Το σημαντικότερο κοινωνικό στοίχημα που παίζεται στην Ελλάδα την συγκεκριμένη ιστορική στιγμή δεν είναι μόνο το κατά πόσον θα καταφέρει να γλιτώσει η Ελληνική άρχουσα τάξη τον κυριολεκτικό αποκεφαλισμό στην γκιλοτίνα, δηλαδή το αιματηρό τέλος που της αξίζει δικαιωματικά.
Ακόμα σημαντικότερος στόχος από την ατιμωρησία των γνωστών πασίγνωστων, μιας και η απληστία είναι το βασικό κίνητρο κάθε διεφθαρμένης κάστας, δεν είναι απλά το να επιβιώσουν οι ηγέτες και οι συνεργοί του Ναζισμού, αλλά επιπλέον να καταφέρουν να βγουν οικονομικά κερδισμένοι, μιας και δεν έχει κανένα νόημα αλλιώς ο πόλεμος που κήρυξαν στον λαό.
Ο θρίαμβος της άρχουσας τάξης πρέπει να επιτευχθεί χωρίς να γυρίσει εναντίον της από καμία άποψη, είτε νομική, είτε οικονομική, είτε έμπρακτης βίας, το αναίσχυντο καψόνι που έχουν επιβάλλει στους αγαθιάρηδες που τους υφίστανται.
Πλουτοκράτες, πολιτικοί, δικαστικοί, δημοσιογράφοι, και όσοι τους περιφρουρούν, δηλαδή μια μειοψηφία που δεν ξεπερνάει το 5% του πληθυσμού της χώρας, συνεργάζονται συνειδητά και διαπράττουν χωρίς ίχνος δισταγμού ένα από τα στυγερότερα εγκλήματα της νεότερης Ευρωπαϊκής ιστορίας.
Υποθήκευσαν την οικονομία της χώρας σε διεθνείς τοκογλυφικές μαφίες. Αυτή μετατράπηκε από πλουτοπαραγωγική δύναμη που υπηρετεί τα συμφέροντα του λαού που εργάζεται σε αυτήν σε μια επικερδή μηχανή. Ο σκοπός αυτής της πρώην παραγωγικής διαδικασίας σε επιχείρηση ιδιωτικών συμφερόντων έγινε με σκοπό να ανατροφοδοτούνται εσαεί οι ιδιωτικές τράπεζες με τα χρήματα των φορολογούμενων που τις ανακεφαλαιοποιούν. Τα χρήματα αυτά εξοφλούν εξωφρενικά δάνεια, τόκους και χρεολύσια. Με αυτές τις υποχρεώσεις έχουν αυθαίρετα επιβαρύνει τους υπηκόους οι τοπικοί τύραννοι, ώστε οι τελευταίοι να καλύψουν τις τρύπες της κακοδιαχείρισης από την οποία επωφελούνται εδώ και 40 χρόνια, και να διατηρήσουν το προνόμιο να διαχειρίζονται το ταμείο εν ονόματι της πλειοψηφίας που θεωρούν ηλίθια.
Οι ίδιοι άνθρωποι - έχουν ονόματα και διευθύνσεις, τους ξέρουμε όλοι - ισοπέδωσαν την αγορά εργασίας προκειμένου το εργατικό δυναμικό της χώρας να μεταμορφωθεί εν μια νυκτί σε απελπισμένους σκλάβους ικανούς να ξεπουλήσουν όλη τους την ζωή για ένα κομμάτι ψωμί.
Ακριβώς οι ίδιοι ξεπουλάνε την δημόσια περιουσία σε οποιαδήποτε μαφία τους δίνει τις πιο παχυλές μίζες, εξολοθρεύουν κάθε ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό δικαίωμα, και μεθοδεύουν την εσαεί υποδούλωση και εξαθλίωση ενός λαού που είναι τόσο επικίνδυνα αφελής και αυτοκαταστροφικά εύπιστος ώστε να κάνει το μοιραίο λάθος να εμπιστεύεται την μοίρα του σε εγκληματίες.
Και τι θα γίνει με την διαχείριση της αντίστασης? Ακόμα και το πιο υπνωτισμένο και καλοκάγαθο βόδι μουγκανίζει ανήσυχο και προσπαθεί να ξεφύγει καθώς πλησιάζει στην μπόχα του σφαγείου. Δεν θα υπάρξει ανταπόδοση, έστω και με παθητική αντίσταση, από την Ελληνική κοινωνία? Αναπόφευκτο είναι.
Έτσι, παρατηρούμε ταυτόχρονα διάφορους κοινωνικούς μηχανισμούς να μπαίνουν στην διάθεση της καθεστωτικής προπαγάνδας.
