Σκοτεινό κι ατμοσφαιρικό ρεβιζιονιστικό θρίλερ με περισσότερη έμφαση στο μυστήριο παρά στα σκιαξίματα, ετούτο το διαμαντάκι για τα πράγματα που βλέπεις όταν έχεις τα μάτια κλειστά, σου θυμίζει για άλλη μια φορά πως ο σύγχρονος τρόμος μιλάει Ισπανικά. Στις αίθουσες την Πέμπτη 23 Ιούνη ως Τα Μάτια της Τζούλια.
Μια μοναχική τυφλή γυναίκα, σίγουρη πως, ή οι σκιές που πνίγουν τη ζωή της κρύβουν περισσότερα απ’ τις σιωπές που απαντούν στις τρομοκρατημένες εκκλήσεις της, ή πως απλώς χάνει το μυαλό της σε μια καταβόθρα τρόμου δίχως τελειωμό, αποφασίζει να δώσει τέλος στη μαυρίλα της ύπαρξής της, κρεμώντας τις ελπίδες της στη θηλιά που σφίγγει το λαιμό της. Η δίδυμη αδερφή της όμως, αρνείται να δεχθεί το τέλος ως αυτοκτονία, κι αρχίζει να ξετυλίγει έναν μίτο από σκοτάδια που απειλούν να καταπιούν και την ίδια.
Ανοίγοντας την ιστορία του με μια μαεστρική σκηνή που μόνο σαν ορεκτικό σερβίρεται για ό,τι πρόκειται ν’ ακολουθήσει, ο Guillem Morales με τον Oriol Paulo ως συνσεναριογράφο, στήνουν μεθοδικά και ύπουλα ένα επιβλητικό, σκοτεινό κι ατμοσφαιρικό θρίλερ, που ποντάρει περισσότερο στο μυστήριο της whodunnit πλοκής του παρά στις τρομάρες της ιστορίας του, για να σε εγκλωβίσει σ’ ένα σκοτεινό σύμπαν όπου η κληρονομικότητα των οικογενειακών επιλογών, μπλέκεται με την απόγνωση του ανθρώπου που για να πιστέψει στις δικές του δυνάμεις, έχει ανάγκη να αποδείξει το κουράγιο των κοντινών του.
Αποτελεσματική πλανοθεσία με ασφυκτικά κοντινά και ιμπρεσιονιστικού τύπου στραβογωνιασμένα γενικά, δίνουν στην ταινία τον πυρήνα της τεχνικής της ανωτερότητας, την οποία απωγειώνει η θελκτική σπανιόλα Belen Rueda, εμπλουτίζοντας την υστερία της με αυτήν την υπόγεια τρομάρα που μπαίνει κάτω απ’ το δέρμα σου για να δέσει τα σωθικά σου κόμπο, και το πνιγηρό, μαγκωμένο άγχος που χρειάζεται το σενάριο για να μετατρέψει αλληγορικά την υστερική τύφλωση της πρωταγωνίστριάς του, στην θολωμένη κρίση του ανθρώπου που παραδίδεται στον πανικό του ενστίκτου της επιβίωσής του από έναν κίνδυνο που δεν μπορεί να προσδιορίσει.
Με λανθάνοντα αισθησιασμό και εξάρσεις νοσηρότητας που θυμίζουν πρώιμο Brian De Palma, και γοτθική χρωματική παλέτα να ντύνει τα τρεχαλητά του ημίγυμνου μπούστου της ηρωίδας στη φουρτουνιασμένη νύχτα, ο Morales τυλίγει την ταινία του σε ρετρό αισθητικές πινελιές ιβιρικής παράδοσης, αφήνοντας την έμπνευσή του να τον παρασύρει σε οργιώδη στιλιστική άσκηση, όσο το σενάριό του τρέχει λαχανιασμένο προς ένα γκραν γκινιόλ ανατροπών, εξηγήσεων και κόντρα αποκαλύψεων, για να αποκλιμακώσει την κορύφωσή του με μια κατάληξη αναπάντεχα ρομαντική, αλλά και τόσο ευπρόσδεκτη που θα σου χαράξει το μυαλό απαιτώντας να μείνει για πάντα εκεί.