«Θα γίνει της Αλαμουντίν» ψιθύριζε με ικανοποίηση στέλεχος του υπουργείου Πολιτισμού το πρωί του Σαββάτου στο κατάμεστο αμφιθέατρο της Μπουμπουλίνας. Ηταν λίγο πριν αρχίσουν οι ομιλίες της Κατερίνας Περιστέρη και των στενών συνεργατών της που ήρθαν από την Αμφίπολη στην Αθήνα για μια παρουσίαση των ευρημάτων της ανασκαφής. Ουσιαστικά για να βάλουν την επίσημη τελεία στην ανασκαφή, πριν αρχίσει το κεφάλαιο της επίπονης, χρονοβόρας έρευνας.
Πέντε ώρες μετά, αποχωρώντας από την Μπουμπουλίνας, φωνές είχαν υψωθεί, αντιρρήσεις είχαν εκφραστεί, τα πνεύματα είχαν ανάψει, χασμουρητά διέτρεξαν την αίθουσα, κριτική ασκήθηκε από όλες και προς όλες τις πλευρές και οι περισσότεροι ένιωθαν πως όχι μόνο δεν έγιναν σοφότεροι αλλά μάλλον έφυγαν με περισσότερα ερωτήματα. Ηταν η στιγμή που η Κατερίνα Περιστέρη εξαφανίστηκε. Κυριολεκτικά.
Δέκα λεπτά πριν την προγραμματισμένη έναρξη της παρουσίασης, κατευθύνομαι στην αίθουσα και διακρίνω την πόρτα του «υπουργικού ασανσέρ» (αυτό που πηγαίνει μόνο στον πέμπτο όροφο) να ανοίγει και τον Κώστα Τασούλα, με χαλαρό στυλ να συνοδεύει την Κατερίνα Περιστέρη. Η αρχαιολόγος ανασκαφέας της Αμφίπολης φοράει τα αξεσουάρ που δεν αποχωρίζεται ποτέ: μαύρο μπερέ, κόκκινο κασκόλ. Χαμογελάει συνεχώς. Χαμόγελα που συνεχίστηκαν μέχρι λίγο πριν το τέλος της παρουσίασής της, οπότε η δυναμική παρέμβαση δημοσιογράφου φανέρωσε όσα θα ακολουθούσαν τις επόμενες σχεδόν τέσσερις ώρες.
To "ταξίδι" της Κατερίνας Περιστέρη και ο λόφος μυστήριο
«Θα κάνουμε ένα μικρό ταξίδι στην περιοχή», «αυτό είναι ένα ανασκαφικό οδοιπορικό», «ήθελα να σας ταξιδέψω»: Αυτές ήταν φράσεις που συχνά έλεγε κατά την παρουσίασή της η ανασκαφέας της Αμφίπολης και προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Σερρών. Μια παρουσίαση που έμοιαζε περισσότερο με χαλαρωτική αφήγηση παρά με επιστημονική παρουσίαση. Αν τους προηγούμενους μήνες απορούσαμε συχνά για το στρυφνά επιστημονικό ύφος των ανακοινώσεων για τα ευρήματα, τώρα βρεθήκαμε μπροστά σε μία εξιστόρηση χωρίς νέα επιστημονικά συμπεράσματα και αναλύσεις.
Η Κατερίνα Περιστέρη μίλαγε συχνά για «υπέροχα», «καταπληκτικά», «μοναδικής τέχνης» ευρήματα, για «βέβηλα χέρια» τυμβωρύχων, για «λόφο μυστήριο». Εξήγησε πως στην αρχή δούλεψαν «σαν ταπεινοί τοπογράφοι» στον λόφο και περιγράφοντας τις Καρυάτιδες είπε «συγκινηθήκαμε όταν είδαμε μπροστά μας αυτά τα καταπληκτικά έργα».
Ωσπου η αναφορά στον σκελετό του νεκρού ή μάλλον το γεγονός πως δεν δόθηκε κανένα στοιχείο προκάλεσε τις πρώτες παρεμβάσεις, τις αντιδράσεις για το γεγονός ότι δεν υπήρξε ούτε μια φωτογραφία ή στοιχεία για την κατάσταση του σκελετού, τον τρόπο που βρέθηκε ακριβώς κ.ο.κ. «Δεν μετράει τόσο η καλή φωτογραφία όσο η προστασία του σκελετού» δήλωσε η κυρία Περιστέρη –λες και το ένα αποκλείει το άλλο. Κάθε άλλη ερώτηση για τον σκελετό ( και ήταν πολλές και επίμονες) οδηγούσαν σε αδιέξοδο.
