Δυσάρεστες εκπλήξεις μπορεί να επιφυλάσσει σε χιλιάδες ιδιοκτήτες η διαδικασία επανυπολογισμού του ΕΝΦΙΑ για τα ακίνητα που πέρυσι ήταν ξενοίκιαστα και χωρίς ρεύμα, αφού μπορεί στα χαρτιά να προβλέπεται μείωση φόρου κατά 20%, αλλά στην πράξη είναι δύσκολο να εντοπιστούν όλες οι περιπτώσεις. Οι... άτυχοι, πέρα από το ότι θα πρέπει να πληρώσουν τουλάχιστον μια ακόμα «φουσκωμένη» δόση, είναι πολύ πιθανόν να τρέχουν και να μη φτάνουν για να αποδείξουν ότι δικαιούνται την έκπτωση. Σημειωτέον ότι, αν και η διάταξη νόμου προβλέπει την έκδοση Απόφασης από τη ΓΓΔΕ που θα καθορίζει όλες τις λεπτομέρειες για την εφαρμογή του νόμου, τέτοια Απόφαση δεν έχει ακόμα υπογραφεί.
Πρόβλημα θα αντιμετωπίσουν, κατ' αρχήν, όσοι δεν δήλωσαν το «κενό» ακίνητο και στο Ε9, όπως είχαν υποχρέωση για πρώτη φορά φέτος και ως εκ τούτου θα πρέπει να περιμένουν να ανοίξει η εφαρμογή του TAXIS για να υποβάλουν διορθωτική δήλωση και να υπολογιστεί εκ των υστέρων η μείωση φόρου. Πρόβλημα υπάρχει, επίσης, για όσους δεν είχαν ποτέ δικό τους ρεύμα, αφού μπορεί να είχαν κοινό ρολόι πιθανώς με κάποιον συγγενή τους, καθώς το σύστημα δεν μπορεί να διαγνώσει εάν το ακίνητο ήταν μη ηλεκτροδοτούμενο το 2013. Το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στην περιφέρεια. Το σοβαρότερο πρόβλημα ανακύπτει για όσους έχουν την ψιλή κυριότητα ακινήτου, αφού από τη στιγμή που δεν υποχρεούνται να υποβάλουν Ε2, το υπουργείο Οικονομικών δεν μπορεί να τους εντοπίσει και να τους μειώσει αυτομάτως τον φόρο. Σε κάθε περίπτωση, για όσους προκύπτει επιστροφή φόρου πάνω από 300 ευρώ θα πρέπει να προσκομίσουν στην εφορία τους όλα τα αναγκαία δικαιολογητικά, με τα οποία θα πιστοποιηθεί η διαφορά φόρου.
Οι διορθωτικές κινήσεις από το υπουργείο Οικονομικών θα συνεχιστούν και τον επόμενο μήνα, με τις τροποποιητικές δηλώσεις Ε9 και ενώ η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει τη σταδιακή μείωση του ΕΝΦΙΑ έως και 30% από το 2015, χωρίς ωστόσο να υπάρχει η σχετική πρόβλεψη στον Προϋπολογισμό. Επί του παρόντος οι αριθμοί δείχνουν ότι οι φόροι στα ακίνητα αντιστοιχούν πλέον στο 4,3% της φορολογίας, από 1,3% το 2010, φτάνοντας στο 1,4% του ΑΕΠ, από 0,4% το 2010.