Η πρώτη γιγαντοοθόνη ήταν του Roger Waters στις συναυλίες του στην Αθήνα, πριν από τρία χρόνια.
Ο προτζέκτορας φωτιζόταν, οι λέξεις αναβόσβηναν και ο πρώην μπασίστας των Φλόιντ βροντοφώναζε: «Fuck the government». Και κάπου εκεί το «The Wall» αποκτούσε νεοελληνική διάσταση, γινόταν κι ένας τοίχος δικός μας, που συμβόλιζε την συντριβή, την αποξένωση, την εσωστρέφεια προς ένα αδιέξοδο κοινωνικο-πολιτικό. Τότε ήμασταν ακόμη στην αρχή της περιπέτειάς μας, και μας κολάκευαν τέτοιες αναφορές. Πιστεύαμε πως σιγά-σιγά ο κόσμος θα αντιλαμβανόταν την ψυχολογία μας, το πώς νιώθαμε για την φοβερή μεταστροφή των πραγμάτων. Αυτό το Fuck the government, ειπωμένο από έναν καλλιτέχνη με έντονη πολιτική αύρα και κουλτούρα, ήταν ένα σλόγκαν που ερχόταν να κουμπώσει την αγανάκτησή μας απέναντι στους πολιτικούς ως πρόσωπα μιας ανάλγητης εξουσίας και απηχούσε την οργή, τον ίδιο θυμό που υποχρέωνε εκείνη την εποχή χιλιάδες ανθρώπους να διαδηλώνουν έξω από την Βουλή καθημερινά. Ναι, ο κόσμος θα καταλάβει, λέγαμε μέσα μας, όλη η υφήλιος θα καταλάβει. Τι ήταν αυτό που θα καταλάβαινε; Το πώς ένιωθες, πώς ένιωθα, πώς νιώθαμε για τούτο τον απαίσιο εφιάλτη: το 2004 να βρίσκεσαι ως χώρα στο κέντρο του κόσμου και το 2011, το 2012, το 2013 να βρίσκεσαι στο χείλος του γκρεμού.
Τώρα που φτάσαμε στο 2015 και ο γκρεμός φαντάζει ακόμη πιο βαθύς -είναι πλέον μια πραγματικότητα με την οποία έχουμε μάθει να συμβιώνουμε- τέτοιου είδους συνθήματα συμπάθειας δεν προκαλούν τίποτε, ούτε στον έξω κόσμο ούτε σε μας. Ο ψυχισμός του Έλληνα είναι κουρασμένος. Νομίζεις πως βρισκόμαστε στο αρνητικό επίκεντρο πάρα πολλά χρόνια. Έχεις μπουχτίσει από τα «μέσα στο ευρώ», «έξω από το ευρώ», «τον άλλο μήνα δεν θα υπάρχουμε», «ξεφύγαμε από τον κίνδυνο». Οι περισσότεροι που ξέρω, αισθάνονται σαν να ζούμε έναν ξαφνικό θάνατο που κρατάει αιώνες, αυτό το παράξενο διαρκές σύγκρυο που προκαλεί μια κάνη ακουμπισμένη μόνιμα στον κρόταφό σου. Έτσι, δεκάρα δεν δίνεις εάν οι U2, στην περιοδεία που κάνουν αυτή την εποχή, έχουν συμπεριλάβει στον δικό τους προτζέκτορα εικόνες ελληνικής αγανάκτησης, την ώρα που τραγουδούν το «Bullet the Blue Sky». Στον Waters ένιωσες ότι κάτι πάει να γίνει, επειδή ήταν τότε. Τώρα το «Unfuck Greece» ακούγεται κοινότοπο, επειδή κάθε είδους σύνθημα ακούγεται κοινότοπο. Είναι τέτοια η διάβρωση που βιώνουμε, διάβρωση όχι μόνον οικονομική, αλλά κοινωνική, πολιτισμική, διάβρωση αξιών, θεσμών, υπολήψεων, ώστε δεν μπορούν να σου πουν τίποτε δύο-τρεις λέξεις που προβάλλονται ή ακούγονται μπροστά σε πολυπληθή ακροατήρια του εξωτερικού. Δεν ζητάς πλέον την συμπάθεια κανενός, ούτε των U2 ούτε του Σόιμπλε ούτε ενός απλού ανθρώπου που ζει στη Μαδρίτη, στο Παρίσι, στο Όσλο. Ζητάς λύση. Μια διέξοδο. Έναν ορίζοντα. Ζητάς κάτι ουσιαστικό. Και το περιμένεις να έρθει όχι από τους ξένους, που κάνουν την δουλειά τους μέσα από τα δικά τους συμφέροντα, αλλά από Έλληνες. Από τους ανθρώπους του τόπου σου.