Ο ψίθυρος της Αννας Παναγιωταρέα
Χρειάστηκε να ολοκληρώσουν τις παρουσιάσεις τους ο αρχιτέκτονας Μιχάλης Λεφαντζής και ο πολιτικός μηχανικός Δημήτρης Εγγλέζος, για να δείξει η κυρία Περιστέρη μια από τις φωτογραφίες του power point της λέγοντας πως απεικονίζει οστά του σκελετού. Και ενώ αρνείτο επίσης πεισματικά να μας πει πότε και που θα γίνει η εξέταση του σκελετού, μετά από ερώτηση του iefimerida.gr αποκάλυψε ότι ο σκελετός βρίσκεται ακόμα στο μουσείο της Αμφίπολης.
Με τον αρχαιολόγο και διευθυντή του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης Νίκο Σταμπολίδη να κάνει τον συντονισμό και αριστοτεχνικά να ισορροπεί μεταξύ ερωτήσεων και απαντήσεων (συχνά ανέλαβε ο ίδιος να εξηγήσει ή να επιμείνει προς τους ερωτηθέντες), οι εντάσεις συνεχίστηκαν. Οι δημοσιογράφοι σχεδόν… εκλιπαρώντας ζητούσαμε στοιχεία για τον σκελετό, η κυρία Περιστέρη αρνιόταν να απαντήσει. Η Αννα Παναγιωταρέα στην πρώτη σειρά της ψιθύρισε κάποια στιγμή «πες, πες τι βρήκατε» και ο αρχιτέκτονας Μιχάλης Λεφαντζής ξέσπασε εναντίον δημοσιογράφου που αναφέρθηκε στο γεγονός ότι οστά του σκελετού βρέθηκαν εντός και εκτός του τάφου ρωτώντας την «εσείς που το είδατε αυτό» για να του απαντήσουν όλοι μαζί σχεδόν «στο επίσημο δελτίο τύπου!»
Εδώ ο Μέγας Αλέξανδρος, εκεί ο Μέγας Αλέξανδρος, που είναι ο Μέγας Αλέξανδρος;
Ηταν η στιγμή που τα λόγια του Νίκου Σταμπολίδη στην αρχή της διαδικασίας άρχισαν να μοιάζουν προφητικά. Είχε πει: «στην αρχαιολογία ποτέ δεν λες ποτέ και οπωσδήποτε δεν λες οπωσδήποτε». Η ονοματολογία είχε επιστρέψει και το ερώτημα δεν ήταν απλά ποιος είναι ο νεκρός αλλά κυρίως γιατί δήλωσε στο παρελθόν η Κατερίνα Περιστέρη πως ανήκε σε άντρα στρατηγό της εποχής του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
«Με ένα λιοντάρι στην κορυφή κι ένα τεράστιο μνημείο είπα ότι θα μπορούσε να είναι στρατηγός. Κανείς δεν έχει τη σιγουριά να πει οτιδήποτε» δήλωσε για να επαναλάβει «δεν μπορούμε να αποκλείσουμε κανένα όνομα» δημιουργώντας ένα σούσουρο για το αν εννοεί και τον Μέγα Αλέξανδρο. «Δεν απαντώ σε θεωρίες συνωμοσίας ότι εκεί είναι θαμμένος ο Μέγας Αλέξανδρος». Αργότερα στην ερώτηση αν θα μπορούσε να είναι μέλος της οικογένειας του Μεγάλου Αλεξάνδρου προσπάθησε να κόψει τη συζήτηση λέγοντας πως κανείς δεν μπορεί κανείς να πει τίποτα με σιγουριά.
Εχοντας τελειώσει πια την παρουσίαση και εν μέσω απανωτών ερωτήσεων αίφνης αποκάλυψε ότι υπάρχουν κι άλλα ευρήματα, όπως τα περίφημα νομίσματα του Αλεξάνδρου του 3ου που χρονολογούνται στον 2ο αιώνα, περίοδο των τελευταίων Μακεδόνων βασιλέων, γεγονός που προκάλεσε μικρά επιφωνήματα μέσα στην αίθουσα.
Η έφοδος της Λίνας Μενδώνη
Ξαφνικά, από τις πλαϊνές θέσεις του αμφιθεάτρου όπου παρακολουθούσε τη συζήτηση, η γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού έσπευσε να πάρει θέση στο πάνελ και να μιλήσει, με εμφανή εκνευρισμό. Με ένταση που δεν κάλυψε η βραχνή φωνή της αφού ταλαιπωρείται από κρύωμα, ένταση που φανέρωσε η κοφτή πρώτη φράση της για «τις ερωτήσεις αλλά και τις απαντήσεις» που την εκνεύρισαν. Ηταν η στιγμή που η Κατερίνα Περιστέρη είχε αναφερθεί σε πολλούς εθελοντές με αγάπη για την αρχαιολογία που έλαβαν μέρος στην ανασκαφή ξεσηκώνοντας αντιδράσεις σε όλη την αίθουσα.