Πρώτα-πρώτα και πιο ξετσίπωτα, τα Μ.Μ.Ε. ξεπλένουν την συνείδηση των λιγότερο μορφωμένων. Από αυτά εκπορεύεται η κυρίαρχη αφήγηση περί «κρίσης» και «πόλωσης», και υπηρετείται είτε από την αποχαύνωση αποπροσανατολιστικών εκπομπών, εκείνων που εστιάζουν σε οποιοδήποτε θέμα εκτός από την κοινωνική πραγματικότητα, είτε με την επιθετική πλύση εγκεφάλου από εκπομπές που διυλίζουν ζητήματα μέσα από ύφος και προσέγγιση με ξεκάθαρα Ναζιστικές ιδεολογικές καταβολές.
Έχοντας λοιπόν επιτυχώς εγκλωβίσει το λούμπεν προλεταριάτο και τους οικονομικά ακρωτηριασμένους μικροαστούς στο κλειστό κύκλωμα ανατροφοδοτούμενου μίσους της Ναζιστικής ρητορικής ή έχοντας τους υπό τον έλεγχο της εξίσου υπνωτιστικής παραίσθησης των διαφόρων υβριδίων μεθοδευμένης σκέψης και πράξης, σαγηνευμένους από την κανονιστικό εφησυχασμό του lifestyle δηλαδή, η Ελληνική άρχουσα τάξη έχει εν πολλοίς ξεμπερδέψει με όλες τις υποκατηγορίες του αμόρφωτου και ευάλωτου σε εμφυτευόμενες ψυχολογικές παθολογίες.
Δεν υπάρχει πλέον καμία περίπτωση τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα να αποκτήσουν πολιτική και κοινωνική συνείδηση που να είναι έστω και ελάχιστα επικίνδυνη για τους τυράννους τους.
Έχει εξασφαλιστεί ποικιλοτρόπως, και ψυχικά, και νοητικά, και υλικοτεχνικά η απιθανότητα να οργανωθεί η μάζα ώστε να προβεί σε αποτελεσματικές δράσεις εναντίον της καθεστηκυίας σήψης.
Αυτή η βεβαιότητα της ακύρωσης των πολλών έχει ως αναπόδραστο θέσφατο το γεγονός ότι όλα τα πρόσφατα Ελληνικά καθεστώτα φρόντισαν ενδελεχώς να στερήσουν από τον λαό οποιαδήποτε ικανότητα κριτικής σκέψης, και άρα πολιτειακή άμυνα απέναντι στον οικονομικό τους βιασμό και τον εξευτελισμό κάθε εργασιακού και ασφαλιστικού τους δικαιώματος.
Η ρίζα του συνειδησιακού ευνουχισμού της εργατικής και μικροαστικής τάξης της Ελλάδας βρίσκεται στην εσκεμμένη απουσία οποιασδήποτε μορφής δυναμικής και αποτελεσματικής παιδείας, τόσο ακαδημαϊκής όσο και κοινωνικής.
Έτσι, σήμερα, και ο εύκολα διαχειρίσιμος άθλιος των μεγαλουπόλεων αλλά και ο επαρχιώτης συγγενής του, αμφότεροι λειτουργούν καθ' υπαγόρευση της διαρκούς, ύπουλης και χυδαίας προπαγάνδας των κρατικοδίαιτων Μ.Μ.Ε.
Μην ξεχνάμε πως επί της ουσίας ιδιωτικά κανάλια στην Ελλάδα δεν υφίστανται παρά μόνο με την ανοχή του κράτους απέναντι στα τεράστια χρέη των διαπλεκόμενων επιχειρηματιών που είναι οι ιδιοκτήτες αυτών των σταθμών. Αυτά λοιπόν τα τροφοδοτούμενα με κρατικά και ιδιωτικά δάνεια ιδιωτικά μαγαζιά είναι και ο μοναδικός δίαυλος από τον οποίον αντλούν πληροφορίες οι Έλληνες για την περιβάλλουσα πραγματικότητα. Από τους τελάληδες και πελάτες των πολιτικών δηλαδή.
Αναπόφευκτα, οι τηλεκατευθυνόμενοι θεατές είναι πολύ απασχολημένοι με το να εξορκίζουν και να διώκουν τα εξιλαστήρια θύματα που τους υπέδειξαν τα αφεντικά τους.
