στη μεγάλη οθόνη, ο Βρετανός πράκτορας δεν κινδυνεύει.
Μποντ: Ο νάρκισσος που έχει τον φόβο της δέσμευσης
Ταυτόχρονα, υπάρχει και μια άλλη σημαντική διαφορά του Μποντ με τον πραγματικό μέσο άνδρα. Στο σινεμά, οι περιστασιακές επαφές με γυναίκες μπορεί να φαίνεται γκλάμορους, όμως στην πραγματική ζωή δείχνει έναν άνθρωπο που έχει τον φόβο της δέσμευσης και βρίσκει αυτόν τον τρόπο για να αντιστέκεται στη συναισθηματική οικειότητα. Μάλιστα, είναι πολύ συχνό φαινόμενο, τέτοιοι άνδρες να προκαλούν ανησυχία στον κοινωνικό τους περίγυρο.
Ο κλινικός ψυχολόγος Όλιβερ Τζέιμς αναφέρει στο βρετανικό δίκτυο πως ο Μποντ είναι το τυπικό παράδειγμα μιας τυπικής τριαδικής προσωπικότητας βασισμένη σε τρεις πυλώνες: την ψυχοπάθεια, τον Μακιαβελισμό και τον ναρκισσισμό. «Ανθρωποι με τέτοιο συνονθύλευμα χαρακτηριστικών έχουν την τάση να είναι αχαλίνωτοι σεξουαλικά» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Τζέιμς ο οποίος επισημαίνει ταυτόχρονα ότι τέτοιοι άνδρες είναι γοητευτικοί και χαρισματικοί, προκαλώντας τον θαυμασμό των ανδρών και τη στοργή των γυναικών.
Οι σεναριογράφοι και όχι ο χαρακτήρας του τον κρατούν μόνο
Σε τελική ανάλυση όμως, είναι οι σεναριογράφοι και οι συναισθηματικές ελλείψεις που τον κρατούν μόνο στη ζωή.
Οταν ο Μποντ παντρεύεται το 1969 στο «On Her Majesty's Secret Service» («Στην Υπηρεσία της Αυτής Μεγαλειότητας»), η σύζυγός του πυροβολείται ανελέητα και πεθαίνει, ενώ και στο Καζίνο Ρουαγιάλ, 37 χρόνια μετά, όταν ο Ντάνιελ Γκρεγκ ως 007 ερωτεύεται, προδίδεται από τη γυναίκα που αγάπησε η οποία τελικά πνίγεται.
«Θα μπορούσε να έρθει πιο κοντά σε μια σχέση που βασίζεται στο συναίσθημα, αλλά αυτή η σχέση για τον Μποντ δεν επιτρέπεται να έχει διάρκεια» επισημαίνει ο Λίντνερ. Αλλωστε τι χρησιμότητα θα είχε αν ο 007 ήταν μονογαμικός, αφοσιωμένος και συναισθηματικά ασφαλής; Για 52 χρόνια, το κοινό απαιτεί από τον ήρωα να είναι ένα τυπικό δείγμα ενός σεξουαλικά αχαλίνωτου μοναχικού καβαλάρη. Και το όνομά του είναι Μποντ, Τζέιμς Μποντ.