Όμως δε νιώθουμε μόνο εμείς έτσι απέναντι στο πρόβλημα. Νιώθουν έτσι και οι ξένοι. Δεν μιλάω για την Μέρκελ και το ΔΝΤ. Μιλάω για τους απλούς ανθρώπους του έξω κόσμου, που είναι εξίσου κουρασμένοι μαζί μας, όπως είμαστε κι εμείς από τους εαυτούς μας. Ας ξεχάσουμε τα Fuck και Unfuck που φωτίζουν τις γιγαντοοθόνες των συναυλιών. Όσες φορές έχω ταξιδέψει στο εξωτερικό τα τελευταία χρόνια, έρχομαι αντιμέτωπος με μια παράξενη προκατάληψη προς τους Έλληνες (ως λαό) που μοιάζει ολοένα να μεγαλώνει. Συχνά εκτρέπεται σε αντιπάθεια, συχνά σε αδιαφορία, πάντως υπάρχει διαρκώς, και καθρεφτίζει ένα είδος δυσπιστίας απέναντι στα προβλήματά μας, μια δυσπιστία του τύπου, "τα θέλατε και τα πάθατε, σας άξιζαν». Συχνά έχω αναρωτηθεί γιατί νιώθουν έτσι για μας, ξέρω όμως ότι η απορία μου είναι αφελής. Νιώθουν έτσι για μας επειδή -είτε γιατί τα media μάς σφυροκοπούν είτε εμείς οι ίδιοι σφυροκοπούμε τους εαυτούς μας- έχουμε εδραιώσει την εντύπωση των κακομαθημένων παιδιών. Δεν μας αντιπαθούν λόγω ανθελληνισμού. Αντιπαθούν το μοντέλο που αποπνέουμε ως λαός. Και είναι λογικό, κανείς δεν συμπάθησε μακροπρόθεσμα τον φουκαρά που ζει μια ζωή με δανεικά, που βγαίνει στη γύρα για χρήματα επειδή αλλιώς δεν έχει στον ήλιο μοίρα. Μα η δυσπιστία τους είναι ακόμη βαθύτερη. Και τι δεν έχω ακούσει κατά καιρούς. Βγάζατε του κόσμου τα λεφτά, χωρίς να δουλεύετε. Ναι, έφαγαν οι πολιτικοί, μα φάγατε κι εσείς, φοροδιαφεύγοντας με οποιονδήποτε τρόπο. Για το μαύρο χρήμα. Για τα σκάνδαλα τύπου Siemens. Για το έγκλημα του Χρηματιστηρίου. Για την δουλειά που παράγει ένας δημόσιος υπάλληλος και την ανακόλουθη πλουσιοπάροχη αμοιβή του. Σε άρτια οργανωμένα κεντρικοερωπαϊκά κράτη, που η ζωή πηγαίνει ρολόι και όλα τηρούνται by the book, ο Έλληνας μοιάζει με καιροσκόπο που είδε τα καράβια του να πέφτουν έξω λόγω κακής διαχείρισης η οποία επήλθε από την κακή του νοοτροπία. Οπότε, ό,τι και να πουν σήμερα οι U2, ό,τι και να έλεγε σήμερα ο Τοίχος των Πινκ Φλόιντ, στην συνείδηση των ξένων είμαστε ένα είδος τυχοδιώκτη, απροσάρμοστου, τεμπελάκου homo sapiens, που γυρεύει ξανά και ξανά τον επενδυτή που θα τον σώσει επειδή τόσα χρόνια δεν πρόκοψε με τις ευκαιρίες που του δόθηκαν.
Τις προάλλες, σε ένα επεισόδιο της αμερικανικής σειράς Madam Secretary, είδα να περνάει το ζήτημα της ελληνικής κρίσης και τους Έλληνες να εμφανίζονται ως οι αδιόρθωτοι, ανυπόληπτοι τύποι του παγκόσμιου χωριού. Στην Βιέννη, η ελληνική αποστολή της Eurovision δεχόταν διαρκώς ερωτήσεις του είδους "Πού βρήκατε τα λεφτά και ήρθατε;". Φίλος δημοσιογράφος γύρισε προχθές από το Λονδίνο. Του έλεγαν ότι οι Έλληνες δεν πληρώνουμε φόρους εδώ και χρόνια, ότι ζούμε σαν παράσιτα. Είναι δικαιολογημένη ως έναν βαθμό η εναντίωση των ξένων, γιατί υπάρχει μια αλήθεια σε όλα αυτά, ένας πυρήνας που εικονίζει το παρασιτικό στοιχείο του νεοέλληνα στην χρυσή δεκαετία 1995-2005. Δεν έφταιξαν μόνο οι ανάλγητες εξουσίες, οι πολιτικοί που έκαναν αυτή την χώρα να πετάξει πολύ κοντά στον ήλιο και να καεί. Φταίξαμε κι εμείς, άμεσα ή έμμεσα. Όλη η κοινωνία ήταν γεμάτη τρωκτικά. Ήταν η εποχή της υπερβολής, ή της ανοχής στην υπερβολή. Στην Ελλάδα έγινε ένα πάρτι που αποδείχτηκε πως δεν ήταν για τα μέτρα της. Εάν μας φαίνονται άδικες αυτές οι απόψεις (που μας φαίνονται) είναι επειδή το αντίτιμο της μεγαλεπήβολης εθνικής ζωής του παρελθόντος, το πληρώνουμε ήδη πολύ σκληρά εδώ και πέντε χρόνια και το έχουμε χωνέψει, πως είτε μέσα στο ευρώ είτε εκτός, θα το πληρώνουμε για πολύ καιρό ακόμη.