«Δεν υπήρξαν εθελοντές στην ανασκαφή, η κυρία Περιστέρη το είπε αυτό ίσως λόγω κόπωσης, μόνο μια στενή και επί χρόνια συνεργάτης της ήταν εθελόντρια» τόνισε κλείνοντας τη συζήτηση η Λίνα Μενδώνη, για να απαντήσει στη συνέχεια στο ερώτημα που επί ώρες βασανιστικά αρνιόταν η αρχαιολόγος να απαντήσει. «Βρέθηκε ο σκελετός σε πληρότητα σχεδόν 100%, αποσπασματικά εντός και εκτός του ταφικού ορύγματος. Στο όριο του ορύγματος ήταν το κρανίο, ενώ εκτός ήταν η κάτω γνάθος. Βρέθηκε η σπονδυλική στήλη, πλευρά, χέρια, πόδια και η λεκάνη που ήταν διαμελισμένη λόγο ρίψης λίθων.». Η δε «θεωρητική» καθυστέρηση για την παράδοση του σκελετού στους ειδικούς οφείλεται στο γεγονός ότι πρέπει να δημιουργηθεί η σωστή ομάδα επιστημόνων με όλες τις ειδικότητες επιστημόνων –οστεολόγοι, ανθρωπολόγοι, ιατροδικαστές που απαιτούνται.
Η Λίνα Μενδώνη τόνισε ξανά και ξανά ότι μιλάει ως γενική γραμματέας και όχι ως αρχαιολόγος, αποκλείοντας κάθε ερώτηση για τη δική της εκτίμηση για τα ευρήματα. Δίνοντας την εντύπωση ότι η ίδια έχει κάποια συμπεράσματα οι πρώτες απαντήσεις σε σχέση με τα ευρήματα, σταθερά αρνήθηκε οποιαδήποτε τέτοιου τύπου παρέμβαση.
Ο Κώστας Τασούλας απαγγέλει Καβάφη
Απαντήσεις ζητήσαμε από την Λίνα Μενδώνη και για τους ένοπλους φρουρούς που ανέφερε η Κατερίνα Περιστέρη πως τοποθετήθηκαν στον τύμβο τις πρώτες μέρες μετά την αποκάλυψη των Σφιγγών. Η γενική γραμματέας τόνισε πως δεν ζητήθηκαν ένοπλοι φρουροί, αλλά αστυνομική προστασία από το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και το αστυνομικό τμήμα της περιοχής. Το αν οι αστυνομικοί έχουν υπηρεσιακό όπλο μαζί τους ή όχι προφανώς δεν είναι δουλειά του υπουργείου, είπε. Ηταν η στιγμή που επέστρεψε στην αίθουσα ο υπουργός – είχε αποχωρήσει πριν αρχίσουν οι παρουσιάσεις.
Πλησίασε ένα πηγαδάκι των δημοσιογράφων, τη στιγμή που η Λίνα Μενδώνη αναφερόταν σε εκείνες τις μέρες του Αυγούστου. Χαμηλόφωνα ο Κώστας Τασούλας είπε στους διπλανούς του «Εκείνη του Αυγούστου – Αύγουστος ήταν; – η βραδιά... Μόλις θυμούμαι πια τα μάτια». Για να ρωτήσει «το ξέρετε αυτό το ποίημα του Καβάφη;»
Αποχωρώντας από την Μπουμπουλίνας, με την κυρία Περιστέρη άφαντη –έπρεπε να φύγει για να προλάβει την πτήση της, σύμφωνα με τους συνεργάτες της- η κυρίαρχη απορία ήταν «γιατί έπρεπε τώρα να γίνει αυτή η πεντάωρη συνάντηση αφού δεν είχαμε κάτι ουσιαστικό να πούμε και να ακούσουμε». Νιώθοντας πως συχνά χτυπήσαμε σε τοίχο ζητώντας απαντήσεις, ένα πράγμα ζητήσαμε αποχωρώντας: Να επισκεφθούμε το μνημείο που όσα κι αν πει κανείς, ό.τι κι αν πει είναι όντως μια λαμπρή ψηφίδα στην ιστορία της Ελλάδας, όπως είπε εξαρχής ο αρχαιολόγος Βασίλης Λαμπρινουδάκης.