Κατόπιν της εξαντλητικής πλύσης του - ούτως ή άλλως δεκτικού στην χειραγώγηση - εγκεφάλου του μέσου Έλληνα ψηφοφόρου, ο υπεύθυνος για την ισοπέδωση κάθε εργασιακού δικαιώματος και δίκαιης αμοιβής αναγνωρίζεται στα πρόσωπα των μεταναστών ή άλλων μειονοτήτων. Το νοσηρό φαντασιακό αυτοικανοποιείται με προγονόπληκτες ιδεοληψίες, εθνικιστικές εμμονές και αναμόχλευση φαντασμάτων περί κοινωνικής καθαρότητας.
Έχοντας κάθε λόγο να πνέει τα μένεα για την συνεχή και προσχεδιασμένη της σφαγή, η ευρεία λαϊκή βάση του πληθυσμού θα μπορούσε να γίνει πολύ επικίνδυνη για την πλουτοκρατία και τις πολιτικές της μαριονέτες.
Η δίκαιη οργή όμως διοχετεύεται πλέον ελεγχόμενα προς οποιοδήποτε άλλο στόχο εκτός από εκείνον που φέρει την ενοχή.
Θα έλεγε λοιπόν κανείς ότι η Ελληνική άρχουσα τάξη κατάφερε να πετύχει την διαχείριση της μαζικής αντίδρασης στο Ναζιστικό πραξικόπημα.
Όμως η κοινωνία δεν αποτελείται μόνο από ανερμάτιστους μικροαστούς και αμόρφωτους χουλιγκάνους.
Υπάρχουν πολλές άλλες κατηγορίες έτοιμες να εξεγερθούν. Πτυχιούχοι ετών 40 και βάλε, με ολόκληρες καριέρες στην πλάτη τους, που δουλεύουν ανασφάλιστοι για 400 ευρώ, αν είναι τυχεροί. Νοικοκυρές που κοντεύουν να τρελαθούν με την πολύ σοβαρή πιθανότητα να βρεθούν άστεγες με τα παιδιά. Οικογενειάρχες που χάνουν το σπίτι τους. Ακόμα, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, που ενώ συμμετέχουν και αμείβονται, έχουν αρχίσει να αισθάνονται τύψεις για την θέση τους σε αυτό το άδικο και επικίνδυνο καθεστώς.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι αυτονόητα ρουφιάνοι ή κρετίνοι. Πολλοί από αυτούς και διαβασμένοι, και ενήμεροι είναι, και άμεσα αισθάνονται σε πραγματικούς όρους ότι – τουλάχιστον τα οικονομικά – περιθώρια έχουν εξαντληθεί προ πολλού. Συνεκδοχικά με την εισοδηματική εξαθλίωση έχει πάρει η μπάλα οποιαδήποτε έννοια ελευθερίας, δικαιοσύνης και ανθρωπιάς.
Η μίμηση αστικής τάξης που υπάρχει στην Ελλάδα, ή αλλιώς τα παιδιά της μεσαίας τάξης είναι η επόμενη λοιπόν κοινωνική τάξη που πρέπει να καθησυχαστεί και πιθανόν ποτιστεί με ψυχοτρόπα πάσης φύσης, από αισθητικά άλλοθι μέχρι εκλογικευτική προπαγάνδα, μιας και στην συγκεκριμένη ομάδα της κοινωνίας το τρίπτυχο «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» δεν είναι και τόσο δημοφιλές ως εγγύηση ψυχικής υγείας.
Τα παιδιά αυτά ξαφνικά, βλέπουν να εξανεμίζονται τα όνειρα τους να διαδεχτούν την ταξική καρέκλα των γονιών τους. Είναι πια σίγουρο ότι θα ζήσουν ζωή πιο στερημένη, πιο φτωχή, πιο δύσκολη.
Ποια ακαδημαϊκή καριέρα, ποια σταθερότητα στο δημόσιο, ποια χλιδάτη μπουτίκ,
ποιο εργοστάσιο, ποια διευθυντική θέση, σε ποια οικονομία? Όλα έχουν απομυθοποιηθεί.
Η έννοια της σταδιοδρομίας έχει εκλείψει. Πλέον προσελκύει μόνο τους αθεράπευτα πιστούς στην ασφάλεια ενός άθλιου και επισφαλούς μισθού.
Οι μεγαλύτεροι βλέπουν το επαγγελματικό τους παρελθόν να ακυρώνεται ως φύρα μιας άλλης εποχής. Οι νεότεροι δεν έχουν καμία προοπτική μιας και όσες επιχειρήσεις, όσα ιδρύματα και όσοι οργανισμοί ψάχνουν προσωπικό αναζητούν πλέον μόνο συγκεκριμένου είδους εργαζόμενο – ανασφάλιστο, κακοπληρωμένο και αναλώσιμο.
