Η εικόνα του παραδοσιακού καφενείου με τους παππούδες με τα κομπολόγια και τις εφημερίδες που συναντιόντουσαν και αντάλλαζαν απόψεις και ιστορίες είναι χαραγμένη στην μνήμη του ελληνικού λαού. Ομως στο 2014, με την μόδα να έχει αλλάξει ριζικά, πόσο επιβιώνει ακόμα το καφενείο;
Οπως αναφέρει σε σχετικό άρθρο η εφημερίδα Τα Νέα, σήμερα διασώζονται πολλά παραδοσιακά καφενεία, κρυμμένα σε γειτονιές, όπου δεν πάνε γυναίκες παρά μόνο γέροντες με τραγιάσκες.
Ωστόσο κάτι έχει αλλάξει. Αν σκεφτούμε παλιά αστικά καφενεία τύπου Ζαχαράτου, Βυζάντιον ή Νέον, τότε το παιχνίδι έχει χαθεί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Νέον, το οποίο πέρασε μία βραχύβια περίοδο ανεπιτυχούς αναβίωσης και πλέον μετατράπηκε σε φούρνο-ζαχαροπλαστείο που όμως σερβίρει και καφέ, αλλά δε θυμίζει σε τίποτα το παλιό Νέον που ζωγράφισε κάποτε ο Τσαρούχης.
Σήμερα θα μπορούσαμε να ταξινομήσουμε τα καφενεία της Αττικής σε δύο κατηγορίες: Αυτά που διασώζονται απαράλλαχτα όπως η Ζίτσα στην οδό Βερανζέρου, οι Μουριές στο Μεταξουργείο, ο Παράδεισος στην πλατεία Αττικής, το Πανελλήνιον στη Μαυτομιχάλη, δίπλα στο παλιό Χημείο και δεκάδες άλλα μικρά καφενεία κρυμμένα στις στοές της Ομόνοιας.
Από την άλλη υπάρχουν οι λεγόμενοι νεοκαφενέδες που σερβίρουν μεζέ, ούζο και τσίπουρο, όπως τα Κανάρια στον Κεραμεικό και οι Θεσσαλοί στο Βοτανικό, όπου συχνά γίνονται λάιβ χωρίς μικρόφωνα και αποτελούν ένα υβρίδιο ταβέρνας και καφενείου.
Πώς ορίζεται όμως το καφενείο;
Την παλιά εποχή ήταν μεγάλοι καθρέφτες, κάπνα, μαρμάρινα τραπεζάκια, τούρκικος καφές, τάβλι και εφημερίδα.
Σήμερα το νέο καφενείο έχει τηλεόραση με συνδρομητικά κανάλια, μουσική και πολλά είδη καφέ, μεζέδες και οινοπνευματώδη, ενώ υπάρχει και γυναικείος πληθυσμός.
Στις γειτονιές του κέντρου και του Πειραιά αν ψάξει κάποιος, βρίσκει ακόμα παλιά καφενεία, ωστόσο τα υψηλά ενοίκια και η αλλαγή της ίδιας της ζωής που οδήγησε τους Αθηναίους στα προάστια οδήγησαν στον σταδιακό μαρασμό των καφενείων του κέντρου.