Ακούμε τον ένα: «οι ιπτάμενοι που παίζουν κορώνα- γράμματα τη ζωή τους κάθε ημέρα και οι ένστολοι που αντιμετωπίζουν τους εγκληματίες πρέπει να πέσουν στα μαλακά». Απαντά ο άλλος: «όχι, οι πανεπιστημιακοί που λιώνουν στα βιβλία και έχουν τόσα μεταπτυχιακά και μαθαίνουν τα παιδιά μας γράμματα θα πρέπει να τύχουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης».
Ακούγεται από την άλλη μεριά: «οι δικαστικοί δεν πρέπει να αμείβονται καλύτερα; Πώς θα είναι αδέκαστοι και αδιάφθοροι;» Βροντοφωνάζουν οι άλλοι: «Και οι γιατροί που κρατούν στα χέρια τους τόσες ζωές γιατί πρέπει να παίρνουν ψίχουλα;». Ακούγεται και μια φωνή από το βάθος: «Καμία λύπηση για όσους εργάζονται στο Δημόσιο. Αυτοί φταίνε για τα χάλια μας. Να γίνουν καμιά 400αριά χιλιάδες απολύσεις μπας και σωθούμε οι υπόλοιποι». Και μια αδύναμη φωνή παραπέρα: «Δεν αντέχουν βρε παιδιά άλλο οι συνταξιούχοι, καλύτερα να μας στείλουν μια ώρα αρχύτερα παρά αυτό το ξεφτιλίκι».
Η επόμενη σκηνή του δράματος που εκτυλίσσεται πολύ φοβάμαι ότι θα βρει τους εργαζόμενους αντί να διαμαρτύρονται μπροστά από τη Βουλή ή το υπουργείο Οικονομικών, να πλακώνονται μεταξύ τους. Οι ένστολοι με τους πανεπιστημιακούς, οι διπλωμάτες με τους γιατρούς του ΕΣΥ, οι εφοριακοί με τους μηχανικούς, οι δικηγόροι με τους συμβολαιογράφους, οι ιδιωτικοί με τους δημόσιους υπαλλήλους και πάει λέγοντας.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι η κρίση που έχει ξεσπάσει, εκτός του ότι έχει οδηγήσει χιλιάδες ανθρώπους στην εξαθλίωση, προκαλεί και μια κοινωνική κρίση άνευ προηγουμένου, όπου ο κανόνας τείνει να γίνει «ο θάνατος σου, η ζωή μου». Καλώς ήλθαμε στη ζούγκλα του Μνημονίου.