Πως πειθαναγκάζεις εκείνους που δεν είναι τηλεθεατές και ψηφοφόροι πρωτίστως αλλά εγωκεντρικά παιδιά μιας πρώην καλομαθημένης και νυν άθλιας πραγματικότητας?
Ποιες αφηγήσεις χρειάζεται να εξιστορήσεις για να συντηρηθούν ζωντανές οι ψευδαισθήσεις εκείνες που χρειάζονται για να λειτουργήσει το σύστημα και έτσι να συνεχίσει η παραίσθηση της κανονικότητας, να μοιάζει ολοζώντανο και με πολυπληθείς κομπάρσους το ετοιμόρροπο οικοδόμημα?
Πως θα υπνωτίσεις εν τέλει εκείνους που δεν πιστεύουν σε μπαμπούλες, σε φόβητρα, σε κακούς ξένους, σε αντίχριστους, εκείνους που δεν βλέπουν έναν γραφικό, ανθέλληνα, αναρχοάπλυτο στο πρόσωπο κάθε εξοργισμένου από την κατάσταση που επικρατεί αλλά έναν άνθρωπο που πιθανόν έχει και απόλυτο δίκιο για το ότι διαμαρτύρεται?
Πως θα παραμυθιάσεις εκείνον που δύσκολα δέχεται μια πραγματικότητα που θεωρεί λογικό φαινόμενο τον Γεωργιάδη ως υπουργό Υγείας, αυτονόητα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αναπόφευκτη την αναδιανομή πλούτου με αποδέκτη το 1% του πληθυσμού που ηγείται των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων?
Είναι απλή η απάντηση σε όλα τα άνωθεν ερωτήματα.
Αν τον κάφρο τον βγάζεις στους δρόμους να κυνηγήσει μετανάστες και λοιπούς κακομοίρηδες, τον αμφισβητία, τον νανουρίζεις. Τον μορφωμένο τον αποπλανείς με υποσχέσεις. Τον καχύποπτο τον μπερδεύεις.
Ξεκινάς με το νεφελώδες και ψυχαναλυτικό επιχείρημα της αστικής υποκειμενικότητας.
Του λες δηλαδή πως τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως νομίζει, ότι υπάρχει άλλη πλευρά, διάσταση και οπτική γωνία, ότι η κρίση είναι μια ευκαιρία αν το καλοσκεφτεί, το Άουσβιτς είναι κερδοφόρο αν είναι «κανείς» λίγο πιο συνεργάσιμος και ανοιχτόμυαλος...ίσως το τελευταίο να το αφήσεις για έκπληξη, η μόνο να το υπαινιχθείς, αλλά εκεί είναι το νόημα. Ότι η φρίκη είναι για τους άλλους – εσύ έχεις άλλες παρηγοριές να ασχολείσαι, σημαντικότερη των οποίων μια θέση στο σύστημα που θα εγγυηθεί την επιβίωση σου και ποιος ξέρει, μπορεί και να γίνουν όλα σου τα όνειρα πραγματικά. Δε θα λες πια ότι είσαι άνεργος – θα έχεις στρατολογηθεί στην άοπλη πολιτοφυλακή του Ναζισμού, δηλαδή θα παριστάνεις ότι όλα είναι μια χαρά, δεν τρέχει τίποτε, την δουλειά μας κάνουμε, πίνουμε μοχίτο, τέχνη, ανάπτυξη, όλε, περνάμε τέλεια!
Η μεσαία τάξη όμως δεν θέλει αναπαραστάσεις της μάχης των Θερμοπυλών και ομοερωτικές διελκυστίνδες σε παραλίες. Έχουν πιο εκλεπτυσμένα γούστα.
Θα τους φέρεις τον Αλέξανδρο Νεχαμά κάτω από την Πνύκα για να τους μιλήσει για την τέχνη της ζωής, στα πλαίσια φιλοσοφικών συμποσίων που αγνοούν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τους άστεγους, τους αυτόχειρες και τους άνεργους.
Θα τους οργανώνεις κάθε λίγο και λιγάκι φεστιβάλ και εκθέσεις τέχνης προκειμένου να έχουν «κάπου να δείξουν την δουλειά τους».
Θα τους μοιράζεις και θα τους προκαλείς να αναπαράγουν πληροφορία που θα είναι κενή οποιασδήποτε ουσίας.
Θα επικαλείσαι άσχετα άλλοθι για την οποιαδήποτε καθεστωτική επιχείρηση – όσο πιο θεωρητικά απυρόβλητα τα κατασκευασμένα άλλοθι, τόσο το καλύτερο.
Στο όνομα της τέχνης, του πολιτικού πολιτισμού, της ομόνοιας, της ειρήνης, θα επιδίδεσαι σε όσο πιο περίπλοκες και Μακιαβελικές τεχνικές διαχείρισης της κοινής γνώμης και προσοχής.
Διαρκώς θα υπαγορεύεις την θεματική του δημόσιου διαλόγου με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μένει κανένα περιθώριο άλλο πλην εκείνο της αναγκαστικής συναίνεσης σε μια κανονικότητα που εφαρμόζεται δια της βίας.
Τις εντολές σου θα ακούνε πειθήνια όλοι εκείνοι που συντηρείς ως ιδεολογικά άρχουσα τάξη – τις μαριονέτες που λυμαίνονται των κρατικών κονδυλίων εκείνων που επιβραβεύουν τα επεκτατικά σχέδια του νεοφιλελεύθερου Ναζισμού.
Μάλιστα, το περίβλημα του καθώσπρεπισμού της μεσαίας τάξης θα χαρίζει στην εξουσία σου μια αύρα νομιμότητας.
Δεν μιλάμε για αλήτες, αναρχοάπλυτους, φρικιά εδώ! Μιλάμε για επιμελητές, για διευθυντές, για στελέχη, για γραμματιζούμενος ανθρώπους με σταδιοδρομίες! Μιλάμε για καλλιτέχνες, για ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών! Είναι σοβαροί, είναι ευπρεπείς! Με τα βιβλιαράκια τους και τα αρθρίδια τους, τα συνεδριάκια τους και τα συμποσιάκια τους, τα ταξιδάκια τους και τις επετηρίδες τους, τα αμφιθεατράκια και τα γραφειάκια τους, τα περιοδικάκια και τις εφημεριδούλες τους, τις εκπομπούλες και τις ομιλίτσες τους! Χρηματοδοτούνται από μεγάλους επιχειρηματίες και το δημόσιο! Κάτι ξέρουν παραπάνω από σένα, κολίγε!
Δες τους!
Σκάβουν αναχώματα για να καθυστερήσουν οποιαδήποτε επίθεση στο καθεστώς που εξυπηρετούν.
Πιάνονται χέρι-χέρι σε προστατευτικές ανθρώπινες αλυσίδες γύρω από τα αφεντικά τους.
Οργανώνουν πάρτι για να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις της φρίκης.
Διακοσμούν την κόλαση όσο πιο όμορφα μπορούν.
Τραγουδάνε τον ύμνο της θετικής ενέργειας στις πύλες του Άουσβιτς.
Γράφουν άρθρα, σχόλια, κείμενα, παρουσιάσεις, βιβλία – κάθε λέξη, κάθε αποστροφή συμπεριφοράς, κάθε εικόνα όσο το δυνατόν πιο απομακρυσμένη από την φρίκη που αποκρύπτει.
Κυρίως και πρωτίστως αποσιωπούν ότι έχουμε ταξικό πόλεμο με πολεμοκάπηλους, μαυραγορίτες, χαφιέδες, θύματα όλων των διαβαθμίσεων, ακόμα και νεκρούς.
Είναι επικίνδυνοι όλοι αυτοί, αλλά όχι επειδή οπλοφορούν όπως τα Μ.Α.Τ. που προστατεύουν τα αφεντικά τους.
Είναι επικίνδυνοι επειδή παράγουν καθεστωτικό και ιδιοκτησιακό πολιτισμό και λόγο, δηλαδή καπιταλιστική απολογία που είναι συνυφασμένη και αθωωτική με τις κυριαρχικές βλέψεις της αυθαίρετης εξουσίας που υπηρετούν.
Είναι επικίνδυνοι επειδή είναι αδίστακτοι, μοχθηροί, και κυρίως πρόθυμοι να εκτελέσουν χωρίς την παραμικρή συνειδησιακή αναστολή και την πιο βρόμικη, απάνθρωπη εντολή επειδή πρέπει να κάνουν την δουλειά τους.
Κοίτα τους, λοιπόν, τους μελίρρυτους και κομψεπίκομψους, τους άοπλους πολιτοφύλακες του Ναζισμού, διακριτικά όμως, σε παρακαλώ, δεν είναι καθόλου comme il faut να καρφώνεσαι, ξέρεις καλά τι σημασία δίνουν στο savoir vivre, είναι ικανοί να σε κατακεραυνώσουν επειδή πίνεις μοχίτο από λάθος ποτήρι.
Ακόμα χειρότερα, μπορεί να καταλάβουν ότι τους πήρες χαμπάρι, και τότε? Δεν θα είσαι πια καλεσμένος στα πάρτι τους.